Στις 7 Ιουλίου ο Γενικός Γραμματέας των Η.Ε. Αντόνιο Γκουτιέρες ανακοίνωσε μετά από μακρές και επίπονες συζητήσεις στην Crans Montana της Ελβετίας ότι «…η Συνδιάσκεψη για το Κυπριακό ολοκληρώθηκε χωρίς επίτευξη συμφωνίας».
Ήταν από τις σπάνιες περιπτώσεις που ο Γενικός Γραμματέας αποφασίζει να εμπλακεί προσωπικά ο ίδιος, πριν από το τελικό στάδιο των συζητήσεων και το ανάλογο επίπεδο εκπροσώπησης. Η προσήλωση και επιμονή του Γενικού Γραμματέα για την εξεύρεση λύσης αξίζουν οπωσδήποτε εκτίμηση και σεβασμό.
Στη διπλωματία, καθοριστικό ρόλο για την ερμηνεία των αποτελεσμάτων και εξελίξεων έχει η αλληλουχία των γεγονότων. Με αυτό το πρίσμα μπορούμε να εστιάσουμε στα κατωτέρω :
Ο Μουσταφά Ακιντζί
Όταν ο Μουσταφά Ακιντζί ανέλαβε τα ηνία της τουρκοκυπριακής κοινότητας, Απρίλιο 2015, ο διεθνής τύπος τον υποδέχθηκε ως «μετριοπαθή πολιτικό αριστερών αποχρώσεων, που εστιάζει στην ειρήνη και αναζωογονεί τις ελπίδες για εποικοδομητικές συνομιλίες».
Μερικοί πολιτικοί αναλυτές δεν δίστασαν να προσθέσουν ότι «είναι τελείως σαφές ότι αυτή η εκλογή είναι για τη λύση».
Τον Σεπτέμβριο 2016, ο Μουσταφά Ακιντζί δήλωνε, μεταξύ άλλων, ότι «το 2016 δεν είναι 1960. Είναι σαφές ότι μία λύση υπό τις τωρινές συνθήκες και συγκυρία θα δημιουργήσει νέες δομές και, ως εκ τούτου, το σύστημα της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων θα πρέπει να προσαρμοσθεί στη νέα πραγματικότητα».
Λίγες μέρες αργότερα πρόσθετε ότι «Μετά την λύση του Κυπριακού, κανείς δεν θα μπορεί να επεμβαίνει μονομερώς».
Τι συνέβη και αυτός ο μετριοπαθής πολιτικός, που εστιάζει στην επίλυση του προβλήματος και στην ειρήνη, έχοντας ευέλικτο και «ανοικτό» μυαλό, δήλωσε στις 15.01.2017 ότι «οι προτάσεις της ελληνο-κυπριακής πλευράς είναι απαράδεκτες, και δεν μπορεί να υπάρξει λύση χωρίς την συνέχιση των τουρκικών εγγυήσεων και ρύθμιση της εκ περιτροπής Προεδρίας;»
Τι συνέβη και ο Μουσταφά Ακιντζί έκανε στροφή 180 μοιρών στην πολιτική του συμπεριφορά, προσέγγιση και διαμόρφωση θέσεων, σε τέτοια έκταση που ο Κύπριος Υπουργός Εξωτερικών Ι. Κασσουλίδης την χαρακτήρισε «αγνώριστη;»
Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να μαντέψει και να αντιληφθεί κανείς περιεχόμενο, ύφος, αυστηρότητα και συνθήκες συζήτησης κατά την συνάντηση ειδικώς για το Κυπριακό του Μουσταφά Ακιντζί με τον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογκάν στην Αγκυρα, λίγες ημέρες προηγουμένως, 05.01.2017. Ως φυσικό επακόλουθο, οι συζητήσεις στο Mont Pelerin κατέπεσαν.
Κυπριακή Δημοκρατία : Ο μεγάλος χαμένος
Αν κάποιος κοιτάξει στις δηλώσεις της τουρκικής και τουρκο-κυπριακής ηγεσίας, διαπιστώνει αβίαστα ότι το οιονεί σύνολο των δηλώσεων αυτών εστιάζει «στην προστασία των Τουρκο-Κυπρίων πολιτών και τουρκο-κυπριακών συμφερόντων».
