Η Ελλάδα μπαίνει σε περίοδο αναιμικής ανάκαμψης. Ο συνδυασμός τής μεγάλης, μακριάς ύφεσης, της εξαφάνισης της οικοδομικής δραστηριότητας και της διαρκούς πιστωτικής συρρίκνωσης οδήγησε σε χαμηλή εσωτερική δυνατότητα επενδύσεων, όχι ικανή να στηρίξει τη γρήγορη ανάπτυξη. Σύμφωνα με μελέτες του IMF και της ECB, περίπου 20% των ανακάμψεων έπειτα από κρίση αδυνατούν να βρουν εξωτερική χρηματοδότηση και έχουν 40% χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Η Ελλάδα δεν έχει εξαγώγιμες πρώτες ύλες και οι εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών είναι περιορισμένες και χωρίς αυξητική δυναμική. Ιστορικά, ο οδηγός της ανάπτυξης της χώρας ήταν και παραμένουν οι επενδύσεις.
Η πολιτική αντίληψη για τις επενδύσεις στηρίζεται σε τέσσερις μύθους που εμποδίζουν τη διαμόρφωση μιας ρεαλιστικής προσέγγισης:
n Μύθος πρώτος: Οι ξένες άμεσες επενδύσεις που θα εισρεύσουν θα συνεισφέρουν στη διαφορά των €20 δισ. ετησίως τα οποία χρειάζονται για την ουσιαστική επανεκκίνηση της οικονομίας. Ιστορικά οι ξένες άμεσες επενδύσεις ποτέ δεν ξεπέρασαν τα €4,5 δισ. μέσα σε έναν χρόνο.
n Μύθος δεύτερος: Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση θα συνδράμει πολύ σημαντικά την ελληνική επιχειρηματικότητα σε επενδύσεις. Το μέσο ετήσιο ύψος ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για επενδύσεις στην περίοδο 2008-2013 ήταν €4 δισ. Η έλλειψη ιδίων κεφαλαίων, η δυσπραγία χρηματοδότησης από πλευράς τραπεζών και η έλλειψη συντονισμού προγραμμάτων δεν επιτρέπουν την εισροή σημαντικών ποσών από την ΕΕ.
n Μύθος 3: Η αγορά κατοικίας, που κάποτε επένδυε €25 δισ. ανά έτος και σήμερα περίπου €1 δισ., θα ανακάμψει. Ο συνδυασμός υπερπροσφοράς κατοικιών, έλλειψης στεγαστικής πίστης και αδυναμίας αποταμίευσης δεν διευκολύνει ούτε την ανάκαμψη της αγοράς ούτε φυσικά τις επενδύσεις.
n Μύθος 4: Υπάρχουν πολλά μεγάλα projects που μπορεί να χρηματοδοτηθούν αμέσως. Μερικά σημαντικά τουριστικά έργα, 69 έργα υποδομών και επενδύσεις στη βιομηχανία βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο σχεδιασμού. Δεν είναι όμως δυστυχώς έτοιμες για χρηματοδότηση πολλές μεγάλες επενδύσεις, ώστε η παράλληλη υλοποίησή τους να δημιουργήσει επενδυτικό κύμα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της PwC, οι επενδυτικές ανάγκες της χώρας μέχρι και το 2022 είναι €270 δισ. Από αυτές οι σχεδιασμένες και προβλέψιμες επενδύσεις φτάνουν τα €150 δισ. Οι υπόλοιπες πρέπει να αναγνωρισθούν τεχνικά και να σχεδιαστούν ώστε να μπορούν να χρηματοδοτηθούν. Από την άλλη πλευρά, οι ροές χρηματοδότησης επενδύσεων που σήμερα είναι ορατές φτάνουν μόνο τα €115 δισ. μέχρι το 2022. Η διαφορά θα πρέπει να καλυφθεί με πρόσθετες πιστώσεις, νέα ίδια κεφάλαια και πρόσθετες ευρωπαϊκές εκταμιεύσεις.
