Το 1940, όταν η Βρετανία αντιστεκόταν μόνη κατά της ναζιστικής Γερμανίας, κυκλοφόρησε ένα μικρό βιβλίο με τον τίτλο «Guilty Men» («Ενοχοι») και το ψευδώνυμο Cato. Οι πραγματικοί συγγραφείς ήταν ο μετέπειτα αρχηγός του Εργατικού Κόμματος Μάικλ Φουτ, ο φιλελεύθερος δημοσιογράφος Φρανκ Οουεν και ο συντηρητικός δημοσιογράφος Πίτερ Χάουαρντ. Το βιβλίο ζητούσε εξηγήσεις από εκείνους που ήταν ακόμη μέλη της κυβέρνησης του Ουίνστον Τσόρτσιλ –όπως ο Νέβιλ Τσάμπερλεν και ο Λόρδος Χάλιφαξ –των οποίων η πολιτική κατευνασμού απέναντι στον Χίτλερ είχε φέρει το Ηνωμένο Βασίλειο στα πρόθυρα της εξαφάνισης.
Σήμερα έχει έρθει η ώρα να κατονομάσουμε εκ νέου ενόχους και όχι μόνο στη Βρετανία όπου η δημοκρατία υποφέρει από τις συνέπειες του Brexit. Στις Ηνωμένες Πολιτείες κυριαρχεί επίσης η παράνοια, με την ακροδεξιά επιθετικότητα στο Σάρλοτσβιλ να έχει στοιχίσει τον θάνατο ενός ειρηνικού διαδηλωτή και τον τραυματισμό πολλών ακόμη.
Οπως αναμενόταν ο πρόεδρος Τραμπ δεν ανέφερε ονόματα και χρειάστηκε δύο ημέρες για να καταδικάσει τις ρατσιστικές οργανώσεις που προκάλεσαν χάος στην πόλη. Υστερα έκανε πίσω, εξισώνοντας τους ακροδεξιούς εξτρεμιστές με όσους τους αντιτάχθηκαν. Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν άναψε εκείνος τη φωτιά, όπως δεν την άναψαν οι οπαδοί του Brexit στην Αγγλία. Πρέπει να κοιτάξουμε πίσω από αυτά τα πρόσωπα για να δούμε ποιος είναι πραγματικά υπεύθυνος για την υποδαύλιση αυτού του πολιτικού κλίματος. Και ο υπ’ αριθμόν ένα υπεύθυνος είναι ο Ρούπερτ Μέρντοκ.
Για πολλές δεκαετίες, αυτός ο ιμπρεσάριος του ακροδεξιού πολιτικο-ψυχαγωγικού συμπλέγματος εκτραχύνει την πολιτική στις ΗΠΑ και τη Βρετανία –ας μη μιλήσουμε για την πατρίδα του την Αυστραλία –προκειμένου να κερδίζει χρήματα και να αυξάνει την επιρροή του. Ας αφήσουμε τις καταγγελίες εναντίον του Fox News Channel για σεξουαλική κακοποίηση και επιθέσεις. Ας αφήσουμε τη σκανδαλώδη παγίδευση ιδιωτικών τηλεφώνων στη Βρετανία που οδήγησε το 2011 στο κλείσιμο της «News of the World». Για να περιγράψουμε την ενοχή του Μέρντοκ, είναι αρκετό να επικεντρωθούμε στο όργιο ψεμάτων που μεταδίδουν τα μέσα τα οποία ελέγχει.
Ενα παράδειγμα είναι οι επανειλημμένες προσπάθειες του Fox News να συνδέσει τον φόνο του Σεθ Ριτς, ενός νεαρού υπαλλήλου της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών, με το επιτελείο της Χίλαρι Κλίντον. Το ίδιο κανάλι υποστήριξε και την άλλη εξωφρενική θεωρία συνωμοσίας, σύμφωνα με την οποία η Κλίντον και η ακολουθία της διηύθυναν δίκτυο παιδεραστίας με προκάλυμμα μια πιτσαρία στην Ουάσιγκτον. Η καλλιέργεια αυτής της συκοφαντίας οδήγησε έναν ένοπλο να εισβάλει στην πιτσαρία και να ανοίξει πυρ. Αλλά ούτε τότε πτοήθηκε το κανάλι. Και διέδωσε το άλλο κατάφωρο ψέμα, ότι δήθεν η βρετανική επιτροπή συλλογής στοιχείων για αντικατασκοπία είχε λάβει εντολή από τον Ομπάμα να κατασκοπεύσει τον Τραμπ στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Σε οποιονδήποτε υπεύθυνο ειδησεογραφικό όμιλο, η αποκάλυψη αυτών των ψεμάτων θα οδηγούσε σε απολύσεις. Οχι όμως στις επιχειρήσεις του Μέρντοκ. Ως πρώην πολίτις μιας χώρας –της Σοβιετικής Ενωσης –την οποία η προπαγάνδα είχε διαφθείρει ηθικά και πολιτικά, γνωρίζω τη ζημιά που μπορεί να κάνει η χρησιμοποίηση των ειδήσεων ως όπλων. Ο Μέρντοκ είναι ένας από τους μεγάλους ενόχους της εποχής μας, και πρέπει να τον σταματήσουμε.
Η Νίνα Χρουστσόβα είναι ρωσοαμερικανίδα καθηγήτρια και συγγραφέας