Εάν γυρίσει στην ελληνο-κυπριακή πλευρά θα ανακαλύψει ότι στην ολότητά τους εστιάζουν «σε μία βιώσιμη, διαρκή και δίκαια λύση για όλη την Κύπρο και όλους τους πολίτες της». Και εδώ είναι το μεγάλο παράδοξο :
Η ελληνοκυπριακή πλευρά, της οποίας το 38% του εδάφους ευρίσκεται υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή – γεγονός που έχει επανειλημμένως καταδικασθεί από την διεθνή κοινότητα – και η οποία, ζώντας κάτω από μία διαρκή τουρκική απειλή, έχει κάθε λόγο να θέσει ως προτεραιότητα «την προστασία των Ελληνο-Κυπρίων πολιτών», εστιάζει «στη λύση για όλους». Αντιθέτως, Τούρκοι και Τουρκο-Κύπριοι πάντοτε θέτουν ως όρο συζήτησης την προστασία τους. «Προστασία» από ποιόν;…
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 μια γενικευμένη συζήτηση πραγματοποιήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως προς το εάν ο Ραούφ Ντενκτάς, κατέχων τότε την ηγεσία των Τουρκο-Κυπρίων, θα έπρεπε να παραπεμφθεί στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας. Η ελληνο-κυπριακή πλευρά ήταν υποχρεωμένη να έχει αυτόν ως συνομιλητή.
Χρησιμοποιώ τον όρο «υποχρεωμένη» διότι το Κυπριακό έχει ορισμένα ιδιαίτερα και ίσως μοναδικά χαρακτηριστικά : Είναι η πρώτη φορά όπου για την εξεύρεση της όποιας λύσης, το θύμα πρέπει να συνομιλεί και να διαπραγματεύεται με τον θύτη του, ο οποίος, μάλιστα έχει και την τελευταία λέξη στην αποδοχή ή έγκριση της όποιας πρότασης (!) Πολύ περισσότερο όταν το θύμα έχει χαρτιά και κονδυλοφόρους και ο θύτης κανόνια και πυρομαχικά.
Σε ποιό βαθμό θα μπορούσε να ήταν δυνατή η εξεύρεση λύσης κάτω από αυτές τις συνθήκες;…
Η διεθνής κοινότητα επανειλημμένα και με απόλυτο τρόπο έχει καταδικάσει, με νομικούς και πολιτικούς όρους, την τουρκική στρατιωτική εισβολή και κατοχή, τις μαζικές παραβιάσεις Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την βίαιη εκδίωξη και εκτόπιση από τις πατρικές εστίες τους περίπου 200.000 Ελληνο-Κυπρίων (40% του συνολικού αριθμού των Ελληνο-Κυπρίων το 1974)υπό μορφή εθνοκάθαρσης, την απέλαση 20.000 εγκλωβισμένων Ελληνο-Κυπρίων στην χερσόνησο της Καρπασίας, την συστηματική λεηλασία της κυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς στα κατεχόμενα (πλέον των 500 εκκλησιών κατεστράφησαν) παρά τα απεγνωσμένα ψηφίσματα της UNESCO και Ευρωπαϊκών και Διεθνών Οργανισμών, και την «αποικιοποίηση» των κατεχομένων εδαφών με πλέον των 100.000 εποίκων :
Τα ανωτέρω έχουν καταδικασθεί από Συμβούλιο Ασφαλείας των Η.Ε., από την ΕΕ (Συμβούλιο, Επιτροπή και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο), το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο κατάλογος είναι μακρύς…
Ειδικότερα, με αναφορά στην τραγωδία πλέον των 1600 Ελληνο-Κυπρίων και Ελλήνων αγνοουμένων, κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, οι δηλώσεις του Ραούφ Ντενκτάς στην τουρκική Τηλεόραση, 01.03.1996 ότι «…οι Έλληνες και Ελληνο-Κύπριοι αγνοούμενοι έχουν στην πραγματικότητα εν ψυχρώ θανατωθεί το 1974 από άτακτο τουρκοκυπριακό στρατό», ουδέν περιθώριο ελπίδας αφήνουν, χρωματίζοντας συγχρόνως με τα μελανότερα χρώματα το πορτραίτο του Τουρκο-Κύπριου ηγέτη.
Διαρκής και σταθερή η τουρκική πολιτική στην Κύπρο
Στις 28 Ιανουαρίου 2017 ο «Economist» δημοσίευσε ενδιαφέρουσα ανάλυση για το Κυπριακό με τον εύγλωττο τίτλο «Η Κύπρος θα επανενωθεί εάν ο Τούρκος Πρόεδρος το επιτρέψει» (Cyprus will be reunified if Turkey’s president allows it).
