Μόνο υπό την προϋπόθεση του αποδεδειγμένου περιορισμού της δραστηριότητας της επιχείρησης και παράλληλα με διαβούλευση με τους εργαζομένους επιτρέπεται η μονομερής απόφαση των εργοδοτών για εφαρμογή της εκ περιτροπής εργασίας. Στην αντίθετη περίπτωση απαιτείται συμφωνία και η εκ περιτροπής απασχόληση πρέπει να αφορά πλήρες ημερήσιο ωράριο για διάστημα έως εννέα μήνες τον χρόνο.
Εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας η οποία εκδόθηκε χθες επιχειρεί να βάλει τάξη στο καθεστώς της εκ περιτροπής εργασίας που αποτελεί θλιβερή ανάγκη για χιλιάδες εργαζομένους. Σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο, η εκ περιτροπής εργασία εντάσσεται στον θεσμό της μερικής απασχόλησης. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι «κατά την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας ή κατά τη διάρκειά της, ο εργοδότης και ο μισθωτός μπορούν με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν κάθε μορφή απασχόλησης εκ περιτροπής». Eκ περιτροπής εργασία θεωρείται η απασχόληση κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή κατά λιγότερες εβδομάδες τον μήνα ή κατά λιγότερους μήνες το έτος ή και ο συνδυασμός των παραπάνω κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας.

Περαιτέρω ορίζεται ότι «αν περιοριστούν οι δραστηριότητές του ο εργοδότης μπορεί αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας να επιβάλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρησή του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος, μόνο εφόσον προηγουμένως προβεί σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων».

Πλήρες ημερήσιο ωράριο. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι η εκ περιτροπής απασχόληση δεν αναφέρεται σε λιγότερες ώρες παροχής εργασίας σε ημερήσια βάση, αλλά σε παροχή εργασίας κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή εβδομάδες τον μήνα ή μήνες μέσα στο έτος ή συνδυασμό των ανωτέρω –πάντοτε όμως κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο.
Επίσης, συμπεραίνεται ότι μολονότι η λειτουργία της επιχείρησης θα είναι συνεχής, ο εργαζόμενος θα παρέχει την εργασία του ορισμένες μόνο ημέρες της εβδομάδας, του μήνα ή του έτους εναλλασσόμενος ατομικά ή ομαδικά με άλλους εργαζομένους σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Επιπλέον, η εκ περιτροπής εργασία μπορεί να λάβει δύο μορφές:

– της συμφωνημένης (συμβατικής) εκ περιτροπής εργασίας

– αυτής που εφαρμόζεται με μονομερή εργοδοτική απόφαση

Στην πρώτη περίπτωση, η σχέση εκ περιτροπής εργασίας ιδρύεται μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου είτε πρωτογενώς κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας είτε κατά τη διάρκεια σύμβασης πλήρους απασχόλησης με μεταγενέστερη συμφωνία των μερών που λογίζεται ως τροποποίηση της αρχικής.
Με τη σύμβαση εκ περιτροπής εργασίας συμφωνείται η εναλλαγή περιόδων εργασίας και μη εργασίας με ανάλογη μείωση των καταβαλλόμενων αποδοχών. Η εναλλαγή αυτή μπορεί να συμφωνηθεί ελεύθερα με διάφορους συνδυασμούς, δίχως μάλιστα οι χρονικές ενότητες εργασίας και μη εργασίας να είναι απαραίτητα της ίδιας χρονικής έκτασης, με μόνο περιορισμό η εργασία να παρέχεται κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο.
Ετσι, επιτρέπεται να συμφωνηθεί μειωμένη εβδομαδιαία εργασία ή συνδυασμός μειωμένης εβδομαδιαίας εργασίας για κάποιες μόνο εβδομάδες του μήνα ή εναλλαγή πλήρους μηνιαίας εργασίας με μήνες περιορισμένου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας.
Περαιτέρω, η εγκυρότητα μιας τέτοιας συμφωνίας δεν υπόκειται σε περιορισμούς ως προς τη χρονική της διάρκεια ούτε συνδέεται με κάποια άλλη ουσιαστική προϋπόθεση. Θα πρέπει, ωστόσο, η σχετική συμφωνία να είναι έγγραφη. Ο έγγραφος τύπος επιβάλλεται ως συστατικός, με αποτέλεσμα η έλλειψή του να συνεπάγεται την ακυρότητα της συμφωνίας.
Τέλος, η συμφωνία παροχής εκ περιτροπής εργασίας πρέπει να κοινοποιηθεί εντός οκτώ ημερών στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας. Η μη γνωστοποίηση της συμφωνίας εκ περιτροπής εργασίας κατά την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας συνεπάγεται την κατά τεκμήριο ύπαρξη σχέσης εργασίας πλήρους απασχόλησης, ενώ η μη γνωστοποίηση της συμφωνίας εκ περιτροπής εργασίας κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας τεκμαίρεται ότι καλύπτει σχέση εργασίας με τους ίδιους όρους και συμφωνίες που ίσχυαν πριν από την κατάρτισή της.
Οσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση –αυτή της επιβολής εκ περιτροπής εργασίας με μονομερή απόφαση του εργοδότη –παρέχεται η δυνατότητα στον εργοδότη σε περίπτωση περιορισμού της δραστηριότητάς του να επιβάλει στην επιχείρησή του σύστημα εκ περιτροπής εργασίας μέχρι εννέα μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος.

Προϋποθέσεις της σύννομης μονομερούς επιβολής της εκ περιτροπής εργασίας αποτελούν:

– ο περιορισμός των δραστηριοτήτων του εργοδότη

– η προηγούμενη της επιβολής ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων

– η επιβολή να λαμβάνει τον χαρακτήρα συστήματος αναφερόμενου στο σύνολο των εργαζομένων της επιχείρησης, της εκμετάλλευσης ή του τμήματος της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης

– η διάρκεια της επιβολής να μην υπερβαίνει τους εννέα μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος

– η απόφαση του εργοδότη να κοινοποιηθεί εντός οκτώ ημερών στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας.