Την επόμενη εβδομάδα στη Βουλή θα συζητηθεί το νομοσχέδιο-σκούπα για ζητήματα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης που ρυθμίζει μεταξύ άλλων την εξόφληση των οφειλών ιδιωτών προς τους δήμους. Αυτό επιτρέπει μια χαραμάδα αισιοδοξίας για είσπραξη κάποιων από τα δεκάδες εκατομμύρια ευρώ των οφειλομένων στα ταμεία. Το ίδιο σχέδιο νόμου προβλέπει όμως σειρά παροχών σε εργαζομένους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (μέσω επιδομάτων, υπερωριών, εξόδων κίνησης κ.λπ.), αλλά και επαναφορά της αντιμισθίας στους αντιδημάρχους, αποζημιώσεις για συνεδριάσεις στα δημοτικά συμβούλια, δαπάνες για τη μετακίνηση στελεχών της διοίκησης, επιδόματα για τους μουσικούς κ.ά. Το σχέδιο νόμου προβλέπει επίσης ένα παράθυρο για προσλήψεις στους ΟΤΑ προσώπων που ήταν σε πίνακες διοριστέων προ της μεταρρύθμισης του Καλλικράτη, χωρίς ακόμη να έχει δώσει σαφή αριθμό. Με δεδομένο όμως ότι η χώρα έχει σαφείς περιορισμούς λόγω των αυστηρών ορίων που έχουν θέσει οι θεσμοί για τριπλάσιες αποχωρήσεις σε σχέση με προσλήψεις, το κυβερνητικό αφήγημα θα συνοψιστεί κάπως έτσι: «Εγώ σας θέλω, οι δανειστές δεν με αφήνουν, η αντιπολίτευση σας κατηγορεί για ρουσφέτια». Μία ακόμη ωραία ιστορία ομηρείας. Το ενδιαφέρον μέσα στην εβδομάδα θα είναι το πώς θα τοποθετηθούν οι εκπρόσωποι των ΟΤΑ επάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα, μιας και συνήθως όλη αυτή η συζήτηση τελειώνει όταν ξεκινάει το ερώτημα «πού θα βρεθούν τα λεφτά».
Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση προσπαθεί με κάθε τρόπο να κλείσει το μάτι σε συγκεκριμένες κατηγορίες υπαλλήλων και να υπενθυμίσει ότι το παλιό καλό κράτος είναι εδώ για να βοηθήσει, η μεγάλη πλειοψηφία των φορολογουμένων θα πρέπει να πληρώσει την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος μέχρι τα τέλη του μήνα. Ανθρωποι που έχουν δουλέψει σκληρά στη διάρκεια της χρονιάς βλέπουν μεγάλο κομμάτι από την υπεραξία της εργασίας τους να καταλήγει στο κράτος κι αυτό, μετά, να συντηρεί νοοτροπίες μιας εποχής που μας οδήγησε στη χρεοκοπία. Διανύουμε τον έβδομο χρόνο της μνημονιακής εποχής, κι όμως ακόμη και σήμερα οι κυβερνητικοί προσπαθούν με μικροδιευθετήσεις, μικρορουσφέτια και υποσχέσεις να πείσουν ακόμη και τον πιο καλοπροαίρετο ότι είναι συνεχιστές μιας κρατικοδίαιτης αντίληψης που μας οδήγησε ως χώρα στα σημερινά χάλια.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη: αυτοί που ασχολούνται με το ελληνικό ζήτημα στην Εσπερία επαναλαμβάνουν, σχεδόν μονότονα τα τελευταία χρόνια, ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν έδειξε τη διάθεση να υιοθετήσει την «ιδιοκτησία» ενός προγράμματος. Και κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης, εξορθολογισμού των εξόδων, προσαρμογής του κράτους σε πιο νέα, σύγχρονα και καμιά φορά αντιδημοφιλή δεδομένα παρουσιαζόταν ως επιβολή των θεσμών, νεοφιλελεύθερη επιταγή των αγορών, ανάλγητων δανειστών κ.ο.κ. Κανένας δανειστής όμως δεν φταίει αν οι κυβερνώντες έχουν αποφασίσει ότι δεν ενδιαφέρονται για ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό, λειτουργικό, με ψηφιακές υπηρεσίες Δημόσιο, αλλά αντίθετα έχουν επιλέξει τη διαίωνιση μιας αναχρονιστικής αντίληψης του κράτους – πατερούλη που σκεπάζει τους πάντες κάτω από τις πλάτες του. Κατά τα άλλα, είναι ωραίο να μιλάμε για την κατανομή του πλούτου, αρκεί να έχουμε σκεφτεί και πώς θα τον δημιουργήσουμε.