Ελπίζω γράφοντας δέκα μέρες από τη σημερινή δημοσίευση την παρούσα σελίδα, ελπίζω από καρδιάς να έχει καταλαγιάσει όλη αυτή η θύελλα που έχει ξεσπάσει ανάμεσα σε θεσμούς, την κυβέρνηση, την αντιπολίτευση και τη Δικαιοσύνη. Σπεύδω εν πρώτοις να πω ότι έχω όχι απλώς απέραντη εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, αλλά τη θεωρώ, όπως και από έξοχους υπερασπιστές της έχει διατυπωθεί, καταφύγιο της δημοκρατίας (Ρέπουλης, Μάνεσης).
Οι δικαστές, έχοντας ως εδραία αφετηρία τους νόμους και τη συνείδησή τους, εφαρμόζουν νόμους που ψηφίζουν οι πλειοψηφίες στη Βουλή. Αυτό εφαρμόζουν οι τρεις θεμελιώδεις εξουσίες στις δημοκρατίες. Οι εκπρόσωποι του λαού στη Βουλή εφοδιάζουν την εκτελεστική εξουσία με νόμους και η Δικαιοσύνη τούς εφαρμόζει ή τους κηρύσσει αντισυνταγματικούς. Αρα, όταν κρίνουμε συχνά επιπόλαια δικαστικές αποφάσεις, δεν θα πρέπει να λησμονούμε πως οι δικαστές εφαρμόζουν νόμους που δεν είναι λογικά αδύνατον να είναι άδικοι, ξεπερασμένοι ή πέρα από τα όρια αυστηροί. Ενα αρχαίο ρωμαϊκό ρητό δογμάτιζε πως «ένας σκληρός νόμος είναι κακός νόμος και ένας επιεικής νόμος δεν είναι καν νόμος»!
Αν λοιπόν υπάρχουν νόμοι σκληροί, άδικοι, ξεπερασμένοι, ατελείς, η νομοθετική εξουσία οφείλει να τους αλλάζει, να τους βελτιώνει, να τους συμπληρώνει ή να τους προσαρμόζει στο μέσο κοινό αίσθημα περί δικαίου. Τους νόμους δεν τους ψηφίζουν οι δικαστές!
Αυτά τα αυτονόητα, για να προχωρήσω σε πράγματα που μας πληγώνουν αυτούς τους δύστροπους καιρούς. Θα μου επιτραπεί να επανέλθω σ’ έναν πανάρχαιο πρόγονο της κλασικής Ελλάδας που οι ιδέες του και η ηθική του κυριαρχούν ακόμη στις κοινωνίες που σέβονται τον άνθρωπο και την ιστορία του από την εποχή των σπηλαίων έως την αποβίβαση στη Σελήνη.
Ας μιλήσουμε λοιπόν για τον «Προμηθέα δεσμώτη» του Αισχύλου. Ο ημίθεος, θυμίζω, οικειοποιήθηκε το προνομιακό πυρ που διαχειριζόταν ο Δίας και το παρέδωσε στα σκοτεινά σπήλαια, όπου στα τυφλά παιδευόταν η ανθρωπότητα. Ο Δίας τιμωρεί τον κλέφτη – ημίθεο με αιώνια καθήλωση στον Καύκασο. Ο ποιητής στην αρχική σκηνή της τραγωδίας εισάγει τέσσερα πρόσωπα. Τον κατάδικο Τιτάνα, το Κράτος (ισχύς –δεξί εκτελεστικό χέρι του Δία), τον Ηφαιστο (διαχειριστή της φωτιάς, μεγάλο τεχνίτη των θεών –τεχνοκράτη υπάλληλο της εξουσίας) και τη Βία (βωβό πρόσωπο που με τερατώδες προσωπείο επιστατεί στην εφαρμογή της τιμωρίας του αποστάτη θεού).
