Το παραμύθι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε, έγινε αξιοπρεπής κι ευπαρουσίαστος δεν έπιασε. Το διέψευσε κατηγορηματικά η καθημερινότητα.
Ως εκ τούτου ο πολιτισμικός και πολιτικός διχασμός που πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ πυροδότησε παραμένει ισχυρός και τοποθετεί τα κυβερνητικά κόμματα στην απέναντι όχθη από τις δυνάμεις του ευρωπαϊκού δημοκρατικού τόξου.
Τον τελευταίο καιρό όμως κυκλοφορεί νέο παραμύθι. «Εντάξει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άλλαξε αλλά δεν άλλαξαν ούτε οι άλλοι. Παραμένουν κακοί νεοφιλελεύθεροι. Να ενωθούμε λοιπόν εναντίον τους».
Διότι ο λαός μπορεί να ψηφίζει ό,τι του καπνίσει αλλά βασικά δεν πρέπει να ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά.
Ταπεινή πρόβλεψη; Ούτε αυτό το παραμύθι θα πουλήσει.
Οι σημερινές διαχωριστικές γραμμές έχουν διαμορφωθεί, διαπερνούν βαθιά την ελληνική κοινωνία κι αντιστοιχούν σε υπαρκτές συγκρούσεις κι αντιλήψεις. Θα χρειαστούν χρόνος κι εκλογές για να διαμορφωθεί (αν διαμορφωθεί…) ένας άλλος συσχετισμός και κυρίως για να αποδυναμωθεί η υγειονομική ζώνη που έχει συγκροτηθεί γύρω από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Πρώτα από όλα επειδή δεν πείθει ο εχθρός.
Τα καλαμπούρια περί Δεξιάς και λοιπών δράκων ανάγονται στις εποχές που ο Ανδρέας Παπανδρέου άλλαζε συζύγους, η Θάτσερ κέρδιζε εκλογές, το «ανατολικό μπλοκ» έβγαζε ντοπαρισμένους αθλητές, η Ευρωπαϊκή Ενωση αριθμούσε λιγότερα από τα μισά σημερινά της μέλη κι ο Λαλιώτης υποσχόταν ότι το 2000 θα γίνει 49 ετών.
Οταν δηλαδή δεν υπήρχαν ούτε ΟΝΕ, ούτε ευρώ, ούτε καν κινητά τηλέφωνα, applications και Ιντερνετ.
Αυτός ήταν ίσως ένας κόσμος από το παρελθόν του οποίου «ο λαός δεν ξεχνά, τι σημαίνει Δεξιά».
Αλλά, ευτυχώς ή δυστυχώς, είναι ένας κόσμος που έχει εξαφανιστεί προ πολλού, μαζί με τον λαό που δεν ξεχνούσε. Μπορούμε να τον αναπολούμε στα καφενεία –χαριτωμένο αλλά άνευ σημασίας!
Διότι πραγματική πολιτική δεν γίνεται ούτε με ναφθαλίνη, ούτε με νοσταλγία. Ακόμη λιγότερο γίνεται με συνθήματα και στερεότυπα μιας άλλης εποχής.
Αντιθέτως και με τα σημερινά δεδομένα χρειάζεται ικανή δόση ανισορροπίας για να σε εξοργίζει αορίστως ο «νεοφιλελευθερισμός» όταν δεν μπορείς να πληρώσεις τους φόρους του Τσίπρα. Κι ούτε νομίζω να υπάρχει σήμερα Ελληνας οιασδήποτε απόχρωσης που αισθάνεται ότι απειλείται αν ο Μητσοτάκης γίνει Πρωθυπουργός –είτε τον ψηφίζει, είτε δεν τον ψηφίζει.
Μόνο κάτι συριζαίοι φοβούνται μήπως χάσουν το χαρτζιλίκι κι ο Κουρουμπλής που δεν θα διορίζει τους συγγενείς του!
Πολιτική λοιπόν δεν σημαίνει αναμνήσεις από τα παλιά, ούτε συνταγές από το ντουλάπι της γιαγιάς αλλά κατανόηση του πραγματικού κόσμου στον οποίο ζούμε –ακόμη κι αν επιδιώκουμε να τον αλλάξουμε… «Τον κόσμο δεν τον αλλάζεις ούτε με χλευασμό, ούτε με κατάρες» λέει μια παλιά εβραϊκή παροιμία.
Να μιλήσουμε συνεπώς για την ουσία των πραγμάτων. Ποια είναι αυτή;
Από την εποχή που το ΠΑΣΟΚ έπαιζε «Κάρμινα Μπουράνα» στο Σύνταγμα, έχουν συντελεστεί τέσσερις δραματικές αλλαγές που προσδιορίζουν την κατάσταση όχι μόνο της Ελλάδας αλλά του πλανήτη.
Πρώτον, η παγκοσμιοποίηση. Η οποία δεν είναι επιλογή κάποιων (όπως ισχυρίζεται η Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία) αλλά η εξέλιξη της ανθρωπότητας. Αποτελεί ένα ανυπέρβλητο δεδομένο ακόμη στην πιο πεζή καθημερινότητα.
Μια ακαταμάχητη παγκοσμιοποίηση που δημιούργησε και δημιουργεί εντελώς διαφορετικές συνθήκες ύπαρξης κι επιβίωσης στον πλανήτη. Και η οποία, μεταξύ άλλων, εμπέδωσε την κυριαρχία των αγορών –που μάλλον δεν παίρνουν χαμπάρι από νταούλια.
