Τριάντα και πλέον χρόνια μετά το κύμα εθνικοποιήσεων του 1981, η Γαλλία επιστρέφει στις κρατικοποιήσεις κρίσιμων για τη χώρα βιομηχανικών ομίλων. Συνέβη επί Μακρόν και πρόκειται για τα στρατηγικής σημασίας ναυπηγεία STX France, τα οποία και διεκδικούσε ο ιταλικός όμιλος Fincantieri. Το θέμα φυσικά δεν είναι η οργή που προκάλεσε στη Ρώμη η διακοπή των συζητήσεων με πρωτοβουλία της γαλλικής κυβέρνησης, η οποία την Πέμπτη ανακοίνωσε ότι «εθνικοποιεί προσωρινά» τα ναυπηγεία. Αλλά ότι η κίνηση αυτή σηματοδοτεί την εφαρμογή της ειλημμένης απόφασης των μεγάλων της Ευρώπης, δηλαδή Γαλλίας και Γερμανίας, να προστατεύσουν στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις από ξένους, με επιχείρημα ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε την απώλεια σημαντικής τεχνογνωσίας.

Μπορεί σε κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν οι υπουργοί Οικονομικών και Ανάπτυξης της Ιταλίας Πιερ Κάρλο Παντοάν και Κάρλο Καλέντα να χαρακτήρισαν τη γαλλική απόφαση «σοβαρή και ακατανόητη», ωστόσο ο πραγματικός αποδέκτης του μηνύματος Μακρόν ήταν η Κίνα. Από την Ελλάδα έως την Ιταλία και από τη Γαλλία έως τη Γερμανία, οι κινεζικές επιχειρήσεις έχουν βάλει στο μάτι δυναμικά αναπτυσσόμενες βιομηχανίες ιατρικής, παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας και νερού, εταιρείες λογισμικού, αεροδρόμια, σιδηροδρομικούς σταθμούς και φυσικά αμυντικές βιομηχανίες που κατασκευάζουν ή αναπτύσσουν τεχνολογίες-κλειδιά στο πεδίο της ασφάλειας.

ΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ. Το παιχνίδι σταδιακά αλλάζει και η κίνηση Μακρόν ήταν το πρώτο βήμα. Το είπε ξεκάθαρα ο γάλλος υπουργός Οικονομίας Μπρουνό λε Μερ, στέλνοντας το μήνυμα πως το Παρίσι είναι αποφασισμένο να μπει σε φάση προστατευτισμού της οικονομίας του. Και παρότι ο διεκδικητής των ναυπηγείων ήταν ευρωπαϊκή εταιρεία, οι δηλώσεις του Λε Μερ απευθύνονταν στο Πεκίνο δίχως να το κατονομάσει. «Στόχος της κυβέρνησης είναι να υπερασπιστεί τα στρατηγικά συμφέροντα της χώρας και θέλουμε να έχουμε όλες τις εγγυήσεις ότι αυτή η τεχνογνωσία δεν θα φύγει κάποια ημέρα σε μια άλλη μεγάλη, παγκόσμια, μη ευρωπαϊκή οικονομική δύναμη, για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι» είπε ο γάλλος υπουργός. Υπάρχει βέβαια και ο αντίλογος στις κινήσεις του Παρισιού. Ναι μεν το δικαίωμα βέτο μιας κυβέρνησης σε μείζονος και στρατηγικής σημασίας κλάδους είναι θεμιτό, ωστόσο πού μπαίνουν τα όρια και πώς ορίζονται οι «κρίσιμες υποδομές και επιχειρήσεις»;

Από την άλλη πάντως πλευρά των Αλπεων, οι δύο ιταλοί υπουργοί αντέδρασαν έντονα στην κρατικοποίηση. «Ο εθνικισμός και ο προστατευτισμός δεν είναι αποδεκτές βάσεις πάνω στις οποίες μπορούμε να ρυθμίσουμε τις σχέσεις μεταξύ δύο μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών. Για να πραγματοποιήσουμε κοινά σχέδια, χρειάζονται αμοιβαία εμπιστοσύνη και σεβασμός» τόνισαν στην ανακοίνωσή τους.