Εξαρση σημειώνουν οι καταγγελίες δανειοληπτών για τις πρακτικές των εισπρακτικών εταιρειών, οι οποίες με παράνομες μεθόδους τούς παρενοχλούν τόσο στον χώρο εργασίας όσο και στο σπίτι. Σε μια περίοδο που τα κόκκινα δάνεια αυξάνονται εξαιτίας της κρίσης και της αδυναμίας ακόμη και συνεπών δανειοληπτών να τα εξυπηρετήσουν, οι τελευταίοι γίνονται όμηροι πρωτοφανών πιέσεων και πρακτικών από εισπρακτικές εταιρείες που συχνά υπερβαίνουν τα νόμιμα όρια που προβλέπει ο νόμος.
Αποκαλυπτικό είναι ότι από 463 καταγγελίες δανειοληπτών στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή το 2014, αυτές αυξήθηκαν σε 615 το 2016, ενώ συνολικά έως και σήμερα έχουν φθάσει στο ύψος – ρεκόρ των 2.106 καταγγελιών. Πάντως εκτιμάται ότι το φαινόμενο θα προσλάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις το επόμενο διάστημα αν η πολιτεία δεν βάλει φραγμούς. Ενδεικτικό είναι ότι έως τώρα πρόστιμα έχουν επιβληθεί μόνο σε 31 περιπτώσεις. Οι μαρτυρίες των «θυμάτων» των εισπρακτικών εταιρειών αποτυπώνουν το πρόβλημα.
«ΜΑΣ ΑΠΕΙΛΟΥΣΕ». «Τριάντα πέντε φορές με πήραν τηλέφωνο μέσα σε μόνο μία μέρα. Από την ίδια εισπρακτική. Δεν θυμάμαι αν ήταν ο ίδιος υπάλληλος, ούτε πόσες φορές απάντησα. Το μόνο που θυμάμαι είναι τον φόβο ότι κάτι πολύ άσχημο θα μου συμβεί. Και τη φωνή του υπαλλήλου της εταιρείας να με απειλεί ότι εγώ και η οικογένειά μου θα βρεθούμε στον δρόμο αν δεν πληρώσουμε τις οφειλές μας». Ο Δημήτρης Χ. (τα στοιχεία του είναι στη διάθεση της εφημερίδας) νιώθει ακόμα να κόβεται η ανάσα του όταν αντικρίζει στην οθόνη του κινητού του τα τηλέφωνα της εισπρακτικής εταιρείας. Τρέμει ότι θα χάσει την οικογενειακή κατοικία που αγόρασε το μακρινό 2004 με δάνειο, το οποίο εδώ και δύο χρόνια αδυνατεί να πληρώσει.
Εκατοντάδες καταγγελίες όπως αυτή έχουν γίνει σήμερα στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή καθώς, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, οι εισπρακτικές εταιρείες επιτρέπεται να επικοινωνούν με τους οφειλέτες μόνο τις εργάσιμες ημέρες από τις 09:00 έως τις 20:00. Η επιτρεπτή συχνότητα των κλήσεων είναι μία φορά ανά δεύτερη μέρα. Απαγορεύεται, δε, ρητά να προβαίνουν σε τηλεφωνικές απειλές και να προσβάλλουν αυτούς με τους οποίους επικοινωνούν. Μόνη επιτρεπτή τους δραστηριότητα είναι η ενημέρωση σχετικά με τις οφειλές και τις δυνατότητες ρύθμισής τους.
«ΕΚΛΑΙΓΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ». «Ημουν μόνη στο σπίτι με τα τρία μου παιδιά» αφηγείται η Γεωργία, μια ακόμα παθούσα. «Το ένα, μωρό ακόμα, το είχα στην αγκαλιά μου. Το τηλέφωνο χτυπούσε αδιάκοπα. Σταθερό και κινητό. Εκλαιγα, μόνο έκλαιγα και μαζί με μένα έκλαιγαν και τα παιδιά μου. Στην αρχή απαντούσα στα τηλεφωνήματα των εισπρακτικών εταιρειών και προσπαθούσα να τους εξηγήσω πόσο δύσκολη ήταν η οικονομική μου κατάσταση. Τους ενημέρωσα ότι έχω τρία μικρά παιδιά, ότι παλεύω με τον άντρα μου να τα βγάλουμε πέρα με έναν μισθό. Ούτε μία δόση δεν είχαμε αφήσει απλήρωτη, μέχρι που έμεινε ο άντρας μου χωρίς δουλειά. Οι υπάλληλοι των εταιρειών μού απαντούσαν ότι θα τα χάσουμε όλα και θα μείνουμε χωρίς σπίτι. Μου έλεγαν ότι έχω ευθύνη απέναντι στα παιδιά μου να βρω λεφτά για το δάνειο για να μην ξεσπιτωθούν. Κάποια στιγμή σταμάτησα να απαντάω στα τηλεφωνήματά τους. Νόμιζα ότι θα κουραστούν και θα σταματήσουν να καλούν. Αλίμονο. Οχι μόνο συνέχισαν, αλλά ξεκίνησαν να τηλεφωνούν στους γονείς μου και να τους φοβίζουν ότι η κόρη τους θα χάσει το σπίτι της αν δεν πληρώσει τις δόσεις της. Κάλεσαν μέχρι και στη δουλειά μου και έμαθαν οι συνάδελφοί μου ότι χρωστάω. Είναι ένας εφιάλτης».
