Λένε ότι εμείς που τρέχουμε είμαστε εθισμένοι. Ακούω για ενδορφίνες, τεστοστερόνες και άλλες ουσίες που εκκρίνει ο οργανισμός μας όταν τρέχουμε. Οσο πιο πολύ τρέχουμε τόσο το αποζητούμε. Τι συμβαίνει όμως όταν είσαι εθισμένος σε ένα μέρος και έναν αγώνα; Που σε κάνει να θες να είσαι εκεί, να συμμετάσχεις, να είσαι μέρος της γιορτής;
Το Zagori Mountain Running μου έχει κάνει ζημιά. Σαν το σκυλί του Παβλόφ, περιμένω να έρθει Ιούλιος να ανέβω στα Ζαγοροχώρια, να περάσω τα Ιωάννινα, να διασχίσω την Ελλάδα για να βρεθώ εκεί. Από τα 10 χλμ., έτρεξα δυο φορές τα 44 και φέτος τερμάτισα στα 80 χλμ. Μου λείπουν ο αγώνας των 21 χλμ. και ο παιδικός. Αλλά εκεί δεν βλέπω να με αφήνουν να πάρω μέρος!
Το μέρος δονείται από την παρουσία μας. Ο καθένας στον αγώνα του, δεν έχει μικρό και μεγάλο. Είναι βασικό να ανέβεις στο Τσεπέλοβο και στους Κήπους με σεβασμό για κάθε δρομέα, αλλιώς μην πας. Τώρα όμως θα σου πω λίγα λόγια για τον δικό μου αγώνα.
Ξεκινάμε στις 4.30 το πρωί. Στη ζώνη του λυκόφωτος θα μπαίναμε μία ώρα μετά. Ώς τότε, φακοί κεφαλής και υπομονή. Η ανηφόρα γειώνει κυριολεκτικά και μεταφορικά τον δρομέα. Είναι ένα διαρκές χαστούκι που εδώ διαρκεί για 11 χιλιόμετρα. Αν οι θεοί μετακόμιζαν από τον Ολυμπο, θα φέρνανε εδώ τις οικοσκευές και τις οικογένειες. Το χάος. Πέτρα, χορτάρι και γκρίζα βουνά.
Κατεβαίνουμε, αλλά δεν θέλω να σε ξεγελάει αυτό. Για τους δρομείς βουνού, η κατηφόρα είναι σαν να πηγαίνεις για ψώνια στις 24 Δεκεμβρίου. Λες ότι θα περάσεις καλά, αλλά… μαρτυράς. Οι τετρακέφαλοι πρήζονται και τα διαστρέμματα καραδοκούν. Φτάνουμε στη Μονή Στομίου και μας περιμένει η Νταβάλιστα, μια εξουθενωτική ανηφόρα ανάμεσα σε δέντρα που αργά και σταθερά σε ανεβάζει στο οροπέδιο των λιμνών. Οι κλίσεις είναι τρομακτικές και απαιτεί τη συγκέντρωση και την ψυχολογία σου στο 100%. Πίνουμε λίγο νερό που τρέχει στα βράχια.
Το οροπέδιο είναι πράσινο, όλα τα χρώματα και τα σχήματα είναι σε υπερβολή. Ανεβαίνουμε για τη Δρακόλιμνη. Μοιάζει με προσκύνημα στην παραδοξότητα της φύσης να έχει λίμνες με «δρακάκια», μικρούς τρίτωνες, στα 2.000 μ. Πίσω ξανά ώστε να ανεβούμε στο καταφύγιο της Αστράκας. Εδώ οι διοργανωτές, ίσως άθελά τους, παίζουν ένα παιχνίδι. Ο αγώνας των 44 χλμ. που ξεκίνησε ύστερα από μας ανεβαίνει από το Πάπιγκο στην Αστράκα ενώ εμείς κατεβαίνουμε. Χαιρετισμοί, κάματος και κόπος για όσους ανεβαίνουν, στιγμιαία λύτρωση και κατηφορικό παιχνίδι για εμάς.
Το Πάπιγκο είναι ένα καταφύγιο. Εκεί βρίσκουμε σακίδια με φρέσκα ρούχα και ό,τι άλλο θέλει ο καθένας. Εκεί και οι δικοί μας άνθρωποι που λειτουργούν σαν power banks. Φορτίζουν τα κουρασμένα μυαλά και σώματα. Πέρα από το μετάλλιο και την εμπειρία, κέρδισα και άλλα σε αυτόν τον αγώνα. Τελικά αυτό είναι που μένει: με το μετάλλιο δεν μπορείς να συζητάς, ενώ και η δρομική εμπειρία εσωτερικεύεται.
