Μοντέλο Βενεζουέλας όπου το κράτος συμμετέχει απευθείας στην εξόρυξη και εμπορία του πετρελαίου μοιάζει να υποκρύπτει το σχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση για τις έρευνες υδρογονανθράκων.
Τη συζήτηση ανοίγει η σημερινή εισήγηση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργου Σταθάκη στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής, παραπέμποντας σε ένα μοντέλο όπου το Δημόσιο θα διεκδικεί ακόμη και ρόλο βασικού μετόχου στις κοινοπραξίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.
Η φόρμουλα αυτή, παρ’ ότι προβλέπεται από το θεσμικό μας πλαίσιο, δεν εφαρμόζεται πουθενά στη Δυτική Ευρώπη και στις ΗΠΑ παρά μόνο σε χώρες με αποδεδειγμένα εδώ και δεκαετίες κοιτάσματα και μακρά εμπειρία στην εξόρυξη πετρελαίου. Τέτοιες για παράδειγμα είναι η Νορβηγία, η Ινδία, η Κίνα και χώρες της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, όπως η Βενεζουέλα μέσω της κρατικής εταιρείας PDVSA.
«Ακατανόητο». Στη σημερινή συνεδρίαση του ΚΥΣΟΙΠ, ο Γιώργος Σταθάκης αναμένεται να ανοίξει τη συζήτηση για το είδος της σύμβασης βάσει της οποίας θα παραχωρούνται μελλοντικά οι προς έρευνα περιοχές. Η κυβέρνηση φέρεται να εξετάζει το ενδεχόμενο μετάβασης από το ισχύον μοντέλο μίσθωσης (lease agreement) των παραχωρούμενων περιοχών στις λεγόμενες συμβάσεις διάθεσης της παραγωγής (production sharing agreement).
Στην πρώτη περίπτωση, τα έσοδα του κράτους προέρχονται από τη μίσθωση των περιοχών σε ιδιώτες αναδόχους, από τα δικαιώματα (royalties) και τη φορολογία (25%). Μετά την αφαίρεση εξόδων και φόρων, τα έσοδα από το πετρέλαιο μοιράζονται 50%-50% μεταξύ ιδιώτη και κράτους. Στην δεύτερη περίπτωση, το Δημόσιο, εφ’ όσον φυσικά βρει τα ανάλογα κεφάλαια, έχει την δυνατότητα να μετέχει ως μέτοχος ή να έχει ακόμη και την πλειοψηφία των μετοχών στις κοινοπραξίες εκμετάλλευσης, που σημαίνει ότι θα λειτουργεί και ως έμπορος.
Πηγές με γνώση του αντικειμένου εκτιμούν ότι η συζήτηση που επιχειρεί να ανοίξει η κυβέρνηση είναι από πρόωρη έως ανεδαφική. Και αυτό καθώς το είδος συμβάσεων στο οποίο φέρεται να προσανατολίζεται το αρμόδιο υπουργείο ακολουθείται σε χώρες με παραγωγή πολλών δεκαετιών, και γι’ αυτό άλλωστε δεν χρειάζεται να δώσουν κίνητρα προκειμένου να προσελκύσουν πετρελαϊκούς παίκτες.
Στις χώρες αυτές είναι αποδεδειγμένο ότι υπάρχει πετρέλαιο ή φυσικό αέριο, και επομένως το όποιο επενδυτικό ρίσκο είναι περιορισμένο συγκριτικά με ανεξερεύνητες περιοχές, όπως οι ελληνικές θάλασσες.
Στην Ελλάδα ωστόσο, όπου πλην του Πρίνου, η παραγωγή πετρελαίου είναι ανύπαρκτη, συνιστά ρίσκο για έναν υποψήφιο επενδυτή να αποκτήσει σαν απευθείας συνέταιρο στην εξόρυξη, και την διανομή, το κράτος. Πολλώ δε μάλλον όταν παραμένει αμφίβολο από πού θα καταφέρει το Δημόσιο να βρει τα εκατοντάδες εκατομμύρια που απαιτούνται μόνο για τις έρευνες.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, άνθρωποι με εμπειρία στο αντικείμενο εξηγούν ότι είναι ακατανόητο γιατί η κυβέρνηση ανοίγει τώρα μια συζήτηση αναθεώρησης του θεσμικού πλαισίου, ενόψει μάλιστα της προκήρυξης του μεγάλου διαγωνισμού ερευνών στην Κρήτη.
