Σ’ ένα απομακρυσμένο πέρασμα ψηλά στα Ιμαλάια, Κίνα και Ινδία, δύο χώρες με πυρηνικά όπλα, έχουν φθάσει στο χείλος του πολέμου για έναν χωμάτινο δρόμο. Πρόκειται για μία από τις χειρότερες αντιπαραθέσεις μεταξύ των δύο γειτόνων, εδώ και δεκαετίες.
Ο δρόμος βρίσκεται στην περιοχή όπου συναντιούνται η Κίνα, η Ινδία και το Μπουτάν. Το νέο επεισόδιο άρχισε τον περασμένο μήνα, όταν αξιωματούχοι του Μπουτάν, που είναι στενός σύμμαχος της Ινδίας, ανακάλυψαν ότι κινέζοι εργάτες προσπαθούσαν να επεκτείνουν τον δρόμο. Η Ινδία απάντησε στέλνοντας στρατεύματα και μηχανήματα για να σταματήσουν τις εργασίες. Η Κίνα αποκήρυξε την κίνηση αυτή και απαίτησε να αποσυρθούν οι ινδοί στρατιώτες. Τώρα, στρατεύματα και από τις δύο πλευρές συσσωρεύονται εκεί –τα χωρίζουν μερικές εκατοντάδες μέτρα.
Η αντιπαράθεση δεν δείχνει σημάδια εκτόνωσης και αντικατοπτρίζει τη διογκούμενη φιλοδοξία –και εθνικισμό –των δύο κρατών. Ο Τζεφ Σμιθ, μέλος του Αμερικανικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, ειδικός στις σινοϊνδικές σχέσεις, θεωρεί πως ένας συμβιβασμός είναι το πιθανότερο αποτέλεσμα. Πιστεύει όμως ότι η αντιπαράθεση μπορεί να εξελιχθεί σε πόλεμο; «Ναι» λέει. «Το πιστεύω. Και δεν είναι κάτι που λέω ελαφρά τη καρδία». Και οι δύο πλευρές έχουν υιοθετήσει πολύ σκληρές θέσεις και έτσι δυσκολεύονται να υποχωρήσουν. «Η κατάσταση είναι ανησυχητικά παρόμοια», εξηγεί ο Σμιθ, «με τα γεγονότα που οδήγησαν τις δύο χώρες σε πόλεμο το 1962. Και τότε αφορμή ήταν συνοριακές διαφορές».
Στην επιφάνεια, η διαφωνία αφορά το εάν αυτό το κομμάτι γης ανήκει στην Κίνα ή στο Μπουτάν. Πρόκειται για μόλις 88 τετραγωνικά χιλιόμετρα, είναι όμως κρίσιμα για τον ολοένα και αυξανόμενο ανταγωνισμό μεταξύ Κίνας και Ινδίας σχετικά με το μέλλον της Ασίας. Η αντιπαράθεση, όπως γράφουν οι «New York Times», έχει τις ρίζες της σε αντικρουόμενες φράσεις στη συμφωνία για τα σύνορα του 1890 μεταξύ δύο αυτοκρατοριών που δεν υπάρχουν πια: της Βρετανικής Ινδίας και της κινεζικής δυναστείας Τσινγκ, που έθεσαν τα σύνορα σε διαφορετικά μέρη. Το ένα δίνει τον έλεγχο της περιοχής στο Μπουτάν –αυτό υποστηρίζει και η Ινδία –και το άλλο στην Κίνα.
Σήμερα το Μπουτάν και η Ινδία ισχυρίζονται ότι η Κίνα, επεκτείνοντας τον δρόμο της, προσπαθεί να επεκτείνει και τον έλεγχό της σε μια περιοχή που είναι γνωστή ως οροπέδιο Ντολάμ, μέρος μιας ευρύτερης αμφισβητούμενης περιοχής. Οι νότιες πλαγιές του οροπεδίου πέφτουν σε μια κοιλάδα γνωστή ως διάδρομος Σιλιγκούρι –αυτή η στενή λουρίδα ινδικής γης, που σε κάποια μέρη δεν έχει πλάτος μεγαλύτερο των 30 χλμ., συνδέει την κεντρική χώρα με τα βορειοανατολικά κρατίδια. Η Ινδία φοβάται από παλιά ότι πιθανώς, σε έναν πόλεμο, η Κίνα θα μπορούσε να διχοτομήσει τον διάδρομο, αποκόπτοντας έτσι 45 εκατομμύρια Ινδούς και μια περιοχή στο μέγεθος της Βρετανίας.
Λίγες χώρες έχουν τολμήσει να αντισταθούν στις περιφερειακές φιλοδοξίες της Κίνας τόσο άμεσα, με στρατιωτικές δυνάμεις, γεγονός που κάνει την αντίδραση της Ινδίας εντυπωσιακή και, σύμφωνα με αναλυτές και από τις δύο πλευρές, εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους. Οι ηγέτες των δύο χωρών, ο Ινδός Μόντι και ο Κινέζος Σι, βρέθηκαν πρόσφατα στη Σύνοδο του G20 στη Γερμανία, δεν πραγματοποίησαν όμως διμερή συνάντηση, που ίσως να είχε εκτονώσει την ένταση.
Το φθινόπωρο πραγματοποιείται το συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας που θα σημάνει τη δεύτερη προεδρική θητεία του Σι και έτσι οι αναλυτές θεωρούν πως μόνο μετά θα υπάρξει μια λύση στο όλο θέμα.