Σύμφωνα με μια αρκετά λογική θεωρία, δύο είναι οι τομείς στους οποίους μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να αφήσει το στίγμα της. Και κανείς από τους δύο δεν είναι η οικονομία, εδώ τα πράγματα είναι λίγο – πολύ δεδομένα, οι διαφορές των δύο ιδεολογικών στρατοπέδων εξαντλούνται στο ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του κράτους προκειμένου να αποφεύγονται ή να διορθώνονται οι υπερβολές της αγοράς. Ο Τσακαλώτος θα μπορούσε να είναι υπουργός οποιασδήποτε κυβέρνησης –αλλά του έλαχε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι τομείς που προσφέρονται, αντίθετα, για ουσιαστικές αριστερές παρεμβάσεις, και –διόλου κατά σύμπτωση –έπασχαν ανέκαθεν σ’ αυτόν τον τόπο, είναι η υγεία και η παιδεία. Η πρώτη στιγματίστηκε διά παντός από τον Πολάκη και τις εξωφρενικές αναρτήσεις του. Η δεύτερη χρησιμοποιείται σήμερα από την κυβέρνηση για μικρομματικούς σκοπούς. Και, συγκεκριμένα, για να προσεγγιστούν οι σημερινοί μαθητές των τελευταίων τάξεων του λυκείου που στις επόμενες εκλογές θα ψηφίσουν για πρώτη φορά.
Σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου γίνονται συζητήσεις και λαμβάνονται αποφάσεις για να είναι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα πιο κοντά στις ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας. Εδώ, το μόνο που απασχολεί την εκάστοτε κυβέρνηση είναι οι Πανελλαδικές Εξετάσεις. Λες και είναι ποτέ δυνατόν να αλλάξει η κορύφωση μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας χωρίς προηγουμένως να αλλάξουν οι νοοτροπίες των πρωταγωνιστών της. Λες και μπορεί να «φιλελευθεροποιηθεί» η πρόσβαση στη γνώση χωρίς προηγουμένως να εκσυγχρονιστεί ο τρόπος μετάδοσης και αφομοίωσής της.
Αδυνατώντας να παρουσιάσει προτάσεις που θα αλλάξουν πραγματικά τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, ο υπουργός Παιδείας πετάει κάθε τόσο ένα πυροτέχνημα με στόχο τη συσπείρωση του κομματικού του ακροατηρίου. Η επιστροφή του πανεπιστημιακού ασύλου και της συμμετοχής των φοιτητών στη διοίκηση, η επιλογή των σημαιοφόρων με κλήρωση και η συνεχής φιλολογία γύρω από τις Πανελλαδικές Εξετάσεις, που όλο καταργούνται και όλο οι ίδιες μένουν, παρουσιάζονται ως απάντηση στον «νεοφιλελευθερισμό» της ΝΔ, ενώ δεν αποτελούν παρά λαϊκίστικες εξαγγελίες που στην καλύτερη περίπτωση αναπαράγουν τα κακώς κείμενα και στη χειρότερη οδηγούν ολοταχώς στο παρελθόν.
Αντίθετα με τον υπουργό Οικονομικών, ο συνάδελφός του επί της Παιδείας δεν θα μπορούσε να μετέχει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση. Οχι επειδή εξαγόρασε τη θητεία του την περίοδο της χούντας, αλλά επειδή θεωρεί ότι η σχετική αποκάλυψη συνδέεται με την «επαναφορά των ακαδημαϊκών κανόνων στα πανεπιστήμια». Οχι επειδή κατάργησε την προσευχή και τον εθνικό ύμνο στα σχολεία, όπως τον κατηγορούν κάποιοι ανεγκέφαλοι, αλλά επειδή παίζει τον αριστερό χαϊδεύοντας την Εκκλησία. Οχι επειδή δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη διακίνηση ναρκωτικών στα πανεπιστήμια, αλλά επειδή θεωρεί ότι το πρόβλημα αυτό μπορεί να το λύσει μόνο ένα ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα.
Ο Κώστας Γαβρόγλου δεν είναι πιο αποτυχημένος από τον προκάτοχό του. Εκείνος, όμως, τουλάχιστον συγκρούστηκε.