Από την αίθουσα του 2ου ορόφου στο δημοτικό σχολείο, που βρίσκεται στο Κέντρο της Αθήνας, ακούγονται παιδικές φωνές, παρόλο που βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού. Η δασκάλα υπαγορεύει στους εννέα μικρούς μαθητές της λέξεις για την ορθογραφία. Πολύ γρήγορα ένας από αυτούς φωνάζει στα αγγλικά «τελείωσα πρώτος».
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα πρόγραμμα ενισχυτικής διδασκαλίας αλλά και προετοιμασίας των προσφυγόπουλων, τα οποία θα παρακολουθήσουν από Σεπτέμβριο τα μαθήματα στις Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφύγων (ΔΥΕΠ), του υπουργείου Παιδείας.
Ελληνικά, αγγλικά και μαθηματικά. Παιδιά, ηλικίας από 3 έως και 17 ετών, με τις τσάντες στους ώμους μπαίνουν καθημερινά στις σχολικές αίθουσες και κάθονται στα θρανία 10 ώρες την εβδομάδα, όπου παρακολουθούν ελληνικά, αγγλικά και μαθηματικά –μαθήματα βασισμένα στην ύλη που προβλέπει το υπουργείο Παιδείας για τις ΔΥΕΠ. Μαζί με τον έλληνα εκπαιδευτικό, τους μαθητές υποδέχεται στην τάξη και ένας δάσκαλος που μιλά τη μητρική γλώσσα των παιδιών και λειτουργεί και ως διερμηνέας. Αλλωστε, έως τις 30 Ιουνίου πραγματοποιούνταν και μαθήματα μητρικής γλώσσας των παιδιών. Παράλληλα, όμως, γίνονται και μαθήματα –ανάλογα με την ηλικία –που έχουν να κάνουν με δεξιότητες ζωής, όπως το πώς να προσαρμόζονται στο περιβάλλον, καθώς και για βασικά πράγματα που έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα, όπως το πώς να παίρνουν τα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Οπως επισημαίνει στα «ΝΕΑ» η υπεύθυνη του προγράμματος Ιωάννα Αποστολοπούλου, η εκπαιδευτική αυτή δράση, η οποία ξεκίνησε τον περασμένο Νοέμβριο και αναμένεται να συνεχίσει όλο το καλοκαίρι, πραγματοποιείται σε επτά εκπαιδευτικά κέντρα –τέσσερα στην Αττική και τρία στη Βόρεια Ελλάδα, εκ των οποίων τα δύο είναι στη Θεσσαλονίκη και το ένα στη Δράμα. «Ο βασικός μας στόχος είναι να υποστηρίζουμε τα παιδιά να αντεπεξέλθουν στο σχολείο, όχι μόνο να εγγραφούν, αλλά κυρίως να μπορέσουν να συνεχίσουν και να ενσωματωθούν στο σχολικό περιβάλλον. Το πρόγραμμα αυτό είναι πιλοτικό και γίνεται για πρώτη φορά κάτι τέτοιο σε ευρωπαϊκό έδαφος, με εμπλεκόμενες δυνάμεις όχι μόνο μη κυβερνητικές οργανώσεις και οργανισμούς αλλά και κρατικούς φορείς, όπως το υπουργείο Παιδείας και ο Δήμος Αθηναίων» τονίζει.
Είναι ενδεικτικό πως, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, περισσότερα από 2.000 παιδιά, ηλικίας 3 έως 17 ετών, καθώς και 250 γονείς 30 διαφορετικών εθνικοτήτων και 19 διαφορετικών γλωσσών συμμετείχαν στα ωριαία μαθήματα.
Κανονική εκπαίδευση. Στο προαύλιο του δημοτικού σχολείου στην περιοχή των Εξαρχείων ένας πατέρας μπαίνει με τον γιο του, ο οποίος βρίσκεται σε αναπηρικό αμαξίδιο. Κάθε πρωί φεύγουν με λεωφορείο από το Κέντρο Φιλοξενίας στον Σκαραμαγκά, προκειμένου να βρίσκεται το παιδί στην ώρα του για το μάθημα. Στο δίωρο που ακολουθεί και ο μικρός βρίσκεται στη σχολική αίθουσα, ο πατέρας περιμένει υπομονετικά για να τελειώσει το μάθημα και να επιστρέψουν με τον ίδιο τρόπο στο Κέντρο Φιλοξενίας.
Στην Αττική, το πρόγραμμα αυτό υλοποιείται στη Δομή Φιλοξενίας στον Ελαιώνα, σε έναν διαμορφωμένο χώρο της ΕΛΙΞ στην οδό Πατησίων καθώς και στο 51ο και το 35ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών, τα οποία παρέχονται από τον Δήμο Αθηναίων και το πρόγραμμα «Ανοιχτά Σχολεία»,μια πρωτοβουλία του δήμου με αποκλειστικό δωρητή το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Συνολικά 74 δάσκαλοι και νηπιαγωγοί συμμετέχουν στο πρόγραμμα «Ποιοτική μάθηση μέσα από το παιχνίδι και μη τυπική εκπαίδευση, ενισχυμένη ψυχοκοινωνική υγεία και θετική ενσωμάτωση για παιδιά – πρόσφυγες σχολικής ηλικίας στην Ελλάδα» της ΕΛΙΞ.
Από την αρχή της λειτουργίας του προγράμματος, άρχισε τη διδασκαλία και η εκπαιδευτικός Χριστίνα Δημητρέα. Με σπουδές στο Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας αλλά και μεταπτυχιακό στον τομέα της θεατροπαιδαγωγικής, σήμερα είναι υπεύθυνη των εκπαιδευτικών σε ένα από τα σχολεία – κέντρα εκπαίδευσης του προγράμματος.
«Είναι δύσκολο και απαιτητικό αυτό που κάνουμε. Μπαίνουμε σε αίθουσες με παιδιά διαφόρων εθνικοτήτων, που έχουν ζήσει βίαιες και δύσκολες καταστάσεις και δεν έχουν μάθει τη λειτουργία και τους κανόνες του σχολείου» δηλώνει η εκπαιδευτικός.
Προσθέτει δε πως τα προσφυγόπουλα πολλές φορές βγάζουν αυθόρμητα τις ιστορίες τους. «Εχουμε αρκετά παιδιά από τη φυλή των Γεζίντι, τα οποία περιγράφουν ως μέρος της καθημερινότητάς τους την αρπαγή παιδιών και γυναικών, τις δολοφονίες αλλά και τους βομβαρδισμούς. Πάντως, το αισιόδοξο είναι πως όλοι οι μαθητές έχουν όνειρα για το μέλλον, για το τι θέλουν να κάνουν».