Με δύο ρουκέτες το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προσγειώνει ανώμαλα το success story που στήνει η κυβέρνηση στην οικονομία και φέρνει πιο κοντά νέα μεγάλα βάρη για τους έλληνες φορολογουμένους.
Στην έκθεσή του, η οποία συνοδεύει το Μνημόνιο που συνήψε με την κυβέρνηση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι η μείωση του αφορολόγητου ποσού θα εφαρμοστεί από το 2019, έναν χρόνο νωρίτερα από ό,τι είχε συμφωνηθεί, καθώς θεωρεί ότι δεν θα εκπληρωθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το έτος αυτό. Το Ταμείο, επίσης, εμφανίζεται βέβαιο ότι τα «περίφημα» αντίμετρα της κυβέρνησης στα νέα μέτρα λιτότητας που δέχθηκε με τις περικοπές στο αφορολόγητο και στις συντάξεις δεν πρόκειται να εφαρμοστούν από το 2019, αλλά το νωρίτερο από το 2023, όταν θα περιοριστούν σε χαμηλότερα επίπεδα οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Πρόκειται για εκτιμήσεις με τις οποίες το ΔΝΤ χαράσσει το ασφυκτικό πλαίσιο των νέων απαιτήσεών του στις διαπραγματεύσεις των επόμενων μηνών, οι οποίες αναδεικνύονται, εκ των πραγμάτων, πλέον σε ένα δύσκολο πολιτικό στρες τεστ για την κυβέρνηση, σε μια περίοδο που αναζητά τεκμήρια αξιοπιστίας για την έξοδο της χώρας στις αγορές. Το Ταμείο καθιστά ξεκάθαρο τι θα ζητήσει ως αντάλλαγμα για τη χρηματοδοτική συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα με το ποσό των 1,6 δισ. ευρώ, η οποία εγκρίθηκε –καταρχήν –στην προχθεσινή συνεδρίασή του, αλλά θα αποφασιστεί οριστικά την άνοιξη του 2018. Ετσι, αγγίζει θέματα καυτά, μεταξύ των οποίων και να μην επαναφερθεί το καθεστώς των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων στην αγορά εργασίας μετά τη λήξη του υφιστάμενου προγράμματος, κάτι που έχει κάνει, ώς τώρα, σημαία της η κυβέρνηση.
ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ. Εξάλλου ζητεί να αυξηθούν τα όρια της συμμετοχής των εργαζομένων στις αποφάσεις για την κήρυξη απεργιών και να απελευθερωθούν πλήρως οι ομαδικές απολύσεις με την κατάργηση οποιασδήποτε προϋπόθεσης έγκρισής τους από τις Αρχές. Ζητεί ακόμη την περαιτέρω απελευθέρωση στο καθεστώς για το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές αλλά και την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ. Το ΔΝΤ χαρακτηρίζει εξαιρετικά μη βιώσιμο (highly umsustainable) το ελληνικό δημόσιο χρέος και προτρέπει τους ευρωπαίους δανειστές να προχωρήσουν το συντομότερο δυνατό στην αποσαφήνιση των μέτρων για την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς του, όπως τόνισε μεταξύ άλλων στις δηλώσεις της και η επικεφαλής του Κριστίν Λαγκάρντ. Στην έκθεση βιωσιμότητας που δόθηκε στη δημοσιότητα εκτιμάται ότι οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα ξεπεράσουν το όριο του 15% μέχρι το 2028, θα υπερβούν το 20% έως το 2033 και θα έχουν φθάσει στο αστρονομικό ύψος του 45% έως το 2060 αν δεν ληφθούν μέτρα για το χρέος.
Πρόκειται για μια επισήμανση με απροσδιόριστες αυτή τη στιγμή επιπτώσεις στην εικόνα της χώρας στις διεθνείς αγορές και ενώ σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται το σχέδιο της κυβέρνησης για προσφυγή σε δανεισμό από αυτές ακόμη και την ερχόμενη εβδομάδα. Το Ταμείο εμμένει στις εκτιμήσεις του ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να επιτύχει ρυθμό ανάπτυξης πάνω από 1% σε μακροπρόθεσμη βάση, ούτε πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 1,5% του ΑΕΠ στο διάστημα μετά το 2022. Γι’ αυτό και ζητά τη μείωσή τους ώστε, όπως επισημαίνει, να δημιουργηθεί ικανός «δημοσιονομικός χώρος» για τη λήψη μέτρων κοινωνικής προστασίας, για επενδύσεις αλλά και για τη μείωση των φόρων προκειμένου να ενισχυθεί η ανάπτυξη. Παράλληλα καλεί τις ευρωπαϊκές Αρχές να προχωρήσουν σε ένα νέο στρες τεστ των ελληνικών τραπεζών το αργότερο έως το τέλος του έτους για να διαπιστωθεί αν χρειάζονται νέα ανακεφαλαιοποίηση από το «μαξιλάρι» των 10 δισ. ευρώ, το οποίο, κατά το Ταμείο, μπορεί να μην είναι επαρκές. Κύκλοι της ΕΚΤ απάντησαν στην αναφορά αυτή του ΔΝΤ λέγοντας ότι υπάρχει προκαθορισμένο πρόγραμμα εποπτείας των ελληνικών τραπεζών.
ΤΟ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ. Αξιοσημείωτο είναι ότι στην έκθεσή του το Ταμείο εκτιμά ότι δεν πρόκειται ούτε το 2018 να εκπληρωθεί ο στόχος 3,5% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα και ότι αυτό θα κυμανθεί στα επίπεδα του 2,2%. Ωστόσο, δεν ζητεί νέα μέτρα για την κάλυψη της διαφοράς, όπως διευκρίνισε και η επικεφαλής εκπρόσωπός του στους θεσμούς Ντέλια Βελκουλέσκου. Το ζήτημα αυτό, όμως, δεν παύει να αποτελεί μια γκρίζα ζώνη που μπορεί να οδηγήσει ενδεχομένως σε απαιτήσεις λήψης μέτρων αργότερα.
n Τη μείωση του αφορολόγητου ποσού εισοδήματος από το 2019. Στην έκθεση, αφού αναφέρεται ότι το μέτρο αυτό έχει προγραμματιστεί να τεθεί σε εφαρμογή το 2020, υπενθυμίζεται ότι με βάση τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης μπορεί να τεθεί σε ισχύ νωρίτερα από το 2019, αν αυτό κριθεί απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% το ίδιο έτος. Και καταλήγει σημειώνοντας ότι «πράγματι το Ταμείο εκτιμά ότι η μεταρρύθμιση αυτή θα εφαρμοστεί το 2019».
* Να εναρμονισθούν οι αντικειμενικές τιμές των ακινήτων με τις σημερινές τιμές αγοράς και αν προκύψει απώλεια εσόδων για τον ΕΝΦΙΑ να αναπληρωθεί από διεύρυνση των υπόχρεων ή από αύξηση των φορολογικών συντελεστών.
* Να αναθεωρηθεί η νομοθεσία και να τεθεί πλαφόν στα επίπεδα του 2016 στον αριθμό των συμβασιούχων στο Δημόσιο.
* Να δημιουργηθεί ισχυρό πλαίσιο ανεξαρτησίας για την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και έως το φθινόπωρο του 2017 να αποφασιστεί νέο αξιοκρατικό σύστημα αμοιβών.