Και αυτό επειδή, όπως λένε οι συνομιλητές μας, στην Ελλάδα βρισκόμαστε ακόμη στη φάση όπου καλλιεργούνται προσδοκίες για την εκδήλωση έντονου ενδιαφέροντος για έρευνες από την αμερικανική Exxon Mobil, τη γαλλική Total και την ισπανική Repsol λόγω ακριβώς των ανακαλύψεων στην ευρύτερη περιοχή (κοίτασμα Ζορ στην Αίγυπτο). Παραγωγή όμως δεν υπάρχει, και ούτε πρόκειται να υπάρξει για αρκετά ακόμη χρόνια, καθώς βρισκόμαστε σε αρχικό στάδιο και κοιτάσματα δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί.
Κατά τις ίδιες πηγές, τυχόν σύσταση κρατικής εταιρείας το μόνο που μπορεί να εξυπηρετεί στην παρούσα φάση είναι προσλήψεις και ένα ιδεολογικό αφήγημα ότι το κράτος πρέπει να έχει κυρίαρχο ρόλο στην διαχείριση του εθνικού πλούτου.
Πολυμέτωπο. Το σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να ανοίξει την συζήτηση για αλλαγή του μοντέλου των συμβάσεων ταυτόχρονα με την ενίσχυση της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) αλλά και την αξιοποίηση του Εθνικού Λογαριασμού Κοινωνικής Αλληλεγγύησης Γενεών. Του λογαριασμού δηλαδή που είχε δημιουργηθεί το 2013, επί υπουργίας Γιάννη. Μανιάτη, προκειμένου να δημιουργήσει αποθεματικό από μελλοντικά έσοδα εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων ώστε να διασφαλίσει τις συντάξεις των νέων γενεών.
«Το μέτρο είχε τότε καταψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή χαρακτηρίζοντάς το ως υποκριτικό και δίχως κανένα νόημα για την κοινωνική ασφάλιση. Τώρα θριαμβολογούν γι’ αυτό που κάποτε πολέμησαν», λέει στα ΝΕΑ ο Γιάννης Μανιάτης, τομεάρχης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για Ενέργεια, Υποδομές, Δίκτυα.
Το μοντέλο διάθεσης της παραγωγής είχε επιχειρήσει να εφαρμόσει και κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 η πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με υπουργό Ενέργειας τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και γενικό γραμματέα τον Απόστολο Αλεξόπουλο. Ο τελευταίος λίγες μόλις ημέρες πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 είχε προαναγγείλει ότι οι διαγωνισμοί που έτρεχαν τότε (σε Ιόνιο, Κρήτη, Δ. Ελλάδα) θα ακυρωθούν και θα επαναπροκηρυχθούν με το μοντέλο του production sharing agreement, προκαλώντας σύγχυση, οι επιπτώσεις της οποίας δεν άργησαν να φανούν.
Στον επόμενο διαγωνισμό (Μάρτιος 2015) που αφορούσε τις περιοχές Αρτα – Πρέβεζα, Αιτωλοακαρνανία και ΒΔ Πελοπόννησο, παρ’ ότι και οι τρεις ήταν εξαιρετικά ελπιδοφόρες, με γνωστό γεωλογικό προφίλ, το διεθνές ενδιαφέρον αποδείχθηκε μηδενικό. Δεν κατέβηκε ούτε καν η ιταλική ENEL η οποία και είχε προκαλέσει τον διαγωνισμό. Τελικά την παρτίδα έσωσαν οι δύο ελληνικές εταιρείες, τα ΕΛΠΕ και η Energean Oil & Gas, οι οποίες και αναδείχθηκαν ανάδοχοι στους διαγωνισμούς και έχουν σήμερα την εκμετάλλευση των παραπάνω περιοχών.