Ο πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα έθεσε βέτο σε δύο από τα τρία νομοσχέδια που έδιναν στον Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, ηγέτη του ακροδεξιού κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), τον πλήρη έλεγχο του δικαστικού συστήματος της χώρας. Αλλά παρά το βέτο του Ντούντα, η απειλή στη δημοκρατία και το κράτος δικαίου δεν έχει απομακρυνθεί από την Πολωνία, ενώ υπονομεύει τα θεμέλια της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η απειλή που προκαλεί ο Κατσίνσκι είναι τόσο σοβαρή για την ΕΕ όσο σοβαρή ήταν εκείνη που έθετε η Ελλάδα στην ευρωζώνη εξαιτίας των προβλημάτων του χρέους της. Εάν η Ευρώπη δεν αναπτύξει την κατάλληλη στρατηγική για να αντιμετωπίσει την απειλή Κατσίσνσι, η πρόκλησή του θα αποκτήσει υπαρξιακές διαστάσεις για ολόκληρη την ΕΕ.
Υπάρχει μια διαδεδομένη άποψη που λέει ότι ο στόχος του Κατσίνσκι είναι να εκδικηθεί τους ηγέτες της προηγούμενης κυβέρνησης που συγκροτήθηκε από το κόμμα Πλατφόρμα των Πολιτών. Ανάμεσα σε αυτούς είναι και ο πρώην πρωθυπουργός και νυν πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ. Κι ο λόγος είναι ότι, χωρίς να έχει την παραμικρή απόδειξη, πιστεύει περιέργως ότι αυτοί ευθύνονται για τον θάνατο του δίδυμου αδελφού του και τότε προέδρου Λεχ Κατσίνσκι σε αεροπορικό δυστύχημα.
Πέρα όμως από αυτήν την παραληρηματική θεωρία συνωμοσίας, ο Κατσίνσκι έχει και έναν απολύτως ορθολογικό στόχο –στόχος ο οποίος είναι και ο πραγματικός: θέλει να ελέγξει το Ανώτατο Δικαστήριο, όργανο το οποίο θα αποφασίσει για τη νομιμότητα των εκλογών που θα πραγματοποιηθούν το 2019.
Ούτε το προεδρικό βέτο ούτε οι μαζικές διαδηλώσεις πτοούν τον Κατσίνσκι. Είναι βέβαιο ότι θα επιστρέψει τις επόμενες εβδομάδες ή μήνες με μια νέα προσπάθεια που θα του εξασφαλίσει την παραμονή του PiS στην εξουσία επωφελούμενος πιθανότατα και από την αυγουστιάτικη ανάπαυλα της ΕΕ. Εξάλλου, ο Κατσίνσκι έχει πολλά από τα εργαλεία που χρειάζεται για να πετύχει τους στόχους του. Το νομοσχέδιο που δεν απέρριψε ο Ντούντα, για παράδειγμα, επιτρέπει στην κυβέρνηση να αποπέμψει των προέδρους όλων των ενδιάμεσων βαθμών της Δικαιοσύνης.
Από όλα αυτά γίνεται σαφές ότι η ΕΕ δεν είναι αντιμέτωπη με μια «ανελεύθερη δημοκρατία» στο εσωτερικό της, όπως συμβαίνει με την Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν. Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με την προοπτική ένα κράτος μέλος του να είναι μια «μη δημοκρατία», με την πλήρη έννοια της απουσίας ελεύθερων και ανόθευτων εκλογών. Την ίδια ώρα, ο Κατσίνσκι μπορεί να υπολογίζει στη συμμαχία του Ορμπαν για να προστατευτεί από την ποινή της ΕΕ, όπως θα ήταν η στέρηση του δικαιώματος ψήφου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Εάν ο Κατσίνσκι επιτύχει τον στόχο του, οι επιπτώσεις για την ΕΕ θα είναι πολύ σοβαρές. Η ανατροπή της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου σε ένα κράτος – μέλος θα έχει συνέπειες και στα άλλα κράτη-μέλη. Ή οι ευρωπαίοι ηγέτες θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα εν τη γενέσει του ή ολόκληρη η υποδομή θα καταρρεύσει.
Ο Γιάτσεκ Ροστόφσκι ήταν αντιπρόεδρος της Πολωνίας και υπουργός Οικονομικών από το 2007 έως το 2013