Αυτή η τετράδα δυστυχώς δεν είναι ένα θεατρικό περιστασιακό επεισόδιο. Είναι η θεσμική συγκρότηση της ανθρώπινης κοινωνίας από την αρχή της Ιστορίας έως σήμερα. Κάθε φορά, βέβαια, ανάλογα με τους συσχετισμούς των δυνάμεων έχουν το πάνω χέρι οι ισχυροί κυβερνώντες, οι τεχνοκράτες, ειδικοί, υπάλληλοι, «θεσμοί» και άλλοτε η Βία, η τρομοκρατία, η τυραννίδα και η αναρχούμενη μάζα. Ανοίγω εδώ παρένθεση για να υπενθυμίσω πως η λέξη «τύραννος» σήμαινε στην απώτερη αρχαιότητα τον «μη κληρονομικό ηγεμόνα», γι’ αυτό ακόμη και ο Μαρξ θεώρησε τους αρχαίους τυράννους προοδευτικά καθεστώτα σε σχέση με τις κληρονομικές βασιλείες, που οι τύραννοι με εξεγέρσεις ανέτρεψαν.
Με τη σημερινή όμως σημασία η λέξη «τύραννος», ο αυταρχικός, αυθαίρετος, ανεξέλεγκτος, παράλογος ηγέτης, πρωτοσυναντάται στην Ιστορία για να χαρακτηρίσει τον όχλο! Κάντε τους διαχρονικούς εννοιολογικούς συσχετισμούς!
Η Βία λοιπόν είναι ένα από τα συστατικά της κοινωνικής οργάνωσης. Αλλοτε καθυποτάσσεται, άλλοτε συνυπάρχει με τη νόμιμη εξουσία και άλλοτε κυριαρχεί και διαλύει τα πάντα.
Αυτά με τον Αισχύλο. Ας πάμε τώρα και σε έναν σύγχρονο δραματουργό και μάλιστα μαρξιστή, τον Μπρεχτ. Επιμένω μαρξιστής γιατί όταν ως Εβραίος εκδιώχτηκε από τη ναζιστική Γερμανία, κατέφυγε στη Φινλανδία περνώντας μόνο μία νύχτα από τη Σοβιετική Ενωση του Στάλιν! Εξάλλου ο λιγότερο παιγμένος Μπρεχτ ήταν στη Σοβιετική Ενωση! Και ουδέποτε παίχτηκε ο «Γαλιλαίος»!
Γιατί στον «Γαλιλαίο» ο Μπρεχτ μέσω του μεγάλου φυσικού αναφέρεται στη γενιά του και στον εαυτό του. Ο ήρωάς του συνθλίβεται ανάμεσα σε δύο συμπληγάδες: τον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό, την Αμερική και τη Ρωσία, στο έργο ανάμεσα στην εμπορευματική κερδαλεόφρονα Βενετία και την επιστημονικά δογματική Φλωρεντία των Ιησουιτών. Σας θυμίζει τίποτα; Οταν συλλαμβάνεται από την Ιερά Εξέταση, «αρνείται» τις ιδέες του πιστεύοντας μύχια πως οι ιδέες δεν πεθαίνουν, δεν φυλακίζονται και δεν χρησιμοποιούνται για αλλότριους σκοπούς –κι αν γίνει αυτό, εκδικούνται.
Οταν γυρίζει σπίτι του, τον επισκέπτεται ο μαθητής του, γιος της παραδουλεύτρας του που έχει εξελιχθεί σε αστρονόμο. Ο ευέξαπτος, θιγμένος για την «προδοσία» νεαρός τον καθυβρίζει γιατί δεν πέθανε για τις ιδέες του και αναφωνεί «Αλίμονο στη χώρα που δεν έχει ήρωες». Για να απαντήσει ο σοφός: «Αλίμονο στη χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες»! Οι ήρωες δεν κατασκευάζονται από τα απωθημένα των όχλων. Αυτές οι παραπάνω σκέψεις προκλήθηκαν από τα πρόσφατα ταραχώδη γεγονότα που εκκίνησαν από τη δίκη της μεταπτυχιακής φοιτήτριας που κατηγορείται για τρομοκρατική δράση από τις γνωστές πολυώνυμες και ποικιλόμορφες αναρχοαυτόνομες νομάδες που κάθε τόσο καταστρέφουν τον μόχθο απλών και λόγω κρίσης ταλαιπωρημένων επαγγελματιών.