Δυστυχώς ο τίτλος δεν είναι ούτε σχήμα λόγου ούτε συμβολισμός. Λίγες ημέρες πριν την δημοσίευση του «Economist», 13.01.2017, ο Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογκάν δήλωνε ότι «Τα τουρκικά στρατεύματα θα μείνουν στην Κύπρο για πάντα», αφήνοντας μηδέν δυνατότητες για περαιτέρω πρόοδο των συζητήσεων. Παρα ταύτα, Έλληνες και Ελληνο-Κύπριοι συνέχισαν τις συνομιλίες με ευελιξία και καλή πίστη.
Είναι σαφές ότι ουδέν «κανονικό κράτος» (normal state) – για να δανειστούμε τον όρο από τον Γενικό Γραμματέα των Η.Ε. – θα μπορούσε να έχει ξένο στρατό στο έδαφός του και αποδοχή «δικαιωμάτων επέμβασης» τρίτου κράτους στο έδαφός του. Στο σημείο αυτό, όλοι οι συμμετέχοντες και η διεθνής κοινότητα συμπίπτουν (Ο.Η.Ε., Ε.Ε., Η.Π.Α., Ελλάδα, Κυπριακή Δημοκρατία, Ηνωμένο Βασίλειο) εκτός από την Τουρκία.
Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου δήλωσε ωμά, κατά την διάρκεια των συζητήσεων στην Crans Montana ότι «Ναι, θέλουμε τα τουρκικά στρατεύματα να παραμείνουν στην Κύπρο, επειδή είναι πιθανό να τα χρησιμοποιήσουμε στο μέλλον, όποτε χρειαστεί. Θέλουμε το δικαίωμα της επέμβασης».
Όσο ανατριχιαστικές και αν ακούγονται οι δηλώσεις του Τούρκου ΥΠΕΞ, είναι ακόμα πιο σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ότι το ανωτέρω «δικαίωμα επέμβασης» καλύπτει, για την τουρκική πλευρά, όχι μόνο τα κατεχόμενα εδάφη ή τα εδάφη που αφορούν την τουρκο-κυπριακή κοινότητα, αλλά το σύνολο της Κύπρου.
Αν κάποιος αισθάνεται σοκαρισμένος από τις ανωτέρω δηλώσεις του Τούρκου ΥΠΕΞ, θα πρέπει να λάβει υπόψη του ότι η «προσάρτηση»(annexation) των κατεχομένων από την Τουρκία αποτελεί ένα σταθερό και αταλάντευτο στόχο εδώ και χρόνια:
Στις 3 Ιανουαρίου 1997 ο τότε Τούρκος Πρωθυπουργός Ερμπακάν και ο Τουρκο-Κύπριος «ομόλογός» του Έρογλου υπέγραψαν Πρωτόκολλο οικονομικής συνεργασίας στην Αγκυρα, το οποίο ανοικτά ορίζει ότι «η διαχείριση της τουρκο-κυπριακής οικονομίας θα διενεργείται από την Τουρκία».
Στις 20 Ιανουαρίου 1997, επίσης στην Άγκυρα, ο Τούρκος Πρόεδρος Ντεμιρέλ και ο Ραούφ Ντενκτάς εξέδωσαν Κοινή Δήλωση η οποία προβλέπει «την δημιουργία Επιτροπής για να εξετάσει τρόπους για την περαιτέρω προσάρτηση των κατεχομένων εδαφών στην Τουρκία».
Στις 20 Ιουλίου 1997, νέα Κοινή Δήλωση υπογεγραμμένη από τον τότε Τούρκο Αντιπρόεδρο Ετσεβίτ και τον Ραούφ Ντενκτάς, προβλέπει την δημιουργία «ειδικών δεσμών», του ψευδοκράτους με την Τουρκία, στους τομείς εξωτερικής πολιτικής και οικονομίας.
Τον Ιανουάριο 1998, το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας υπέγραψε με το «αντίστοιχο» τουρκο-κυπριακό συμφωνία διπλωματικής συνεργασίας.
Η Κυπριακή Αποκλειστική οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ)
Η Κύπρος οριοθέτησε την Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη με την Αίγυπτο το 2003, με τον Λίβανο το 2007 και με το Ισραήλ το 2010, και αυτό λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία απέσχε από κάθε έστω και προκαταρκτική συζήτηση με τις κυπριακές αρχές, εφόσον δεν τις αναγνωρίζει.