Το μέγιστο πρόβλημα της Ελλάδας είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης: πρώτα των κατοίκων προς την ίδια τη χώρα και κατά δεύτερο λόγο των μη Ελλήνων προς αυτήν. Το κύριο σημάδι απώλειας εμπιστοσύνης των Ελλήνων είναι η ανάγκη παραμονής των capital controls. Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης αυξάνει την προσδοκώμενη απόδοση κάθε επένδυσης.
Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην πολιτική διαδικασία και στους θεσμούς είναι ο θεμέλιος λίθος κάθε στρατηγικής ανάπτυξης. Ο περιορισμός των νέων νόμων που ψηφίζονται ετησίως, η κωδικοποίηση της νομοθεσίας, η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, η αυστηρή τήρηση των νόμων, η μόνιμη δομή Δημόσιας Διοίκησης και ο εκσυγχρονισμός συστημάτων του Δημοσίου είναι καίριας σημασίας προϋποθέσεις σ’ αυτή την κατεύθυνση.
Πάνω στη βάση μιας διαρκώς ενισχυόμενης εμπιστοσύνης προς τη χώρα χρειάζεται ένα πλέγμα νέων εσωτερικά συνεπών πολιτικών επενδυτικής ανάπτυξης που θα εφαρμοστούν χωρίς ταλαντεύσεις, με συστηματικότητα και συνέπεια.
n Ενεργή διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων απελευθερώνοντας παγιδευμένα περιουσιακά στοιχεία από τους ισολογισμούς των τραπεζών.
n Επενδύσεις σε μεγάλες υποδομές οι οποίες θα πρέπει να επιταχυνθούν μέσω της χρηματοδότησής τους με ΣΔΙΤ και με ομόλογα έργου, αφού οι παραδοσιακές πηγές χρηματοδότησης παραμένουν περιορισμένες.
n Αναβίωση της αγοράς κατοικίας μέσω της μείωσης του αποθέματος κατοικιών στις αστικές περιοχές, με μαζικές αναπλάσεις και ανακατασκευές του παλαιού αποθέματος με ενεργή διαχείριση του συντελεστή δόμησης και αντιμετώπιση της κατακερματισμένης ιδιοκτησίας.
n Αλλαγή της αρχιτεκτονικής των τραπεζών και του τραπεζικού συστήματος με την απομάκρυνση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών, τη δημιουργία κεντρικού μηχανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (credit rating) των επιχειρήσεων, καθώς και την εμφάνιση νέων τραπεζών.
n Κινητοποίηση θεσμικών ιδίων κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση των ΜμΕ, που αποτελούν τον κύριο όγκο της ελληνικής εταιρικής οικονομίας με τρόπο που τις καθιστά ορατές στους επενδυτές.
n Αύξηση της «μαλακής» χρηματοδότησης μέσω της δημιουργίας ενός εθνικού φορέα σχεδιασμού και συντονισμού όλων των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών δράσεων για τις επιχειρήσεις και απλοποίηση και επιτάχυνση διαδικασιών ένταξης σε επιδοτούμενα προγράμματα.
n Σταθεροποίηση φορολογικού συστήματος με τη δέσμευση μη-αλλαγής του φορολογικού καθεστώτος για μια μεγάλη περίοδο, τη διαμόρφωση νέας φιλο-αναπτυξιακής φιλοσοφίας για τη δομή και τους συντελεστές του και με την ευθυγράμμιση προς τις ευρωπαϊκές πρακτικές τακτικών ελέγχων.
Η αναιμική ανάκαμψη πρέπει να ενισχυθεί με πρόσθετες επενδύσεις που ξεπερνούν τα €25δισ. κάθε χρόνο για να γίνει πραγματική ανάπτυξη. Αλλιώς θα μείνουμε με την ψευδαίσθηση της ανάκαμψης, η οποία θα υπονομεύει τον παραγωγικό ιστό και θα αποδυναμώνει την ορμή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Δεν υπάρχουν ούτε κρυμμένα μυστικά ούτε βέλτιστες πρακτικές από άλλες χώρες. Μόνο με εμπιστοσύνη στη χώρα οι σωστές πολιτικές θα ξαναβάλουν εμπρός την οικονομία.
Ο Κώστας Σ. Μητρόπουλος είναι εντεταλμένος σύμβουλος της PwC Ελλάδας