Το νοσοκομείο Σωτηρία –το μοναδικό οργανωμένο πνευμονολογικό νοσοκομείο της χώρας –χρειάζεται εννέα νέους αναπνευστήρες για τη λειτουργία των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και Αυξημένης Φροντίδας (ΜΑΦ). Μάλιστα, η ανάγκη αυτή δεν έχει προκύψει τώρα –το συγκεκριμένο αίτημα εκκρεμεί από το 2014!
Εκείνη τη χρονιά είχε αποσταλεί το πρώτο σχετικό έγγραφο με το οποίο το νοσοκομείο ζητούσε από την 1η Υγειονομική Περιφέρεια Αττικής επιχορήγηση ύψους 200.000 ευρώ για την εν λόγω αγορά.
Τον Σεπτέμβριο του 2015 –και δεδομένου ότι δεν είχε σημειωθεί καμία εξέλιξη –το αίτημα επανήλθε, αποδεικνύοντας πως πρόκειται για πάγια έλλειψη που ζητεί επιτακτικά λύση.
Περίπου δύο χρόνια μετά η κατάσταση παραμένει η ίδια: «Δεδομένης της “στενότητας” του προϋπολογισμού 2017, δεν υπάρχει δυνατότητα προκήρυξης του εν λόγω διαγωνισμού για την προμήθεια των αναπνευστήρων με κάλυψη από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του νοσοκομείου, καθώς επίσης δεν υπάρχει δυνατότητα προμήθειάς τους μέσω ανακατανομής πιστώσεων», αναφέρεται σε σχετικό έγγραφο του ΔΣ του νοσοκομείου.
Μάλιστα, στο ίδιο έγγραφο η διοίκηση παραδέχεται ότι οι πιστώσεις είναι ανεπαρκείς, «καθώς δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές λειτουργικές ανάγκες σε ετήσια βάση».
Μοιραία, στις αρχές Ιουλίου το αίτημα για την αγορά μόλις εννέα αναπνευστήρων παραμένει επίκαιρο, με την 1η Υγειονομική Περιφέρεια Αττικής να βρίσκεται ενώπιον των ευθυνών της, καθώς το ιατρικό προσωπικό επιμένει ότι ο εξοπλισμός είναι αναγκαίος και «πολύτιμος για τη νοσηλεία και τη ζωή των ασθενών».
Δυστυχώς, το παράδειγμα του Σωτηρία δεν είναι το μοναδικό. Οι ολοένα αυξανόμενες ανάγκες –σε οικονομικούς, ανθρώπινους και υλικούς πόρους –στα δημόσια νοσοκομεία αποδεικνύουν ότι το ΕΣΥ χρήζει…σωτήριας.
Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως σε ό,τι αφορά τα μηχανήματα υποστήριξης ζωής (αναπνευστήρες) συνολικά στα νοσοκομεία του ΕΣΥ (Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας και Μονάδες Ανάνηψης) υπάρχουν σήμερα 1.300 τέτοια μηχανήματα με το ετήσιο κόστος συντήρησής τους να ξεπερνά τα 2 εκατομμύρια ευρώ. Σημειωτέον δε ότι τουλάχιστον το 50% των μηχανημάτων έχει ξεπεράσει μία δεκαετία εντατικής λειτουργίας, με αποτέλεσμα να κρίνεται αναγκαία η σταδιακή ανανέωσή τους.
Αντίστοιχα, η οικονομική ασφυξία που πλήττει και το ογκολογικό νοσοκομείο Αγιοι Ανάργυροι ήταν η αιτία που στα τέλη Ιουνίου ανακλήθηκαν αποφάσεις για τη διενέργεια διαγωνισμών με στόχο την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών.

Μεταξύ άλλων, το νοσηλευτικό ίδρυμα είχε εγκρίνει πέρυσι τη διενέργεια διαγωνισμών για την προμήθεια υπηρεσιών επισκευής και συντήρησης ιατρικού και χειρουργικού εξοπλισμού, για τον εφοδιασμό των Εργαστηρίων με αντιδραστήρια βιοχημικών αναλυτών, αιματολογικών τεστ και αντιδραστηρίων για την εξακρίβωση ομάδας αίματος αλλά και σχετικό διαγωνισμό για την παροχή βιοϊατρικού εξοπλισμού. Τελικά, «λόγω μη ύπαρξης πιστώσεων στους σχετικούς κωδικούς του προϋπολογισμού», το νοσοκομείο ενημέρωσε την 1η ΥΠΕ για την αδυναμία διενέργειας των σχετικών διαγωνισμών.

