Το τραγούδι εναλλάσσει το παράπονο με τον έντονο ρυθμό και τα λόγια του γεφυρώνουν το θυμικό με μια «νέα Ιστορία»: «Τι θρύλοι γράφονται, έι ψυχή μου, ρινανάι / Από την αγάπη της πατρίδας, έι ψυχή μου έι / Το τραγούδι του ηρωισμού μας, έι ψυχή μου, ρινανάι / Την ιστορία εμείς τη γράφουμε, έι ψυχή μου έι».

Είναι o νέος ύμνος του κυβερνώντος κόμματος της Τουρκίας –ένα περίπου εμβατήριο στο οποίο αλλάχθηκαν οι στίχοι μετά την περσινή απόπειρα πραξικοπήματος. Στηριγμένοι πάνω σ’ ένα παραδοσιακό τραγούδι (εξού και το «ρινανάι»), επικαιροποιήθηκαν μετά την 15η Ιουλίου. Παίζει παντού, δυνατά. Οταν εμφανίζεται ο πρόεδρος Ερντογάν, ο πρωθυπουργός Γιλντιρίμ, κάθε υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ).

Παιζει δυνατά μέσα στο αυτοκίνητο καθώς διασχίζουμε τους κεντρικούς δρόμους της Αγκυρας –εκεί που μέχρι πριν από 10 χρόνια έβλεπες σχεδόν σε κάθε μεγάλο κτίριο το πρόσωπο του Μουσταφά Κεμάλ. Σήμερα, η προσωπογραφία του κρέμεται σε κτίρια των ενόπλων δυνάμεων, όπως η διοίκηση της αεροπορίας ή του ναυτικού, όμως εξίσου πολλά –αν όχι περισσότερα –είναι τα πορτρέτα του Ταγίπ Ερντογάν. Μια αλλαγή συμβολική αλλά και πολύ ουσιαστική.

Το λένε όλοι οι αξιωματούχοι με τους οποίους συναντηθήκαμε. «Μετά το 1923 (όταν ο Κεμάλ ίδρυσε το σύγχρονο τουρκικό κράτος) η περσινή απόπειρα πραξικοπήματος ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της Τουρκίας» τονίζει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνηςης Νουρμάν Κουρτουλμούς.

Ο Κεμάλ σηματοδότησε την αρχή του 20ού αιώνα. Ο Ερντογάν είναι αποφασισμένος να σηματοδοτήσει τον 21ο.

Οι αναλυτές το λένε ξανά και ξανά. Απο τα πέντε πραξικοπήματα στη σύγχρονη Τουρκία, το περσινό ήταν το πρώτο που απετράπη και μάλιστα με τη συμμετοχή του κόσμου που κατέβηκε στους δρόμους. Την περασμένη εβδομάδα τα τουρκικά κανάλια είχαν πολύωρα αφιερώματα στα περσινά γεγονότα: βίντεο από τα όσα έγιναν στους δρόμους, αναπαραστάσεις και αφηγήσεις. Κυρίως συγγενών θυμάτων. Ο πόνος της απώλειας δεν χρειάζεται μετάφραση. Τα δάκρυα της μητέρας του 16χρονου που έχασε τη ζωή του από τους στασιαστές στη γέφυρα του Βοσπόρου τα λένε όλα.

Ομως τα δάκρυα μιας άλλης γυναίκας, που έχασε τον άνδρα της, μπορεί κάποιος να τα δει μόνο στα ξένα κανάλια. Η Εμινέ Οζμπέν έμαθε ότι τον σύζυγό της, καθηγητή σε σχολείο του Φετουλάχ Γκιουλέν –του ιμάμη που η κυβέρνηση κατηγορεί ότι βρισκόταν πίσω από το πραξικόπημα –τον σταμάτησαν μια μέρα άγνωστοι, τον έβαλαν σε αυτοκίνητο και έκτοτε αγνοεί το πού βρίσκεται. «Τουλάχιστον να μάθω ότι ζει και ας περάσει από δίκη» λέει.