Στο σημείο αυτό θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος ότι η εικόνα που διαμορφώνει για τον εαυτό της η Τουρκία στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, είναι αυτή μιας χώρας που διαίρεσε με στρατιωτική εισβολή μία νήσο ή καλύτερα μία τρίτη χώρα, την Κύπρο, κατέχει παράνομα το 38% του εδάφους της, αναγνωρίζει τα κατεχόμενα υπό το κάλυμμα ενός ψευδοκράτους το οποίο ουδείς σε όλο τον κόσμο αναγνωρίζει και η παράνομη κατοχή του έχει καταδικασθεί από την διεθνή κοινότητα.
Επιπλέον, η Τουρκία δεν αναγνωρίζει ένα κράτος μέλος των Η.Ε. και της ΕΕ, την Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία αναγνωρίζεται από όλη την διεθνή κοινότητα! Η πλήρης απομόνωση υπό την έποψη του διεθνούς δικαίου, απομόνωση την οποία τουρκική πλευρά θεωρεί ότι μπορεί να «ισοσκελίσει» με συνεχείς απειλές.
Θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η Τουρκία, παρά το γεγονός ότι δεν έχει υπογράψει τη νέα Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), επωφελήθηκε των διατάξεών του και το 1986 οριοθέτησε την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της στον Εύξεινο Πόντο, βασιζόμενη στην «αρχή της μέσης γραμμής» (principle of median line), ενώ το ίδιο αρνείται μετά μανίας να εφαρμόσει στη Μεσόγειο.
Πέρα από τις ατράνταχτες βάσεις του Διεθνούς Δικαίου ως προς τη νομική δυνατότητα της Κύπρου να οριοθετεί την ΑΟΖ της και να προβαίνει σε δραστηριότητες εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της, οι Ηνωμένες Πολιτείες επίσημα εξέφρασαν την πολιτική τους στήριξη με δήλωση Βοηθού Υπουργού Εξωτερικών Τζόναθαν Κοέν, 07.06.2017, η οποία υπογραμμίζει ότι «οι ΗΠΑ υποστηρίζουν το δικαίωμα της Κύπρου να εκμεταλλευτεί τους φυσικούς πόρους εντός της ΑΟΖ της».
Είναι πολύ σημαντικό ότι τα δικαιώματα της Κύπρου επί της ΑΟΖ της βασίζονται ολοσχερώς στο Διεθνές Δίκαιο. Το «νομικό επιχείρημα» της Τουρκίας ήταν η απειλή, σε μορφή επιστολής προς τα Η.Ε. ότι «αν το Ενεργειακό Πρόγραμμα της Κύπρου δεν σταματήσει, τότε η Τουρκία θα λάβει τα αναγκαία μέτρα»!
Διεθνές Δίκαιο από τη μία πλευρά, απειλές ως απάντηση, από την άλλη.
Ως πότε αυτή η (αν)ισοροπία μπορεί να λειτουργεί;…
Κάποια εικόνα της τουρκικής συμπεριφοράς δόθηκε από τον ίδιο τον Ακιντζί τον περασμένο Απρίλιο, όταν υπογράμμιζε ότι «Αν οι Ελληνο-Κύπριοι αρχίσουν εργασίες γεώτρησης πριν να φθάσουμε σε λύση του Κυπριακού προβλήματος, θα υπάρξει μεγάλη ένταση». Αυτή η δήλωση «μεταφραζόμενη» σε απλά λόγια, δίδει το ακόλουθο μήνυμα: «Όχι μόνο υπάρχει κατοχή του εδάφους, όχι μόνο δεν υπάρχει λύση στο πρόβλημα, αλλά μέχρι τότε – και δεν βιαζόμαστε – είστε ακινητοποιημένοι, γυψωμένοι, δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα».
Οι συζητήσεις για μια πολιτική λύση στο Κυπριακό πρόβλημα και οι εργασίες γεώτρησης εντός της ΑΟΖ της Κύπρου, αποτελούν διακριτά διαφορετικές διαδικασίες, αυτόνομες και παράλληλες, οι οποίες σε κανένα σημείο δεν τέμνονται.
Το μετά των συζητήσεων στην Crans Montana
Το 1956 ο Τουρκο-Κύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς δήλωσε ότι «Ακόμα και αν οι Τουρκο-Κύπριοι δεν υπήρχαν, η Τουρκία θα έπρεπε να τους εφεύρει».