Πρακτικές σαν και αυτή είναι συνήθεις για τις εισπρακτικές εταιρείες στην προσπάθειά τους να πιέσουν τους οφειλέτες. Ωστόσο ο νόμος είναι σαφής. Απαγορεύεται στις εισπρακτικές να ενημερώνουν τους συγγενείς των οφειλετών για τις οφειλές που αυτοί έχουν. Ομοίως και να καλούν στον χώρο εργασίας τους αν οι ίδιοι οι οφειλέτες δεν έχουν δώσει στην τράπεζα το τηλέφωνο εργασίας ως τον μοναδικό αριθμό επικοινωνίας.
Ο Νικήτας το 2006 υπέγραψε ως εγγυητής στο δάνειο του γιου του. «Το παιδί μου ήθελε να αγοράσει ένα σπίτι, μόλις είχε παντρευτεί. Είχε καλή δουλειά τότε ο γιος μου. “Πατέρα, τυπική θα είναι η υπογραφή σου” μου είπε. “Τη ζητά η τράπεζα για να εγκρίνει το δάνειο, αλλά δεν θα πληρώσεις εσύ ούτε ένα ευρώ”. Το παιδί μου είναι άνεργο από το 2015. Εμένα η σύνταξή μου είναι 800 ευρώ. Με αυτά τα λεφτά ζούμε πέντε άνθρωποι. Τον τελευταίο χρόνο με παίρνουν τηλέφωνα εταιρείες και δικηγορικά γραφεία. Χρωστάω, μου λένε, το δάνειο του παιδιού μου. Είμαι φτωχός, τους λέω. Και τα φάρμακά μου χρωστάω και το ρεύμα. “Να βρείτε λεφτά” μου απαντούν αυτοί. Κι εμένα σφίγγεται η καρδιά μου κάθε φορά που χτυπά το τηλέφωνο. Παιδί μου, το κουδούνισμά του με πνίγει και στον ύπνο μου». Ο Νικήτας είναι από τους λίγους τυχερούς που κατάφεραν προ ολίγων μηνών να ενταχθούν στον νόμο Κατσέλη και με αυτόν τον τρόπο να γλιτώσει από τις συνεχείς οχλήσεις των εισπρακτικών εταιρειών, ρυθμίζοντας ταυτόχρονα την οφειλή του και προστατεύοντας την πρώτη κατοικία του.
ΧΩΡΙΣ ΑΝΑΣΤΟΛΕΣ. Μαρτυρίες σαν και αυτή επιβεβαιώνονται από τις αφηγήσεις πρώην εργαζομένων εισπρακτικών εταιρειών. Διηγούνται την ψυχοφθόρο κατάσταση που επικρατούσε και τις άσχημες συνθήκες εργασίας, τη συνεχή πίεση από την εταιρεία να πιάσουν τους στόχους. Την παρότρυνση να πιέζουν τους οφειλέτες χωρίς να νιώθουν αναστολές. Ολα αυτά σε συνθήκες κακοπληρωμένης εργασίας που για πολλούς ήταν λύση ανάγκης. Η πολιτική αυτή των εισπρακτικών εταιρειών μπορεί να εξηγηθεί αν αναλογιστεί κανείς πως κάθε φορά που κάποιος οφειλέτης πείθεται (μάλλον εξαναγκάζεται) να πληρώσει κάποιο χρηματικό ποσό, η τράπεζα καταβάλλει στην εταιρεία το συμφωνημένο ποσοστό.
Τι ισχύει
Ποια είναι τα δικαιώματα του οφειλέτη στην περίπτωση που πέσει θύμα παράνομης συμπεριφοράς από υπάλληλο εισπρακτικής εταιρείας;
Κατ’ αρχάς έχει το δικαίωμα να καταγγείλει την παράνομη συμπεριφορά, στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή (ΓΓΚ). Στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή λειτουργεί η τηλεφωνική γραμμή 1520, στην οποία μπορεί να καταγγελθεί κάθε παράνομη και αθέμιτη εισπρακτική ή και τραπεζική όχληση. Η προσφυγή στη ΓΓΚ είναι ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο προστασίας, καθώς σε περίπτωση παράβασης η εισπρακτική εταιρεία ή και το πιστωτικό ίδρυμα κινδυνεύουν με πρόστιμα, αναστολή λειτουργίας, μέχρι και οριστική διαγραφή από το σχετικό μητρώο της ΓΓΚ. Τέλος, σε κάθε περίπτωση που από την παραβατική συμπεριφορά της εισπρακτικής εταιρείας ή της τράπεζας έχει προκληθεί περιουσιακή ζημιά ή, συχνότερα, ηθική βλάβη στον οφειλέτη, είναι δυνατή η διεκδίκηση αποζημίωσης μέσω της δικαστικής οδού, τόσο από την εισπρακτική όσο και από τον δανειστή.