Δύο Τουρκίες. Ξανά και ξανά.

Βγήκαν στους δρόμους. Η μία με τις μαντιλοφορεμένες γυναίκες και τους άνδρες που κατέβηκαν αυτές τις μέρες στους δρόμους κρατώντας τουρκικές σημαίες. Που συνέρρευσαν στα εγκαίνια του καινούργιου μνημείου απέναντι από το φαραωνικό προεδρικό μέγαρο που δεσπόζει στην Αγκυρα –30 μέτρα ύψος, με την ημισέλινο και το αστέρι στην κορυφή (ύψους 10 μέτρων) να τα κρατούν 7 άνδρες (οι 7 περιοχές της Τουρκίας) και μέσα οι φωτογραφίες των 249 «μαρτύρων» που έχασαν τη ζωή τους στην απόπειρα πραξικοπήματος. Γραμμένο πάνω του το αγαπημένο σύνθημα του προέδρου Ερντογάν: «Ενας λαός, μια σημαία, μια πατρίδα, ένα κράτος». Γι’ αυτό σηκώνει τα τέσσερα δάχτυλα του χεριού του στις μεγάλες ομιλίες –θυμίζει όμως σε πολλούς το σήμα τής, εκτός νόμου στην Αίγυπτο, Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Φοβούνται για το μέλλον. Η άλλη Τουρκία δεν κατεβαίνει στους δρόμους. Είναι το 49% που δεν στήριξε τις υπέρμετρες εξουσίες για τον πρόεδρο στο δημοψήφισμα του Απριλίου. Είναι οι νέοι, αλλά και οι λιγότερο νέοι, που συχνάζουν στο Σαιχ-Μπεγιάζ, ένα τζαζ μπαρ σε μια ήσυχη συνοικία της τουρκικής πρωτεύουσας. Κοσμοπολίτες, μορφωμένοι, χαλαροί, βλέπουν τους διαδηλωτές που οδεύουν στο Κοινοβούλιο για την ομιλία του Ερντογάν να περνούν και αναρωτιούνται τι να κρύβει το μέλλον για τη χώρα τους. Δεν είναι ανάγκη να υποστηρίζουν τον Γκιουλέν, είναι και δεν το κρύβουν οπαδοί της κεμαλικής παράδοσης –θελουν μια Τουρκία κοσμική, ανοιχτή στον κόσμο.

Δύο Τουρκίες. Ξανά και ξανά.

Η Εμινέ περιγράφει πως ο Ερντογάν έδωσε την ευκαιρία στους πολίτες να καταφεύγουν για τα επείγοντα ακόμα και στα ιδιωτικά νοσοκομεία. Μιλά για τις εργατικές πολυκατοικίες που βλέπει κάποιος άμα φθάσει στην Αγκυρα το βράδυ, φωτισμένες απόκοσμα με μοβ και πράσινους προβολείς. Οι υπεύθυνοι του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας είχαν μαζέψει τα χρήματα, αλλά τα έφαγαν. Ο Ταγίπ-πασά έδωσε εντολή να βρεθούν από αλλού τα κονδύλια και οι δικαιούχοι απέκτησαν τα πολυπόθητα σπίτια. Οταν τα ακούει αυτά ο Τιμούρ, κάμεραμαν σε ξένο τηλεοπτικό δίκτυο, θυμώνει. Γεννημένος στο Κουσάντασι, μιλά για την άγνοια ενός μεγάλου κομματιού των συμπατριωτών του και την έλλειψη μόρφωσης. Και λέει ότι οι φίλοι του έχουν φύγει για χώρες της Ευρώπης, όχι για οικονομικούς λόγους, αλλά επειδή δεν αντέχουν το κλίμα ανελευθερίας. Ελπίζει και εκείνος να πάει σύντομα στη Γαλλία με τη σύζυγό του.

«Δύο Τουρκίες;» τον ρωτάω. Σκέφτεται. Απαντά με κατεβασμένο το κεφάλι: «Δύο Τουρκίες».