Στη Χίο
Πάντως, όπως αποκαλύπτουν οι μαρτυρίες γιατρών και ασθενών, η φτώχεια στο ΕΣΥ δεν αφορά μόνο τις προμήθειες, αλλά έχει πολλά πρόσωπα. Τα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείο της Χίου –το νησί όπου ζουν 50.000 μόνιμοι κάτοικοι, επισκέπτονται χιλιάδες τουρίστες και έχουν βρει προσωρινή στέγη 2.500 πρόσφυγες και μετανάστες –δέχονται 90.000 επισκέψεις ετησίως. Κάπως έτσι εξηγείται ότι το κοντέρ γράφει 7.000 εισαγωγές κατ’ έτος και 24.000 ημέρες νοσηλείας.
Κι όμως, στο μοναδικό δημόσιο νοσηλευτικό ίδρυμα του πέμπτου μεγαλύτερου νησιού της Ελλάδας λείπουν ειδικότητες πρώτης γραμμής. Ειδικότερα, δεν διαθέτει οδοντίατρο, δερματολόγο, νευρολόγο, ογκολόγο, διαβητολόγο, γαστρεντερολόγο. Αλγεινή εντύπωση δε, προκαλεί το γεγονός ότι στην Παθολογική Κλινική υπηρετούν μόνον ο συντονιστής διευθυντής και ένας επιμελητής γιατρός, ενώ στη Μονάδα Τεχνητού Νεφρού προσφέρει υπηρεσίες μία επικουρική νεφρολόγος.
Αντίστοιχα κενά καταγράφονται στο νοσηλευτικό, παραϊατρικό και διοικητικό προσωπικό, με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ) να καταγγέλλει παράλληλα και την κτιριακή αποσύνθεση του Σκυλίτσειου νοσοκομείου.
Η πρόσφατη κατάρρευση τμήματος της ψευδοροφής στην Παθολογική Κλινική –που σημειωτέον έπεσε πάνω σε άδεια (ευτυχώς) ράντζα –δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου. Σύμφωνα με την αυτοψία της Ομοσπονδίας στο ίδιο νοσοκομείο, οι εργαζόμενοι δηλητηριάζονται από τις αναθυμιάσεις πτητικών ουσιών, καθώς μέσω του εξαερισμού του Παθολογοανατομικού Εργαστηρίου περνούν και στους υπόλοιπους χώρους των εργαστηρίων.
«Από τις αναθυμιάσεις μια παρασκευάστρια αντιμετώπισε πρόβλημα υγείας και μετακινήθηκε» σημειώνει το ΔΣ της ΠΟΕΔΗΝ. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι στην Αιμοδοσία αποκαλύπτουν ότι το ψυγείο συντήρησης του αίματος είναι παλαιό και ακατάλληλο, καθ’ ότι «δεν παρέχει την κατάλληλη θερμοκρασία συντήρησης του αίματος» και ζητούν την άμεση αντικατάσταση του.
Στη Σπάρτη
Μετά τα προηγούμενα προβλήματα, η περίπτωση του νοσοκομείου Σπάρτης μοιάζει ασήμαντη. Εκεί, το σχετικό αίτημα ένταξης του νοσοκομείου στο επιχειρησιακό πρόγραμμα Ψηφιακή Σύγκλιση –που αφορά τη δημιουργία υποδομών για ασύρματο Internet υψηλής ταχύτητας στα δημόσια νοσοκομεία –δεν βρήκε την κατάλληλη ανταπόκριση.
Ετσι, οι γιατροί της Μονάδας Τεχνητού Νεφρού (ΜΤΝ) σε μια προσπάθεια να βελτιώσουν τη διαμονή των ασθενών κατά τη διάρκεια της αιμοκάθαρσης στο νοσοκομείο, έκαναν πρόσφατα έκκληση στο ΔΣ για προμήθεια γραμμής ADSL Internet.
Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι το σκεπτικό του ΔΣ ώστε να εγκρίνει τη δαπάνη που δεν ξεπερνά τα 43,54 ευρώ μηνιαίως. «Μετά από διαλογική συζήτηση μεταξύ των μελών και αφού έλαβε υπόψη…και την παρατήρηση ότι δεν συνιστά ορθή πρακτική η οποιαδήποτε διάκριση που από τη μία πλευρά εξασφαλίζει ελεύθερη πρόσβαση σε υπηρεσίες Ιντερνετ μέσω WiFi σε αιμοκαθαιρόμενους και συνοδούς της ΜΤΝ και από την άλλη να στερεί τη δυνατότητα χρήσης της τηλεόρασης απομακρύνοντάς την από τον κοινόχρηστο χώρο –καθιστικό της Μονάδας στους συνοδούς των αιμοκαθαιρόμενων».