Το 1997 ο τότε Τούρκος Πρωθυπουργός Μεσούτ Γιλμάζ υπογράμμιζε ότι «Τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας αξίζουν προστασίας όχι μόνο εντός της τουρκο-κυπριακής κοινότητας, αλλά στην Κύπρο ως σύνολο».
Πολλές άλλες δηλώσεις, με το ίδιο περιεχόμενο και στην ίδια κατεύθυνση, από Τούρκους υψηλούς αξιωματούχους – του πρώην Πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου συμπεριλαμβανομένου – έχουν εμπλουτίσει τις διαρκείς αρπαχτικές προθέσεις της Τουρκίας έναντι της Κύπρου.
Η Κύπρος παραμένει η μοναδική περίπτωση, όπου μια μειοψηφική κοινότητα του 18%, επιθυμεί να επιβάλει – και σε ένα μεγάλο βαθμό τα έχει καταφέρει – την θέλησή της και το «καθεστώς» της στη μεγάλη πλειονότητα και τελικά σε όλο τον πληθυσμό.
Αυτό βαίνει πολύ πέραν του ό,τι θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «πολιτική ισότητα» , η οποία ισχύει και πρέπει να ισχύει και να είναι σεβαστή από όλους. Μάλλον, το ποσοτικό κριτήριο του πληθυσμού δεν έχει αξιολογηθεί και δεν έχει ληφθεί υπόψη στις πραγματικές του διαστάσεις μέχρι τώρα.
Ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μελβούτ Τσαβούσογλου μίλησε ανοιχτά για ενδεχόμενη μελλοντική λύση «η οποία δεν θα βασίζεται στις παραμέτρους του ΟΗΕ» προσθέτοντας ότι «θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες για διευθέτηση με διαφορετικές παραμέτρους». Περαιτέρω ο Πρόεδρος Ερντογκάν υπογράμμισε ότι η Τουρκία έχει Plan B ή Plan C, εκτός , βεβαίως, του πλαισίου των Η.Ε
.
Η ειρωνεία αυτής της μεγάλης προσβολής στα Ηνωμένα Έθνη είναι ότι πραγματοποιήθηκε ενώπιον της παρουσίας του ίδιου του Γενικού Γραμματέα Αντόνιο Γκουτιέρες στην Crans Montana!
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, η διεθνής κοινότητα πρέπει να δράσει αποτελεσματικά. Αν η Crans Montana ήταν «η τελευταία ελπίδα για το Κυπριακό», σύμφωνα με την έκφραση του Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ, τότε, τι είναι μετά;
Είναι σαφές ότι το Κυπριακό, ακριβώς λόγω της τουρκικής συμπεριφοράς, αποκτά ολοένα και περισσότερη διεθνή διάσταση. Όταν η Τουρκία αρνείται «το πλαίσιο των Η.Ε.» είναι η διεθνής κοινότητα και η διεθνής έννομη τάξη αυτές οι οποίες προσβάλλονται. Τι είδους απολυταρχικά σχέδια έχει η Τουρκία κατά νουν, εφόσον ο παγκόσμιος αντιπροσωπευτικός οργανισμός της διεθνούς νομιμότητας, τα Ηνωμένα Έθνη, απορρίπτονται και απωθούνται;
Τα διεθνή μέσα «έδειξαν» την Τουρκία ως υπεύθυνη για την κατάρρευση των συνομιλιών στην Crans Montana. Υπό το πρίσμα αυτό, η δήλωση, μεταξύ άλλων, του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη ότι «η Τουρκία θα πρέπει να αποφασίσει, αν θα είναι σταθερός ή αβέβαιος σύμμαχος», αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Στην τωρινή συγκυρία, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, ο Φάκελος του Κυπριακού προβλήματος πρέπει να μείνει στα χέρια της διεθνούς κοινότητας. Δεν μπορεί να «τουρκοποιηθεί» ούτε να σύρεται από «τουρκικές πρωτοβουλίες εκτός των παραμέτρων των Η.Ε.». Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, τα λόγια του Γενικού Γραμματέα Αντόνιο Γκουτιέρες «Το αποτέλεσμα των συζητήσεων στην Crans Montana δεν σημαίνει ότι άλλες πρωτοβουλίες δεν μπορούν να αναπτυχθούν», αποτελoύν απόλυτη προτεραιότητα στη σωστή κατεύθυνση.
OΚάρολος Γάδης ήτανπρώην Πρέσβης της Ελλάδος στην Βοσνία και Ερζεγοβίνηκαι Πρεσβευτής Σύμβουλος σε Αγκυρα και Ουάσιγκτων