Αρχισα να τρέχω το 2009 και μάλιστα εντελώς τυχαία. Μέχρι τότε, απλώς περπατούσα με τη σύζυγό μου και τον σκύλο μας στην Πάρνηθα και τις καθημερινές στο Κτήμα Συγγρού πριν πάμε στο μαγαζί για δουλειά. Στις αρχές όμως εκείνης της χρονιάς έχασα τον πατέρα μου και ήμουν πολύ φορτισμένος συναισθηματικά. Χρειαζόμουν κάτι πιο έντονο για να ξελαμπικάρω. Κάπως έτσι, το περπάτημα έγινε τρέξιμο. Μη φανταστείς τίποτα το ιδιαίτερο, δύο φορές την εβδομάδα από ένα μισάωρο στο Κτήμα.
«Γίνεται ένας αγώνας στην Πάρνηθα, πάμε;», μου είπε μια μέρα. «Για χαβαλέ». «Πάμε» της απαντάω. «Ομως γιατί άραγε τη διαδρομή τη λένε “Σκαλάκια”;» ρωτάω. «Μου είπαν πως είναι ένα μονοπάτι από το τελεφερίκ μέχρι πάνω που μοιάζει με σκάλα» εξηγεί. «Αποκλείεται. Κάτι δεν κατάλαβες καλά» λέω. Κι όμως ήταν έτσι. Αυτή ήταν η πρώτη μου εμπειρία με τα Σκαλάκια της Πάρνηθας. Φυσικά στον αγώνα μάς πέρασαν κι οι… πέτρες και κάναμε να περπατήσουμε μια βδομάδα. Ετσι κατάλαβα ότι η «προπόνηση» που έκανα δεν ήταν αρκετή. Μου άρεσε όμως τόσο το κλίμα του αγώνα και η ενέργεια του κόσμου που με αναζωογόνησε. Βιαζόμουν να το ξαναζήσω. Εψαξα λίγο και είδα ότι ύστερα από τρεις εβδομάδες είχε άλλον έναν αγώνα στην περιοχή. Alpamayo έλεγε, «εύκολο» τον θεώρησα, και μάλιστα δεν μου έφτανε η μικρή κούρσα μπήκα και στα πολλά χιλιόμετρα! Πανωλεθρία, εννοείται. Στον τερματισμό ήταν σαν να με είχε πατήσει τρένο. Αυτός ο αγώνας όμως ήταν για μένα σταθμός. Εκεί κόλλησα το μικρόβιο του ορεινού τρεξίματος.
Δύο μήνες μετά πήγα για πρωινό τρέξιμο στο Συγγρού. Εκεί συνάντησα τυχαία τον Νίκο Κωστόπουλο με τον σκύλο του. Τον είχα γνωρίσει στο Alpamayo, ήταν τεχνικός διευθυντής του αγώνα και πιάσαμε την κουβέντα. «Αύριο το πρωί θα κάνω κι εγώ προπόνηση, δεν έρχεσαι;» μου λέει. Πήγα. Μου βγήκε η γλώσσα, αλλά δεν τα παράτησα. Ούτε εκείνος παράτησε εμένα. Εγινε προπονητής μου, φίλος μου και με βοήθησε να έχω επίμονη, υπομονή και αντοχή ώστε να μπορέσω να βελτιώνομαι σιγά σιγά. Από τότε έχουν περάσει οκτώ χρόνια γεμάτα εμπειρίες, διασκέδαση αλλά και πόνο. Και γνωριμίες. Χάρη στο ορεινό τρέξιμο, έχω πάει σε μέρη που δεν είχα ξανάπαει μέχρι τότε και έχω γνωρίσει ανθρώπους που έχουν γίνει φίλοι ζωής.
Κι αν τα βουνά τα τρέχω μόνος, προκειμένου να σταθώ στην εκκίνηση κάθε αγώνα με έχει στηρίξει μια ομάδα ανθρώπων που χωρίς αυτούς πιστεύω ότι δεν θα είχα πάει μέχρι τη γωνία: η σύζυγός μου που ανέχεται εμένα και τις προπονήσεις μου σε αργίες και ημέρες οικογενειακές. Εκείνη άλλωστε «τρέχει» στο μαγαζί μας για να μπορώ να είμαι εγώ όσο το δυνατό αναπόσπαστος για τις προπονήσεις και τους αγώνες. Επειτα είναι οι φίλοι με τους οποίους τρέχω κάθε μέρα. Το να τους συναντήσω είναι ένα κίνητρο και στην προπόνηση. Ο ένας τραβάει τον άλλο και βγαίνει πιο εύκολα, ειδικά όταν είσαι κουρασμένος. Και φυσικά ο κόουτς μου με τις γνώσεις και τις εμπειρίες του όπως και οι σπόνσορές μου.
Την άσφαλτο; Απλώς τη βαριέμαι. Το βουνό με γεμίζει: μου αρέσουν οι εναλλαγές στο τοπίο, το υψόμετρο, η θερμοκρασία. Λατρεύω τις μυρωδιές, τα διαφορετικά τερέν. Το βουνό πρέπει να το σέβεσαι. Το τρέξιμο εκεί δεν είναι απλό. Γι’ αυτό είναι πιο όμορφο. Το τρέξιμο στα μονοπάτια μού δίνει δύναμη. Και όσο μπορώ θα τα τρέχω.
Ο Σταύρος Στεφανής από το 2009, οπότε και εμφανίστηκε στο προσκήνιο του ορεινού τρεξίματος, έχει σταθερή θέση στα βάθρα και στις κορυφαίες θέσεις της κατάταξης των αγώνων στους οποίους εμφανίζεται