Κατεβαίνω για τις πηγές του Βοϊδομάτη σε αφόρητη ζέστη, αυτή που βράζει το σώμα σου: Νέα Μάκρη με 40 βαθμούς Κελσίου χωρίς ομπρέλα. Περνάω αρκετά χιλιόμετρα με γρήγορο περπάτημα καθώς έχουμε αγώνα μπροστά μας. Μιλάω με τους περιπατητές από τις διάφορες χώρες, δίνει μεγάλο κουράγιο η παρουσία τους. Και έρχεται η Σκάλα Μονοδενδρίου για να μετανιώσεις πραγματικά για όλα τα κρίματά σου. Ανεβαίνω αργά και σταματάω. Δύο συναθλητές μου μιλάνε και μου μεταφέρουν την ηρεμία τους παρά την κούραση που είχαν. Με φιλεύουν και δύο ενεργειακά τζελ, οπότε κάτι αρχίζει να κινείται. Μονοδένδρι και η παρέα είναι πάλι εκεί να με ταχταρίσει και να με… γλεντήσει. Είμαι σαν την μπάλα που δίνουν στις φώκιες! Βγάζουν σέλφι, με ταΐζουν, με γδύνουν. Μπαλάκι, σου λέω!
Αρχίζω να περνάω από τα χωριά, τη Βίτσα, το Δίλοφο, σε ωραία μαλακά τοπία με κάποιες ανηφόρες. Εκείνον το χωματόδρομο – γολγοθά πριν από το Δίλοφο θα βάλω να τον βομβαρδίσουν, να ισιώσει! Το να πηγαίνεις κάθε χρόνο στον ίδιο αγώνα σού δίνει τροφή για σκέψη. Στο Δίλοφο έχω μείνει, έχω στηθεί εθελοντικά στον σταθμό και να τώρα να περνάω προς τον τερματισμό των 80 χλμ. Και λες «τα έχω κάνει όλα».
Φτάνω στους Κήπους με τα ωραία γεφύρια. Μένουν 10 χλμ. Ενας πρόσκαιρος εκνευρισμός μού δίνει τέτοια ένταση που, παρά την τρομερή δυσκολία της στιγμής και των 8 πολύ δύσκολων χιλιομέτρων, ανεβαίνω στο Καπέσοβο γρήγορα. Κοιτάω πίσω και μια πράσινη θάλασσα απλώνεται ώς εκεί που βλέπεις.
Ο ήλιος κρύβεται και προλαβαίνω να του πω «μεγάλε, ωραία μέρα ήταν σήμερα». Σουρουπώνει, μαλακώνουν όλα και ανάβω πλέον τον φακό μου. Κατεβαίνω δυνατά τη Σκάλα Τσεπέλοβου. Τα 79 χλμ. είναι πίσω μου, σκέφτομαι τους εθελοντές και την αμέριστη συμπαράστασή τους, το εκτός προγράμματος ψωμοτύρι στο Καπέσοβο, το λουκουμάκι στη Βίτσα και το μικράκι με τα γυαλιά στο Πάπιγκο που με ρώτησε, στον πληθυντικό, αν θέλω νερό.
Μπαίνω στην πλατεία. Αν θες έναν λόγο, έλα να τρέξεις τα 44 ή τα 80 απλά και μόνο για να μπεις στην πλατεία και να ανατριχιάσεις με το χειροκρότημα. Φτάνω. Ξέρω ποιοι θα είναι εκεί. Ο πιο σοβαρός λόγος για να τερματίσω. Οι φίλοι μου.
Ο Αρης Γαβριελάτος είναι 39 ετών και τερμάτισε τον αγώνα TeRΑ 80km στα βουνά του Ζαγορίου σε 17 ώρες και 12 λεπτά. Εχουν περάσει δύο εβδομάδες και το μυαλό του είναι ακόμη εκεί. Οπως και το μυαλό όσων τον συνόδεψαν. Και όλοι τους σχεδιάζουν ήδη πώς να πάρουν ζβάρα τα βουνά, τις κορφές, νησιά και πόλεις, τα χωριά, γιοφύρια και να τ’ αλωνίσουν, όπως προτρέπουν οι Villagers of Ioannina στο τραγούδι που έδινε την εκκίνηση για όλους τους αγώνες του Zagori Mountain Running.