Με το μοντέλο Βενεζουέλας στα πετρέλαια συνεχίζει να φλερτάρει η κυβέρνηση, δεν φαίνεται ωστόσο διατεθειμένη στην παρούσα συγκυρία να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου και να επιτρέψει στο Δημόσιο την απευθείας συμμετοχή σε εξόρυξη και εμπορία υδρογονανθράκων.

Στην απόφαση που έλαβε χθες το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής εγκρίνοντας την εισήγηση του υπουργού Ενέργειας Γιώργου Σταθάκη για τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου, διευκρινίζεται ότι τουλάχιστον προς το παρόν δεν αλλάζει το υφιστάμενο μοντέλο συμβάσεων, βάσει του οποίου παραχωρούνται οι προς έρευνα περιοχές.

«Σχετικά με τα είδη των συμβάσεων παραχώρησης των προς έρευνα περιοχών, παραμένουν σε ισχύ οι τύποι παραχώρησης από το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, δηλαδή η σύμβαση μίσθωσης (Lease Agreement) όσο και η σύμβαση διάθεσης της παραγωγής (Production Share Agreement), όμως, σε αυτή τη συγκυρία ως ο πλέον ενδεδειγμένος προκρίνεται ο τύπος της σύμβασης μίσθωσης» αναφέρει χαρακτηριστικά το σημείωμα της αντιπροεδρίας της Κυβέρνησης, υπό τον Γιάννη Δραγασάκη.
Αλλαγή πορείας. Στην πραγματικότητα και μπροστά στον κίνδυνο να τιναχτεί στον αέρα ο επικείμενος μεγάλος διαγωνισμός για την Κρήτη, όπου ενδιαφέρον έχουν εκδηλώσει ξένοι κολοσσοί όπως η Exxon Mobil και η Total, η κυβέρνηση κατέβασε τους τόνους. Στόχος της να καθησυχάσει την αγορά ότι δεν θα αλλάξει αιφνιδιαστικά το ισχύον μοντέλο βάζοντας το Δημόσιο σε ρόλο μετόχου στις κοινοπραξίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δεν προτίθεται να το κάνει κάποια στιγμή στο μέλλον.

Είχαν προηγηθεί μηνύματα από πετρελαϊκούς παίκτες ότι οποιαδήποτε σκέψη για αλλαγή του σημερινού πλαισίου είναι πρόωρη και ανεδαφική, θα μπορούσε επομένως να δυναμιτίσει το όποιο διεθνές ενδιαφέρον έχει εκδηλωθεί. Πολλώ δε μάλλον όταν οι μεγάλες ξένες εταιρείες που έχουν βάλει στο μικροσκόπιο την Ελλάδα έχουν λάβει δεσμεύσεις σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο ότι οι νέες έρευνες θα γίνουν με το υφιστάμενο μοντέλο.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, η χθεσινή ανακοίνωση του ΚΥΣΟΙΠ διέφερε από την αρχική εισήγηση του Σταθάκη. Λείπει δηλαδή η φράση ότι η χώρα μας ακολουθεί «τη σύμβαση μίσθωσης (Lease agreement), με την οποία το Δημόσιο δεν έχει οφέλη από την παραγωγή υδρογονανθράκων», αναφορά που είχε δώσει τροφή σε σενάρια ότι η κυβέρνηση γλυκοκοιτάζει μοντέλα χωρών της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Κεντρικής Ασίας.

Στις χώρες αυτές, ακριβώς επειδή παράγουν πετρέλαιο εδώ και δεκαετίες, οι ιδιώτες επενδυτές αποδέχονται να λειτουργούν ως «υπεργολάβοι» του κράτους, το οποίο είναι βασικός μέτοχος στις κοινοπραξίες (production sharing agreement). Στην Ελλάδα, της ανύπαρκτης πλην Πρίνου παραγωγής, συνιστά ακόμη τεράστιο ρίσκο σε έναν ιδιώτη να αποκτήσει συνεταίρο στην εξόρυξη και εμπορία, το Δημόσιο. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο εκείνο αναθέτει την έρευνα σε ιδιώτες αναδόχους και τα έσοδά του προέρχονται από τη μίσθωση των περιοχών, τα δικαιώματα (royalties) και τη φορολογία (25%).

«Οι εμμονές και ιδεοληψίες της κυβέρνησης υποχώρησαν άτακτα μπροστά στο καθαρό μήνυμα της αγοράς ότι κουράστηκε με τα επικοινωνιακά της παιχνίδια. Καμία σοβαρή εταιρεία δεν επρόκειτο να έρθει στη χώρα αν η απόφαση του ΚΥΣΟΙΠ περιελάμβανε την αρχική εισήγηση Σταθάκη, που υπέκρυπτε ανατροπή του πετυχημένου μέχρι σήμερα μοντέλου που εφαρμόσαμε το 2014» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο Γιάννης Μανιάτης, τομεάρχης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για θέματα Ενέργειας, Υποδομών και Δικτύων.

Αλλά και στην αγορά θεωρούν ότι δεν υπάρχει λόγος να μεταβληθεί το ισχύον μοντέλο και επισημαίνουν ότι στην Κύπρο οι μεγάλες εταιρείες ήρθαν μετά τις πρώτες ανακαλύψεις κοιτασμάτων. Στην Ελλάδα ωστόσο καταφέραμε, δίχως ακόμη να έχει βρεθεί ούτε μια νέα σταγόνα πετρελαίου και παρά τη σύντομη διάρκεια εφαρμογής του σημερινού μοντέλου (ισχύει τέσσερα χρόνια από τότε που αναθεωρήθηκε η σύμβαση του Πρίνου), να προσελκύσουμε μεγάλα ονόματα στους επικείμενους διαγωνισμούς. «Ποιος διαβεβαιώνει την κυβέρνηση ότι η αγορά θα ακούσει θετικά ένα άλλο μοντέλο με ενεργό συμμετοχή του κράτους; Αραγε, σε περίπτωση αλλαγής του πλαισίου, η κυβέρνηση θα ακούσει τις απόψεις της αγοράς ή θα την πιάσουν πάλι οι ιδεοληψίες της;» διερωτάται άνθρωπος με μεγάλη εμπειρία στο αντικείμενο. Θυμίζει επίσης ότι χάρη στο υφιστάμενο μοντέλο, μόνο στον Πρίνο έγιναν το προηγούμενο διάστημα επενδύσεις 300 εκατ. ευρώ.