Το ναυάγιο των συνομιλιών του Κραν Μοντανά απέδειξε περίτρανα σ’ ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα ότι η Τουρκία είναι απρόθυμη να συμβάλει στην επίλυση του Κυπριακού. Στο μυαλό της Αγκυρας παραμένει ένας μόνο στόχος: ο έλεγχος ολόκληρου του νησιού το οποίο εκλαμβάνει ως οθωμανική κληρονομιά. Βέβαια, στη διάρκεια των μακρών διαπραγματεύσεων δόθηκαν αρκετές φορές μηνύματα αισιοδοξίας, ότι αυτήν τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Η εκδοχή αυτή εδραζόταν σε σοβαρά επιχειρήματα:
Α) στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας βρέθηκε ένας διαλλακτικός πολιτικός, όπως ήταν ο Μουσταφά Ακιντζί, αλλά και ο Νίκος Αναστασιάδης είχε πίσω του τη θετική στάση στο, αποτυχημένο, σχέδιο Ανάν, ενώ
Β) η διεθνής κοινότητα ωθούσε έντονα την επίλυση του προβλήματος, στο φόντο των τεράστιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ανάγκη εξεύρεσης διαδρόμων μεταφοράς του.
Ωστόσο, και σ’ αυτήν την περίπτωση η Τουρκία ακολούθησε το δόγμα «τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μου». Καθώς η Λευκωσία προσπάθησε υπέρ το δέον, με οδυνηρές υποχωρήσεις και παραχωρήσεις, όπως την αποδοχή της εκ περιτροπής προεδρίας, το δικαίωμα του βέτο της τουρκοκυπριακής πλευράς σε σημαντικές αποφάσεις του ενωμένου κυπριακού κράτους, την αναλογία τούρκων υπηκόων με αυτούς της Ελλάδας, η τουρκική πλευρά δεν έκανε πόντο πίσω. Και μιλάμε αποκλειστικά για την Τουρκία διότι, όπως φάνηκε στην Ελβετία, τον πρώτο και τελευταίο λόγο για λογαριασμό των Τουρκοκυπρίων δεν είχε ο Ακιντζί αλλά ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου. Κι όμως, η ελληνοκυπριακή πλευρά, με την ολόπλευρη στήριξη της Ελλάδας, ενώπιον του ΟΗΕ και της ΕΕ ζήτησε μόνον τα αυτονόητα:
Α) να αποχωρήσει ο κατοχικός στρατός, που λυμαίνεται το κυπριακό έδαφος από το 1974, και
Β) να καταργηθεί το αναχρονιστικό καθεστώς των εγγυήσεων.
Με ξένο στρατό και παρεμβατικά δικαιώματα επί ενός κράτους-μέλους της ΕΕ, το αποτέλεσμα θα ήταν μια κολοβή κυριαρχία, ένα οιονεί προτεκτοράτο της Αγκυρας, η οποία με την απειλή της βίας θα επέβαλλε τη θέλησή της, και θα μετέτρεπε την Κύπρο σε όργανο τουρκικού εκβιασμού εντός της ΕΕ. Το θράσος δε των Τούρκων ήταν τέτοιο που ο Τσαβούσογλου στην ερώτηση του έλληνα ομολόγου του αν προτίθενται να χρησιμοποιήσουν τον στρατό τους, το παραδέχθηκε, και μάλιστα για όλο το νησί!
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επόμενη μέρα της κατάρρευσης των συνομιλιών δημιουργεί νέα δεδομένα. Η εκκίνηση των γεωτρήσεων για το φυσικό αέριο, εντός της κυπριακής ΑΟΖ, από διεθνείς ενεργειακούς κολοσσούς, θέτει την Κύπρο σε μια νέα εποχή. Ο νεοσουλτάνος βρυχάται και απειλεί θεούς και δαίμονες, διεκδικώντας τον φυσικό πλούτο της Κύπρου ως να είναι τσιφλίκι του. Συνεχίζει να αγνοεί το διεθνές δίκαιο και τη σύγχρονη πραγματικότητα, θέλει να γυρίσει το ρολόι πίσω, να επιβληθεί διά της ωμής βίας. Γνωρίζει, όμως, ότι τα περιθώρια των κινήσεών του είναι περιορισμένα. Ηδη, οι στόχοι του στο Ιράκ και στη Συρία έχουν αποτύχει. Το κουρδικό κράτος είναι προ των πυλών, ενώ στην Ανατολική Μεσόγειο η Κύπρος, η Ελλάδα, το Ισραήλ και η Αίγυπτος μέσω σημαντικών συμφωνιών προωθούν τη στενή τους συνεργασία.
Η Ουάσιγκτον, η Μόσχα και η ΕΕ βρίσκονται κοντά στη Λευκωσία. Το 2017 δεν είναι 1974. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιόρρυθμη και παρορμητική ψυχοσύνθεση του Ερντογάν, ότι αποκλείεται μια σοβαρή κρίση. Για τον λόγο αυτό και απαιτείται η συνέχιση τόσο της αγαστής συνεργασίας Λευκωσίας – Αθήνας, όσο και η διακομματική εντός Ελλάδος. Είναι ευκαιρία τώρα να εμπεδώσουμε μια κουλτούρα συνεργασίας των πολιτικών δυνάμεων για τα εθνικά θέματα. Η Νέα Δημοκρατία το απέδειξε εμπράκτως, για μια ακόμη φορά, όλη την περίοδο των συνομιλιών για το Κυπριακό. Ωστόσο, απαραίτητη προϋπόθεση για να το πετύχουμε είναι να αφήσουν όλοι κατά μέρος ανεύθυνες τοποθετήσεις και μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις, χάριν εσωτερικών επικοινωνιακών σκοπιμοτήτων. Και ο νοών νοείτω…
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι αναπληρωτής τομεάρχης Εσωτερικών της Νέας Δημοκρατίας και βουλευτής Λάρισας