Το Ταμείο στέκεται στοχευμέναστο ενδεχόμενο να αποκατασταθεί η δυνατότητα του υπουργείου Εργασίας να επεκτείνει σε όλες τις επιχειρήσεις ενός κλάδου ή επαγγέλματος συλλογική σύμβαση που ήδη καλύπτει το 51% των κλαδικών εργαζομένων. Επί του παρόντος αυτό το μοντέλο είναι παγωμένο έως το τέλος του μεσοπρόθεσμου προγράμματος.
Η επαναφορά της επεκτασιμότητας, υποστηρίζει το ΔΝΤ, θα πλήξει βαριά μικρές εταιρείες, οι οποίες θα υποχρεωθούν να προσαρμοστούν σε ένα καθεστώς αυξημένων κλαδικών μισθών. Αυτό καταρχήν θα μετριάσει τη δυνατότητά τους να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας –πλήττοντας την απασχόληση –ενώ μπορεί να οδηγήσει και σε απολύσεις ή λουκέτα.
Το Ταμείο υπενθυμίζει πως το καθεστώς της επεκτασιμότητας ήταν σε ισχύ πριν από την κρίση, όταν η ελληνική αγορά εργασίας ακρίβυνε κατά περίπου 50% ανάμεσά στο 2000 και στο 2010, ενώ στη συνέχεια δεν κατόρθωσε να αποτρέψει την ιλιγγιώδη αύξηση της ανεργίας.
Το ΔΝΤ υπογραμμίζειότι τυχόν επαναφορά της επεκτασιμότητας θα υπονομεύσει την έμφαση στις επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας που έχουν καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια εις βάρος των κλαδικών, περιορίζοντας έτσι την ευελιξία που έχουν οι επιχειρήσεις στον καθορισμό της μισθολογικής δαπάνης τους.
Επισημαίνει δε πως ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας διακρίνεται από συσσώρευση μεγάλων χρεών προς τις τράπεζες και το Δημόσιο. Συνεπώς κατά το Ταμείο υπάρχει μεγάλη ανάγκη να προστατευθεί η ευελιξία των επιχειρήσεων στη διαχείριση του λειτουργικού-μισθολογικού κόστους τους και έτσι να διευκολυνθεί η αναδόμηση της λειτουργίας τους. Το ΔΝΤ παραδέχεταιότι το μοντέλο της επεκτασιμότητας συνήθως αυξάνει τις αποδοχές μιας μερίδας χαμηλόμισθων κλαδικών υπαλλήλων. Αντιτείνει όμως ότι μελέτες στην Πορτογαλία και την Ισπανία καταδεικνύουν ότι αυτό το μοντέλο οδηγεί επίσης σε αύξηση της ανεργίας. Επιπλέον, αναφέρει ο οργανισμός, η αύξηση των μισθών μέσω της επεκτασιμότητας δυσκολεύει την είσοδο νέων εταιρειών σε έναν κλάδο, ενώ στον αντίποδα επιτρέπει σε ορισμένους εγκαθιδρυμένους παίκτες να ορίσουν τις αμοιβές εις βάρος των μικρότερων ανταγωνιστών τους.
«Συνεπώς, συγκεντρωτικά, το κόστος της επαναφοράς της επεκτασιμότητας φαίνεται να ξεπερνά τα οφέλη από την αναδιανομή [πλούτου]» καταλήγει με νόημα το ΔΝΤ.