Οταν τέθηκε το 2015 από τον υπουργό Αμυνας Πάνο Καμμένο το θέμα του εκσυγχρονισμού των αεροσκαφών P-3B ναυτικής συνεργασίας του Πολεμικού Ναυτικού, είχαν προκληθεί ενδοκυβερνητικές αναταράξεις, με βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ –μεταξύ των οποίων και ο Νίκος Φίλης –να αναρωτιούνται για την επιχειρησιακή σκοπιμότητα της υλοποίησης της σχετικής απόφασης του ΚΥΣΕΑ. Η «οροφή» της δαπάνης υπολογιζόταν σε 500 εκατ. δολάρια, σε μια περίοδο οικονομικής ανέχειας και ενώ η τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αναζητούσε εναγωνίως χρήματα μέσω της δέσμευσης των ταμειακών διαθεσίμων των ασφαλιστικών ταμείων. Ηταν η περίοδος που η «περήφανη διαπραγμάτευση» οδηγούσε τη χώρα κατευθείαν στα βράχια της χρεοκοπίας, του δημοψηφίσματος και εντέλει του τρίτου Μνημονίου.
Δυο χρόνια μετά, η ιδέα του εκσυγχρονισμού των αεροσκαφών αυτών, ηλικίας 50 και πλέον ετών, παραμένει ζωντανή και προωθείται με τροπολογία που κατατέθηκε στο προς ψήφιση νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για θέματα φορολογίας και φοροδιαφυγής (ψηφίζεται αύριο) κατ’ εξαίρεση από τις διατάξεις του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα σε σχέση με εξοπλιστικά προγράμματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Με τη ρύθμιση αυτή επιδιώκεται η διευκόλυνση της υλοποίησης από την εγχώρια αμυντική βιομηχανία του εκσυγχρονισμού και της αναβάθμισης των εν λόγω αεροσκαφών, η οποία γίνεται στο πλαίσιο σχετικής διακρατικής συμφωνίας Ελλάδας – ΗΠΑ.
Ειδικό καθεστώς. Συγκεκριμένα, η τροπολογία προβλέπει ότι τα εμπορεύματα που θα εισαχθούν κατά την υλοποίηση του προγράμματος εκσυγχρονισμού έως πέντε αεροσκαφών αυτού του τύπου, θα υπαχθούν σε ειδικό καθεστώς, δηλαδή κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων «περί σύστασης εγγυήσεων κατά την υπαγωγή εμπορευμάτων σε ειδικό καθεστώς αποταμίευσης ή τελειοποίησης προς επανεξαγωγή». Οπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία για την απρόσκοπτη ανάθεση υποκατασκευαστικού έργου στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία, η οποία «έχει απόλυτη ανάγκη από την υλοποίηση προγραμμάτων που θα αυξήσουν τον κύκλο εργασιών της». Ενώ τονίζεται ότι στην παρούσα δύσκολη οικονομική συγκυρία «θα εξασφαλιστούν θέσεις εργασίας και πολύτιμη τεχνογνωσία» και παράλληλα «θα δοθεί η ευκαιρία στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία να εμπλακεί ανταγωνιστικά σε παρόμοιες αναβαθμίσεις αεροσκαφών σε διεθνές επίπεδο».
Η δε παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις περί σύστασης εγγυήσεων δικαιολογείται υπό την έννοια ότι στην προκειμένη περίπτωση συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 346 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ, σύμφωνα με το οποίο κάθε κράτος – μέλος «κυριαρχικά δύναται να λαμβάνει μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία της ασφάλειάς του» και η παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις «είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού αυτού».
Καμία αναφορά στο κόστος. Πάντως στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που συνοδεύει την τροπολογία δεν προσδιορίζεται το κόστος του εκσυγχρονισμού των P-3B, ενώ αναφέρεται ότι ενδέχεται να προκληθεί δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού από την υποχρέωση απόδοσης στην ΕΕ ιδίων πόρων (δασμοί, φόροι) στην περίπτωση γένεσης τελωνειακής οφειλής λόγω υπαγωγής εμπορευμάτων, που θα εισαχθούν σε καθεστώς αποταμίευσης ή υλοποίησης προς επανεξαγωγή χωρίς τη σύσταση εγγυήσεων. Ο υπουργός Αμυνας είχε ταχθεί κατά της αγοράς νέων αεροσκαφών επικαλούμενος την απόφαση του Πολεμικού Ναυτικού που εισηγήθηκε τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων και είχε εγκριθεί από το ΚΥΣΕΑ όπως και από τους προκατόχους του υπουργούς Αμυνας των δυο προηγούμενων κυβερνήσεων.