Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι έχει «πλήρη εξουσία για να χορηγήσει χάρη», καθώς η κυβέρνησή του αντιμετωπίζει τις έρευνες για πιθανούς δεσμούς των συνεργατών του στην προεκλογική εκστρατεία με ρώσους αξιωματούχους.
Σε μια σειρά tweet το Σαββατοκύριακο, ο Τραμπ έδειξε την ανησυχία του για τον υπουργό Δικαιοσύνης, για τον ειδικό ανακριτή που έχει τεθεί επικεφαλής της έρευνας για τη Ρωσία, αλλά και για τους Ρεπουμπλικανούς στο Κογκρέσο που προσπαθούν να προωθήσουν τη νομοθετική του ατζέντα. Ομως ήταν κυρίως τα σχόλια που έκανε για τη χορήγηση χάρης που δημιούργησαν την εντύπωση ότι εξετάζει αυτή την πιθανότητα –δηλαδή κάτι άνευ προηγουμένου, να δώσει χάρη στον εαυτό του –σε περίπτωση που οι έρευνες δεν έχουν το αποτέλεσμα που εκείνος επιθυμεί.
Την ίδια ώρα στο Κογκρέσο, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί συμφώνησαν σε νέους νόμους που θα επιτρέψουν την επιβολή ακόμα πιο αυστηρών κυρώσεων σε Ρωσία, Ιράν και Βόρεια Κορέα –μια εξέλιξη που φαίνεται ότι θα περιορίσει κάθε πιθανή κίνηση του προέδρου Τραμπ να άρει τις κυρώσεις εις βάρος της Μόσχας. Αύριο, η Βουλή αναμένται να αποφασίσει για ένα πακέτο νομοσχεδίων σχετικών με κυρώσεις εις βάρος των τριών αυτών χωρών «που θα αφορά τις ευθύνες των επικίνδυνων πράξεών τους», όπως δήλωσε εκπρόσωπος του προέδρου του Σώματος. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο αυτό, ο Τραμπ θα πρέπει να υποβάλει στο Κογκρέσο μια έκθεση με προτεινόμενες δράσεις που «θα αλλάξουν σημαντικά» την αμερικανική εξωτερική πολιτική σε σχέση με τη Ρωσία.
Ολα παίζουν. Πολλοί βουλευτές και γερουσιαστές ελπίζουν πως το νομοσχέδιο θα στείλει ηχηρό μήνυμα στον Τραμπ, για να διατηρήσει σκληρή γραμμή απέναντι στη Μόσχα. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που περιμένουν να δουν εάν ο Τραμπ θα ασκήσει βέτο, μια και επανειλημμένως τον τελευταίο καιρό είχε δηλώσει πως σκέφτεται να τις περιορίσει ή και να τις άρει πλήρως. Στελέχη του Λευκού Οίκου πάντως σχολίασαν ότι θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο για τον πρόεδρο να ασκήσει βέτο με τη σημερινή πολιτική ατμόσφαιρα. Πολιτικοί αναλυτές όμως, δεν αποκλείουν κάποια έκπληξη.
Το νομοσχέδιο έχει στόχο να τιμωρήσει τη Ρωσία όχι μόνο για την ανάμειξή της στις εκλογές, αλλά και για την προσάρτηση της Κριμαίας, τη συνεχιζόμενη στρατιωτική δραστηριότητα στην Ανατολική Ουκρανία και τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στη Μόσχα, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, όταν ρωτήθηκε για την κίνηση αυτή των αμερικανών νομοθετών, σχολίασε πως τη βρίσκει «εξαιρετικά αρνητική».
Κι άλλο χαστούκι. Σε μια άλλη αρνητική, για τον Λευκό Οίκο, εξέλιξη, η «Washington Post» ανέφερε πως ο ρώσος πρεσβευτής στις ΗΠΑ καταγράφηκε –από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες –να λέει στους προϊσταμένους του ότι είχε συζητήσει θέματα που άπτονται της προεκλογικής εκστρατείας με τον σύμβουλο του Τραμπ Τζεφ Σέσιονς, πέρυσι, όταν ο Σέσιονς ήταν γερουσιαστής. Σήμερα, ο Σέσιονς είναι υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Στη διαδικασία επικύρωσής του από τη Γερουσία, ο Σέσιονς δεν είχε αποκαλύψει τις επαφές του με τον ρώσο πρεσβευτή Σεργκέι Κίσλιακ το 2016. Τις παραδέχθηκε αργότερα, αλλά είπε πως δεν αφορούσαν την προεκλογική εκστρατεία.
Ολα αυτά, εγείρουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την προεδρική αναφορά για τη χορήγηση χάρης. Οι ειδικοί αμφισβητούν το εύρος της και θεωρείται σίγουρο ότι εάν ο Τραμπ σκοπεύει κάποια στιγμή στο μέλλον να δώσει χάρη στον εαυτό του, το Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει για τη συνταγματικότητα μιας τέτοιας κίνησης.