Η έξοδος που επιχειρήθηκε στις αγορές είναι ασφαλώς καλοδεχούμενη υπό την έννοια ότι συνιστά ένα βήμα προς την πολυπόθητη ομαλότητα. Θα ήταν λάθος όμως να μην αποτιμηθεί οικονομικά και –κυρίως –πολιτικά. Ο λόγος είναι προφανής: χωρίς αυτήν την αποτίμηση υπάρχει ο κίνδυνος o Πρωθυπουργός να προσθέσει και άλλα λάθη στο ενεργητικό του και μάλιστα πολύ μεγαλύτερα από αυτά που παραδέχθηκε σε πρόσφατη συνέντευξή του.
Η διπλή αυτή αποτίμηση γίνεται εύκολα εάν θέσει κανείς ένα απλό ερώτημα: τι θα είχε γίνει εάν δεν είχε διακοπεί η έξοδος στις αγορές το 2014 από τις εκλογές που προκάλεσε το σημερινό κυβερνών κόμμα, από τον εξάμηνο εφιάλτη της περήφανης διαπραγμάτευσης, το επιζήμιο δημοψήφισμα και την πανικόβλητη συνθηκολόγηση; Η απάντηση είναι μάλλον απλή: η χώρα μας θα δανειζόταν σήμερα με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο, όπως δανείζεται η Πορτογαλία.
Σε αυτά τα τρία χρόνια που πέρασαν από τότε, δεν χάθηκε μόνο πολύτιμος χρόνος. Το ήδη δυσθεώρητο δημόσιο χρέος φορτώθηκε με 100 δισ. ευρώ επιπλέον για να αποδειχθεί ότι δεν υπάρχουν πολιτικές επιλογές χωρίς κόστος. Θα ήλπιζε κανείς τα επόμενα βήματα της κυβέρνησης να γίνουν με αυτήν την επίγνωση. Από τον τρόπο πάντως που χειρίστηκε αυτό το πρώτο βήμα φαίνεται για ακόμη μια φορά ότι το κύριο μέλημά της είναι η επικοινωνιακή διαχείριση. Είναι ένας χορός στα νταούλια των αγορών με στόχο την έξοδο από το δικό της αδιέξοδο αλλά τα δίδακτρα κοστίζουν ακριβά.