Ηταν ένας προαναγγελθείς θάνατος. Ενας θάνατος που θα μπορούσε να αποφευχθεί αν η κινεζική κυβέρνηση είχε δεχθεί τις εκκλήσεις διεθνών οργανισμών και κυβερνήσεων και δεν επέμενε να δείξει ότι ελέγχει πλήρως τους υπηκόους της, στη ζωή και στον θάνατο. Ακόμη κι αν είναι κάποιος που έχει τιμηθεί με το Νομπέλ Ειρήνης.
Ο Λιου Σιαομπό, ο πιο διακεκριμένος διαφωνών της Κίνας, πέθανε χθες σε ηλικία 61 ετών από καρκίνο του ήπατος ύστερα από οκτώ χρόνια στη φυλακή. Είχε καταδικαστεί το 2009 σε κάθειρξη 11 ετών με την κατηγορία της «παρακίνησης σε υπονόμευση της κρατικής εξουσίας», επειδή είχε συμβάλει στη σύνταξη μιας διακήρυξης με τον τίτλο «Χάρτα 08» που ζητούσε πολιτικές μεταρρυθμίσεις και πολυκομματική δημοκρατία. Η διακήρυξη, στα πρότυπα της «Χάρτας 77» την οποία είχαν υπογράψει τσέχοι διανοούμενοι για να διαμαρτυρηθούν κατά του κομμουνιστικού ζυγού, υπογράφηκε από εκατοντάδες διανοουμένους στην Κίνα.
«Προκειμένου να ασκήσει κάποιος το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης που προβλέπει το Σύνταγμα, πρέπει να εκπληρώνει την κοινωνική ευθύνη ενός κινέζου πολίτη» τόνιζε σε ένα κείμενό του που διάβασε στη δίκη του. «Δεν υπάρχει τίποτα παράνομο σε όσα έχω κάνει».
Πράγματι, ο Λιου δεν έκανε τίποτα παράνομο. Πρώτα σπούδασε στη Νέα Υόρκη. Υστερα έπεισε μια μεγάλη ομάδα διαδηλωτών να εγκαταλείψει την Πλατεία Τιενανμέν λίγο πριν εισβάλουν τα τανκς και αρχίσουν να βάλλουν κατά του πλήθους, στις 4 Ιουνίου 1989. Παρ’ όλα αυτά, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 19 μηνών ως ένας από τους υπευθύνους των ταραχών. Τα χρόνια που προηγήθηκαν των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου το 2008, η καταστολή μειώθηκε κι εκείνος, ως πρόεδρος του ανεξάρτητου PEN Center, μπορούσε να γράφει άρθρα στα οποία υποστήριζε ότι το μονοκομματικό σύστημα εμπόδιζε τόσο τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις όσο και την ηθική ανάπτυξη του κινεζικού λαού. Μερικά από τα άρθρα εκείνα χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια ως επιβαρυντικά στοιχεία για την πολυετή καταδίκη του.
Οταν του απονεμήθηκε το Νομπέλ Ειρήνης, το 2010, η κινεζική κυβέρνηση είχε αντιδράσει οργισμένα λέγοντας ότι ένα τέτοιο βραβείο δεν έπρεπε να απονεμηθεί σε έναν «εγκληματία» και «υπονομευτή». Από την ώρα εκείνη τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό και η σύζυγος του Λιου, η ποιήτρια και καλλιτέχνις Λιου Σια. Αποκλείστηκε πλήρως από κάθε επαφή με τους φίλους της και της επιτρεπόταν μόνο να επισκέπτεται μία φορά τον μήνα τον άνδρα της στη φυλακή, στη Βορειοανατολική Κίνα.
«Βρίσκουμε εξαιρετικά ενοχλητικό ότι ο Λιου Σιαομπό δεν μεταφέρθηκε όσο ήταν καιρός σε κάποιο νοσοκομείο, όπου θα μπορούσε να τύχει της κατάλληλης ιατρικής περίθαλψης» δήλωσε η επικεφαλής της Νορβηγικής Επιτροπής Νομπέλ Μπέριτ Ρέις-Αντερσεν. «Η κινεζική κυβέρνηση φέρει βαρύτατη ευθύνη για τον πρόωρο θάνατό του». Τη βαθιά λύπη τους για τον θάνατο του κινέζου διαφωνούντος εξέφρασαν ακόμη η Γαλλία και η Γερμανία, ζητώντας από τις κινεζικές Αρχές να επιτρέψουν την ελεύθερη μετακίνηση της χήρας του.
Πολλές δυτικές ανθρωπιστικές οργανώσεις και κυβερνήσεις είχαν ζητήσει από την κινεζική κυβέρνηση να επιτρέψει τη νοσηλεία του Λιου στο εξωτερικό, το Πεκίνο όμως πάντα απαντούσε ότι τον διαφωνούντα τον παρακολουθούσαν οι καλύτεροι ειδικοί. «Η Κίνα έδειξε πόσο βάρβαρη μπορεί να γίνει» τόνισε ο γνωστός καλλιτέχνης Αϊ Ουέιουεϊ, που ζει στη Γερμανία. «Αφήνοντας έναν νομπελίστα Ειρήνης να πεθάνει στη φυλακή» δήλωσε ο οικογενειακός φίλος του Λιου και επίσης διαφωνών Χου Τζία, «οι Αρχές έχασαν μια ευκαιρία να δείξουν ανθρωπιά και, αντίθετα, απέδειξαν τον αδίστακτο χαρακτήρα τους».

Το αντίδοτο στο δηλητήριο

«Το μίσος μπορεί να διαβρώσει την ευφυΐα και τη συνείδηση ενός ανθρώπου» έγραψε ο Λιου στο κείμενο που διάβασε το 2009 στη δίκη του. «Η νοοτροπία του εχθρού μπορεί να δηλητηριάσει το πνεύμα ενός έθνους, να υποκινήσει φονικές μάχες, να καταστρέψει την ανεκτικότητα μιας κοινωνίας και να εμποδίσει την πρόοδό της προς την ελευθερία και τη δημοκρατία. Γι’ αυτό ελπίζω να απαντήσω στην εχθρότητα του καθεστώτος με καλή θέληση, να διαλύσω το μίσος με την αγάπη».