Μας αρέσει, δεν μας αρέσει.
Δεύτερον, η ευρωπαϊκή οικονομική και νομισματική ένωση μαζί με το κοινό νόμισμα.
Ξεκίνησε ως πολιτική επιλογή αλλά πλέον εξελίχθηκε κι αυτή σε δεδομένο. Ολοι συμφωνούν ότι το κόστος μιας επιστροφής προς τα πίσω θα ήταν τεράστιο και γι’ αυτό αποτρεπτικό.
Κοινό νόμισμα όμως σημαίνει εκχώρηση κυριαρχίας. Κι αποδοχή μιας πολιτικής που διαμορφώνεται σε ευρωπαϊκό κι όχι εθνικό επίπεδο, με ευρωπαϊκούς κι όχι εθνικούς συσχετισμούς.
Για να το πω χοντρά: οι αποφάσεις του Eurogroup δεν συνεκτιμούν απαραιτήτως τις εκλογικές επιδόσεις της Ανω Ποταμιάς.
Μας αρέσει, δεν μας αρέσει.
Το κατάλαβε ακόμη κι ο Τσίπρας το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησής του –αν και με ακριβά δίδακτρα…
Τρίτον, η κοινή βάση της παγκοσμιοποίησης, των αγορών και της ΟΝΕ, η λειτουργία δηλαδή της παγκόσμιας κι ευρωπαϊκής οικονομίας, συγκροτείται από ένα σύνολο αρχών, πεποιθήσεων κι αντιλήψεων το οποίο κάποιοι αποκαλούν «νεοφιλελευθερισμό».
Προσωπικά νομίζω ότι δεν ξέρουν τι τους γίνεται αλλά δεν τους χαλάω χατίρι: θα το πω κι εγώ «νεοφιλελευθερισμό» να διασκεδάσουμε.
Τι σημαίνει όμως αυτό; Πως όποιος θέλει να πολεμήσει ή να καταργήσει τον «νεοφιλελευθερισμό» πρέπει να βρει έναν τρόπο να αναστείλει την παγκοσμιοποίηση (ίσως με έναν παγκόσμιο πόλεμο) ή να αποκοπεί από αυτήν (ο δρόμος του Μαδούρο και του Κιμ Γιονγκ Ουν) ή να φύγει από το ευρώ (σε συνθήκες εθνικής καταστροφής).
Αλλος δρόμος δεν υπάρχει. Μας αρέσει, δεν μας αρέσει.
Ρωτήστε και τον Τσίπρα –που πλήρωσε ακριβά τις απορίες του…
Τέταρτον, με αυτά τα δεδομένα οι προτροπές περί «αντινεοφιλελεύθερου» ή «αντιδεξιού» μετώπου από όπου κι αν προέρχονται συναγωνίζονται σε αξία τις υποσχέσεις εκείνων που θα έσκιζαν το Μνημόνιο ή θα το καταργούσαν με έναν νόμο κι ένα άρθρο.
Προτροπές παραπειστικές και προσχηματικές.
Παραπειστικές επειδή είναι ανέφικτες ή τόσο καταστροφικές που καθίστανται ανέφικτες. Αυτός είναι ο κόσμος, αυτή είναι η Ευρώπη, αυτοί είμαστε εμείς. Τελεία.
«Μην γελιέστε, τελικά θα πάρουμε ό,τι μας δώσουν» φέρεται να ομολογεί αφοπλιστικά αλλά και ρεαλιστικά ο Σταθάκης στη «Βαρουφακιάδα».
Προσχηματικές επειδή ο πόλεμος εναντίον ενός ανύπαρκτου εχθρού δεν είναι παρά η κατασκευή ενός αχρείαστου εχθρού προκειμένου να βολευτούν όσοι ψάχνουν άλλοθι να προσεγγίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά χωρίς τις πομπές του.
Είναι η εναγώνια προσπάθεια κάποιων επιτηδείων ή «χρήσιμων ηλιθίων» να επινοήσουν έναν ΣΥΡΙΖΑ χωρίς ΣΥΡΙΖΑ που θα επιτρέψει στους ίδιους να επιβιώσουν σε κάποιο προσκήνιο ή παρασκήνιο.
Αλλοτε στο όνομα μιας υποθετικής «αντιδεξιάς» κοινής βάσης, άλλοτε απέναντι στην κοινή απειλή ενός φανταστικού «νεοφιλελεύθερου» εχθρού.
Αλλά κουβέντα να γίνεται.
Διότι η αίσθησή μου είναι ότι αυτοί οι καλοί (και λιγότερο καλοί…) άνθρωποι γυρεύουν κάτι σαν σκορδαλιά χωρίς σκόρδο. Εναν καθωσπρέπει ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή που θα αποτελεί εύσχημο και νομιμοποιημένο καταφύγιο για την πάρτη τους.
Μόνο που τέτοιο φαγητό δεν υπάρχει. Δυστυχώς όποιος φάει την σκορδαλιά, θα φάει και το σκόρδο. Κι όποιος θέλει ΣΥΡΙΖΑ θα πάρει τον ΣΥΡΙΖΑ που ξέρουμε.
Αν βρωμάει μετά, δικό του θέμα.