Τη φιλόλογο – γλωσσολόγο Ηριάννα τη γνωρίζω εμμέσως από την πανεπιστημιακή της επίδοση. Και όντως μου είναι δύσκολο να συμβιβάσω μια κατηγορία για τρομοκρατική θολή δράση με την ενασχόληση με τη γλώσσα και τη διδασκαλία της Ελληνικής σε πρόσφυγες αλλοδαπούς!
Παλιότερα, στην αναγεννησιακή Ευρώπη οι επιστήμες ονομάζονταν δισιπλίνες, δηλαδή πειθαρχίες. Και αλίμονο στον επιστήμονα που δεν γνωρίζει και συνεχώς βελτιωνόμενος πασχίζει να εντάξει τις έρευνές του στους κανόνες, στις μεθόδους και στα προαπαιτούμενα της επιστήμης που διακονεί.
Η ελληνική γλώσσα από την εποχή της γραμμικής γραφής έως τις μέρες μας χωρίς διακοπή διατρέχει συνεχώς ανανεούμενη, αυτορρυθμιζόμενη αλλά και κοινωνικά ετεροπροσδιοριζόμενη τους αιώνες. Και η γλώσσα είναι φωνολογικό, τυπικό, σημασιολογικό και αξιακό σύστημα σημείων προφορικών και γραπτών.
Μια λοιπόν αριστούχος σπουδάστρια αυτής της υπέροχης διαχρονίας τόσο συστηματική και μεθοδική και σχεδόν σχολαστική δεν πρέπει να είναι για να μπορέσει να τιθασεύσει ένα δύστροπο υλικό; Και ύστερα, αν το κατακτήσει, πόσο παιδαγωγική σοφία πρέπει να επιστρατεύσει για να το καταστήσει εργαλείο επικοινωνίας σ’ ένα ακροατήριο που έχει γεννηθεί σε άλλο γλωσσικό τοπίο, σε άλλα ήθη και σε άλλες λεξιλογικές ηθικές;
Αυτός ο άνθρωπος μ’ αυτά τα ανθρωπιστικά εφόδια, την αυτοπειθαρχία, τη χρήση κοινόχρηστων αλλά φορτισμένων με αιώνες σημασίας σημείων, με την αγάπη, που είναι δεδομένη (δάσκαλος υπήρξα, γνωρίζω τι σημαίνει επαφή μέσω της γνώσης με παιδιά) για έναν δάσκαλο, και μάλιστα σε νέους και ώριμους που επιθυμούν να μάθουν έναν κώδικα ώστε να μπορέσουν να επιζήσουν στον ξένο τόπο με αξιοπρέπεια, πώς ο δάσκαλος αυτός μπορεί να είναι τρομοκράτης;
Δεν μπορεί να είσαι δάσκαλος και να κόβεις γλώσσες, να είσαι αναρχοαυτόνομος και να σκύβεις πάνω από τον διψασμένο για γνώση και επικοινωνία συνάνθρωπο που ζητεί κατανόηση. Ο καλός δάσκαλος μεταφέρει στους μαθητές του το μήνυμα του Αισχύλου στην «Ορέστεια»: «Ούτε τυραννίδα ούτε αναρχία»!
Η Δικαιοσύνη εικονιζόταν ως τυφλή κρατώντας ζυγαριά. Δίκη στα αρχαία ελληνικά σημαίνει ισορροπία. Για να λειτουργήσει, δεν πρέπει να ταράσσεται ούτε ο ένας ούτε ο άλλος δίσκος της ζυγαριάς. Διαβάστε «Αντιγόνη» τι λέει για την αναρχία!