Η περίφημη πρώτη έξοδος στις αγορές –ύστερα από τρία χρόνια άσκοπης και επιζήμιας περιπλάνησης –ολοκληρώθηκε, αλλά το μήνυμα που έστειλαν οι ξένοι επενδυτές κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνει την εικόνα της απόλυτης επιτυχίας την οποία επιχείρησε να εμφανίσει η κυβέρνηση.
Οι ξένοι επενδυτές και δάνεισαν την Ελλάδα ακριβά –ακριβότερα από το 2014 –και εμφανίστηκαν φειδωλοί σε ό,τι αφορά την έκταση της συμμετοχής τους στην έκδοση του ελληνικού ομολόγου –με προσφορές 6,5 δισ. ευρώ αντί για 20 δισ. ευρώ το 2014 -, υποδηλώνοντας έτσι τη μεγάλη επιφυλακτικότητά τους απέναντι στη χώρα μας, την οποία εξακολουθούν να κατατάσσουν στη λίστα με τους προορισμούς υψηλού πολιτικού ρίσκου. Το μήνυμα είναι απόλυτα σαφές, σύμφωνα με αξιόπιστους παράγοντες της οικονομίας και κορυφαίους τραπεζίτες: Η σταθερή και βιώσιμη επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές, που προϋποθέτει τη μείωση του κόστους δανεισμού της, κοντά στα επίπεδα που δανείζονται σήμερα οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες που βγήκαν από τα Μνημόνια, όχι μόνο δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, αλλά το αντίθετο.
Το σημείο στο οποίο θα βρίσκεται η χώρα σε έναν χρόνο από σήμερα, τον Αύγουστο του 2018, όταν θα εκπνέει τυπικά ο χρόνος του τρίτου Μνημονίου, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από αν και πόσο γρήγορα η κυβέρνηση θα εφαρμόσει τις δεσμεύσεις τις οποίες έχει αναλάβει απέναντι στους δανειστές, αλλά και από τα αποτελέσματα που θα έχουν οι πολιτικές αυτές στο πεδίο της οικονομίας. Και από τις συνθήκες αυτές θα διαμορφωθούν, τελικά, οι όροι σχετικά με το νέο καθεστώς εποπτείας και δεσμεύσεων, στο οποίο ούτως ή άλλως θα βρεθεί η Ελλάδα μετά το τρίτο Μνημόνιο.
Για την κυβέρνηση, η υλοποίηση των δεσμεύσεων αυτών είναι μονόδρομος, επισημαίνουν οι ίδιοι οικονομικοί παράγοντες, με την πρώτη μεγάλη δοκιμασία να περνάει μέσα από την τρίτη αξιολόγηση του φθινοπώρου. Οι ιδιωτικοποιήσεις, το άνοιγμα αγορών και επαγγελμάτων, η αξιολόγηση στο Δημόσιο, η αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων και οι επιδόσεις της κυβέρνησης στους τομείς αυτούς θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το σήμα που θα στείλει η Ελλάδα προς τα έξω τους επόμενους κρίσιμους μήνες. Ολα αυτά θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την κεντρική πολιτική γραμμή που θα δοθεί από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, αλλά και από τις ικανότητες και τον προσανατολισμό των προσώπων που θα βρίσκονται στα υπουργεία αιχμής.
Δυσαρέσκεια. Δεν είναι κρυφό ότι στους κόλπους των ευρωπαίων δανειστών επικρατεί δυσαρέσκεια για συγκεκριμένα πρόσωπα του κυβερνητικού επιτελείου με βάση τα ώς τώρα αποτελέσματα της πολιτικής που άσκησαν στα υπουργεία τους. Τους χρεώνουν καθυστερήσεις στην υλοποίηση αποφάσεων αλλά και ιδεολογικές αγκυλώσεις που βάζουν εμπόδια στην πραγματοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής. Γι’ αυτό και ασκούν ισχυρές πιέσεις στην ηγεσία της κυβέρνησης να προχωρήσει το γρηγορότερο σε δομικό ανασχηματισμό στο Υπουργικό Συμβούλιο. Από το οικονομικό επιτελείο ώς τους τομείς της υγείας, της παιδείας, της Δημόσιας Διοίκησης και τις υποδομές οι θεσμοί ζητούν αλλαγή προσώπων για να τρέξουν οι μεταρρυθμίσεις και να υλοποιηθούν τα μέτρα που αποφασίστηκαν ως προαπαιτούμενα για την τρίτη αξιολόγηση.
Το μήνυμα που μεταδίδουν οι δανειστές προς την ηγεσία της κυβέρνησης είναι ότι χρειάζονται πρόσωπα σε κρίσιμα υπουργεία, όπως ο σημερινός υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας, αξιολογώντας θετικά το έργο που επέδειξε ως επικεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ αλλά και το μεταρρυθμιστικό του προφίλ. Τις αποφάσεις βεβαίως θα λάβει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και όλα δείχνουν ως ορόσημο για αυτές τη Διεθνή Εκθεση της Θεσσαλονίκης στις αρχές Σεπτεμβρίου. Λίγο πριν δηλαδή αρχίσει η διαπραγμάτευση με τους δανειστές για την τρίτη αξιολόγηση, στην οποία, σύμφωνα με πληροφορίες, οι θεσμοί όχι μόνο θα απαιτήσουν να τηρηθούν στο ακέραιο οι δεσμεύσεις του επικαιροποιημένου Μνημονίου, αλλά και να υλοποιηθούν όσα είχαν αποφασιστεί αλλά δεν έγιναν στις προηγούμενες αξιολογήσεις.