Τον περασμένο μήνα οι θεατές κατέκλυσαν τους κινηματογράφους για να δουν τον «Πόλεμο στον Πλανήτη των Πιθήκων» στην οποία ένας στρατός μεταλλαγμένων ανθρωποειδών πιθήκων διεξάγει πόλεμο κατά της ανθρωπότητας. Χιμπαντζήδες με άλογα, γορίλλες με αυτόματα και ουραγκουτάγκοι επιστήμονες αναμφίβολα κάνουν για τον κινηματογράφο.
Στον «Πλανήτη των πιθήκων» το 1963, το μυθιστόρημα του Πιερ Μπουλ, στο οποίο βασίζεται η ταινία, ο διαστημικός ταξιδιώτης Oδυσσέας Μερού εγκλωβίζεται σε έναν τρομακτικό πλανήτη που κυβερνάται από γορίλλες, ουραγκουτάγκους και χιμπαντζήδες που έχουν αντιγράψει τη γλώσσα, τον πολιτισμό και την τεχνολογία του πρώην αφεντικού τους.
Μεγάλο μέρος του δυσοίωνου ρεαλισμού του «Πλανήτη των πιθήκων» οφείλεται στην εντυπωσιακή προσοχή του Μπουλ για την επιστημονική λεπτομέρεια και την έρευνα σχετικά με τη συμπεριφορά των ζώων εκείνη την εποχή. Αξιοποίησε τη δημοφιλή ιδέα ότι κάποια ζώα, όπως οι χιμπαντζήδες και τα δελφίνια, έχουν σύνθετα αλλά συγκαλυμμένα συστήματα επικοινωνίας που οι άνθρωποι δεν μπορούν να καταλάβουν.
Στην πραγματικότητα οι πίθηκοι εδώ στη Γη δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποκτήσουν τον ανθρώπινο πολιτισμό μόνο μέσω της μίμησης. Ο πολιτισμός απαιτεί βασικές βιολογικές δυνατότητες που διαμορφώνονται στη διάρκεια μεγάλων χρονικών περιόδων εξέλιξης. Οι χιμπαντζήδες απλώς δεν έχουν τον φωνητικό έλεγχο ή τη φυσιολογία για να παράγουν ομιλία. Επιπλέον, οι σύγχρονοι πίθηκοι δεν θα μπορούσαν να γίνουν ευφυείς ακόμη και με φάρμακα που ενισχύουν τον εγκέφαλο.
Εδώ και πολλές δεκαετίες οι μελέτες για τη διδασκαλία της γλώσσας στους πιθήκους γίνονται με μεγάλο ενθουσιασμό. Κι όμως, σχεδόν όλοι οι γλωσσολόγοι θα συμφωνούσαν ότι οι πίθηκοι στα πειράματα αυτά δεν είχαν παραγάγει ανθρώπινη γλώσσα και δεν μπορούσαν να μάθουν τους κανόνες της γραμματικής. Ενα παιδί δύο ετών, λίγους μήνες αφού εκφράσει τα πρώτα του λόγια, μπορεί να παράγει σύνθετες, γραμματικά ορθές και ποικίλες προτάσεις που περιλαμβάνουν ρήματα, ουσιαστικά, προθέσεις και προσδιορισμούς. Μπορεί να το κάνει επειδή το ανθρώπινο μυαλό εξελίχθηκε για να κατανοήσει και να παραγάγει γλώσσα.
Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι η γλώσσα προέκυψε από τη χρήση νοηματοδοτούμενων σημείων/συμβόλων. Οι πρόγονοί μας βυθίστηκαν σε έναν κόσμο πλούσιο σε σύμβολα και αυτό δημιούργησε την εξελικτική ανατροφοδότηση η οποία ευνοεί τις νευρικές δομές που μας επιτρέπουν να χειριζόμαστε αποτελεσματικά τα σύμβολα. Η σύνταξη της ανθρώπινης γλώσσας σήμερα κατέστη δυνατή από τη μακρά χρήση συμβολικών πρωτογλωσσών από τους προγόνους μας. Τα γονίδια και ο πολιτισμός συνετέλεσαν στην αναδιοργάνωση του ανθρώπινου εγκεφάλου.
Δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι ο Μπουλ έδωσε έμφαση στη μίμηση. Οι άνθρωποι προέρχονται από μια μακρά σειρά μιμητών οι οποίοι μιμούνται τις αντιδράσεις φόβου του άλλου για να εντοπίσουν τους θηρευτές και να αποφύγουν τον κίνδυνο. Σήμερα αυτό αντανακλάται κυρίως στην ενσυναίσθηση. Χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά θα παρακολουθούσαμε όλοι ταινίες εξίσου αδιάφοροι με έναν δολοφόνο ή ένα φιλί.
Η ανθρώπινη κουλτούρα που εξελίχθηκε επί χιλιετίες δεν είναι κάτι που ένα άλλο είδος μπορεί να αντιγράψει εύκολα. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα υπάρξει πόλεμος μεταξύ των ανθρωποειδών στη Γη.
Ο Κέβιν Λέιλαντ είναι καθηγητής Εξελικτικής Βιολογίας και συγγραφέας του βιβλίου «Darwin’s Unfinished Symphony»