«Πόσο ακόμη θα διαρκέσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ; Κάποιες πρώτες ενδείξεις αναμένονται από τη σημερινή συνεδρίαση του εκτελεστικού συμβουλίου της» γράφει η Deutsche Welle.«Τις περασμένες εβδομάδες φάνηκε και πάλι πόσο νευρικά αντέδρασαν τα χρηματιστήρια ακόμη κι όταν ο Μάριο Ντράγκι, επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σε αντίθεση με το παρελθόν, εμφανίστηκε αισιόδοξος για τις προοπτικές ανάπτυξης στην ευρωζώνη. Και είχε δίκαιο όπως φαίνεται από μια γρήγορη ματιά στα δεδομένα» σημειώνεται.
Συγκεκριμένα, πριν από λίγες ημέρες ανακοινώθηκε η αύξηση παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων στην ευρωζώνη, ακόμη και επενδυτικών αγαθών, που σημαίνει ότι η συγκυρία είναι καλή. Ωστόσο, αυτή η εξέλιξη ερμηνεύτηκε ως ένδειξη ότι η αγορά ομολόγων βρίσκεται λίγο πριν το τέλος της. Σύμφωνα με το σχέδιο, αυτό θα διαρκέσει μέχρι τέλος του χρόνου για ένα ποσό των 60 δις ευρώ.
Μετά ενδέχεται να μειωθεί σταδιακά. Αλλά εάν η τράπεζα σταματήσει σταδιακά την αγορά ομολόγων, ενδέχεται να μειωθεί η ζήτηση για χρεόγραφα με αποτέλεσμα και οι αποδόσεις να αυξηθούν. Η τάση φαίνεται να καταγράφεται πιο έντονα στα κρατικά χρεόγραφα, η απόδοση των δεκαετών ομολόγων ανέβηκε στο 0,6%, ενώ πριν από έναν χρόνο ήταν μείον 0,2%.
«Ο Ντράγκι θα πρέπει να ακροβατήσει ανάμεσα στο να περιορίσει την υπερβολική αύξηση των αποδόσεων και παράλληλα να προετοιμάσει την προσαρμογή του προγράμματος αγοράς ομολόγων» υποστηρίζει ο Χάρτμουτ Πράις από την τράπεζα DZ (σ.σ. Κεντρική Γερμανική Συνεταιριστική Τράπεζα).
Ο αναλυτής υποστηρίζει ότι για τεχνικούς λόγους η ΕΚΤ θα πρέπει να αποσυρθεί και να μην εμφανίζεται πλέον ως ο κυρίαρχος δανειστής των κρατών, όπως έχει αποφανθεί και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Γι’ αυτό και δεν αγοράζει πλέον περισσότερο από το 1/3 των ομολόγων ορισμένων χωρών. Εάν παραμείνει σε αυτό τον όγκο, το όριο για τα γερμανικά ομολογά υπολογίζεται να επιτευχθεί το καλοκαίρι του 2018. Έτσι η ΕΚΤ κινείται με ρυθμό χελώνας προς την έξοδο από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, υποθέτει ο Μίχαελ Σνύμπερ, οικονομολόγος της Commerzbank.
Σε περίπτωση λοιπόν που σήμερα ο Ντράγκι αποφύγει να κάνει λόγο για αύξηση της ποσοτικής χαλάρωσης, θα ήταν άλλη μια ένδειξη ότι επίκειται αλλαγή νομισματικής πολιτικής. Οι χειρισμοί θα πρέπει να γίνονται με μεγάλη προσοχή για να μην αντιδράσουν νευρικά οι αγορές και θιγούν τα μέχρι τώρα κεκτημένα στον τομέα του πληθωρισμού. Αυτό είναι και το πρόβλημα, ο πληθωρισμός δεν έφτασε κοντά στο 2%. Πρόκειται για όριο που έθεσε η ΕΚΤ για να υπάρχει τιμαριθμική σταθερότητα. Στο τρέχον έτος η τράπεζα υπολογίζει ότι το ποσοστό ανατιμήσεων στην ευρωζώνη θα φτάσει μόνο το 1,5%, το 2019 το 1,3% και το 2019 μπορεί να φτάσει το 1,6%. Άρα, η ΕΚΤ πρέπει να επιδοθεί σε ασκήσεις ακροβασίας το επόμενο διάστημα.
Το πόσο προσεκτικά κινήθηκε η Fed φάνηκε τις περασμένες ημέρες όταν η επικεφαλής της Τζάνετ Γιέλεν εξήγγειλε ότι θέλει να κινηθεί με πιο αργό ρυθμό στην χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής από ότι είχε αρχικά προγραμματιστεί. Τελικά η Fed κατάφερε να σταματήσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, η ΕΚΤ το έχει μπροστά της και μόνο τότε θα κάνει και το δεύτερο βήμα, να αυξήσει τα επιτόκια. Οι γερμανοί αποταμιευτές το περιμένουν πως και πως, αν και προς το παρόν δεν αναμένεται κάτι τέτοιο στην ευρωζώνη. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι στοιχηματίζουν την εξέλιξη του χρόνου, εφόσον βέβαια το επιτρέψουν οι οικονομικές εξελίξεις».