Από δύο έγιναν τρεις και αναμένεται να γίνουν περισσότεροι. Η επισημοποίηση της υποψηφιότητας του πρώην στελέχους της Ωρας Αποφάσεων Γιάννη Ραγκούση για την ηγεσία του νέου κεντροαριστερού φορέα ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη από τη στιγμή που απέστειλε προσκλήσεις για έκτακτη συνέντευξη Τύπου, επιβεβαιώνοντας και την εκτίμηση ότι ο αριθμός εκείνων που θα διεκδικήσουν την ηγεσία της Δημοκρατικής Παράταξης θα είναι μεγάλος.

Παρ’ όλα αυτά, ο Γιάννης Ραγκούσης είναι ο πρώτος που ανακοίνωσε επισήμως την πρόθεσή του να θέσει υποψηφιότητα. Η Φώφη Γεννηματά, που προφανώς θα διεκδικήσει την αρχηγία, όπως και ο Γιώργος Καμίνης, ο οποίος έχει επιβεβαιώσει τη δική του υποψηφιότητα, δεν έχουν προχωρήσει ακόμα σε δημόσιες εξαγγελίες, καθώς επιλέγουν χαμηλούς τόνους και θέλουν να δώσουν από την πρώτη στιγμή δείγμα της προεκλογικής τους εκστρατείας. Η πρώτη θα χρησιμοποιήσει τον θεσμικό της ρόλο ως επικεφαλής της ΔΗΣΥ, εξηγώντας την κοινωνική και οικονομική πολιτική στη ΔΕΘ και αφήνοντας έτσι το ιδεολογικό κομμάτι για την «3η Σεπτέμβρη». Ο δήμαρχος Αθηναίων, από την άλλη, αναμένεται να ανακοινώσει επίσημα την πρόθεσή του στις αρχές της προσεχούς εβδομάδας. Φιλοδοξεί, δε, η δημόσια ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του να είναι κάτι παραπάνω από μια σκέτη δήλωση: το κείμενο, το οποίο εδώ και καιρό προετοιμάζει το επιτελείο του, θέλει να έχει μια διάθεση ενωτική, αποφεύγοντας τους όποιους πολιτικούς διαχωρισμούς.

Με τους υποψηφίους να ανέρχονται επίσημα σε τρεις, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Παρότι δεν έχει ακόμα επιβεβαιώσει την υποψηφιότητά του, ο Γιάννης Μανιάτης ζυγίζει τις επόμενες κινήσεις του πριν μπει στον χορό. Τις τελευταίες μέρες φαίνεται ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης κλείνει περισσότερο προς το «ναι» παρά στο «όχι», αν και η δική του ομάδα κρατά ακόμα κλειστά τα χαρτιά της. Ο ευρωβουλευτής της παράταξης, ο οποίος έχει ήδη επικοινωνήσει με τον Νίκο Αλιβιζάτο, ακόμα και πριν από το Συνέδριο εκφράζει τις διαφωνίες του με τις κινήσεις Γεννηματά. Αν τελικά αποφασίσει να διεκδικήσει την ηγεσία, είναι δεδομένο πως θα έχει με το μέρος του ένα μεγάλο κομμάτι «της γενιάς των σαραντάρηδων», οι οποίοι εμφανίζονται ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι μετά την επεισοδιακή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής την περασμένη άνοιξη, καθώς και με την αποπομπή του γραμματέα Στέφανου Ξεκαλάκη.

Από πλευράς ΔΗΜΑΡ, ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος κρατά ακόμα κλειστά τα χαρτιά του, ενώ οι συνεργάτες του αναφέρουν πως θα ανακοινώσει τις τελικές αποφάσεις του για τη διεκδίκηση της ηγεσίας του νέου φορέα μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου. Το ΚΙΔΗΣΟ μάλλον δεν θα κατεβάσει δικό του υποψήφιο –άγνωστο μένει ποιον θα επιλέξουν να στηρίξουν, αν τελικά αυτό ισχύσει -, ενώ είναι ξεκάθαρο πως οι Κινήσεις Πολιτών θα υποστηρίξουν την υποψηφιότητα του δημάρχου Αθηναίων.

ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ. Ξεχωριστό κεφάλαιο είναι η ενδεχόμενη υποψηφιότητα του Σταύρου Θεοδωράκη, που κερδίζει έδαφος. Η εικόνα πλέον είναι διαφορετική σε σχέση με τον περασμένο Ιούνιο. Από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε η πρόθεση δημιουργίας μια νέας, μεγάλης προοδευτικής παράταξης, ο επικεφαλής του Ποταμιού είχε εκφράσει τις επιφυλάξεις του. Αφενός γιατί το αντίστοιχο εγχείρημα του 2016 δεν είχε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα και αφετέρου γιατί είχε διαλέξει ένα διαφορετικό πολιτικό στίγμα –εκείνο του προοδευτικού Κέντρου. Το ψυχροπολεμικό κλίμα μεταξύ Ποταμιού και ΔΗΣΥ τους περασμένους μήνες, το οποίο έγινε ακόμα πιο ψυχρό μετά την εισχώρηση βουλευτών στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Συμπαράταξης, «γλύκανε» μετά την παρουσία του Θεοδωράκη στο Συνέδριο της ΔΗΣΥ.

Η Σεβαστουπόλεως, ωστόσο, διατηρούσε ακόμα επιφυλάξεις. Από τη μια ήθελε να καταστεί σαφές σε όλους πως ο νέος φορέας δεν θα έχει σχέση με τη ΔΗΣΥ. Από την άλλη, από την ίδρυση ακόμα του Ποταμιού, ο Θεοδωράκης έκανε λόγο για κίνημα: για μια μεγάλη, προοδευτική δύναμη, που θα μπορέσει να αναδειχθεί στο πολιτικό κέντρο και να διεκδικήσει με προτάσεις την ψήφο των προοδευτικών ψηφοφόρων. Φαίνεται πως η παρουσία του Νίκου Αλιβιζάτου και η υπογραφή του στη διαδικασία εκλογής του νέου αρχηγού ήταν το πρώτο βήμα ώστε ο Θεοδωράκης να παρακάμψει τις όποιες ενστάσεις του και να συμμετάσχει, μαζί με Το Ποτάμι, στη διαδικασία. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δεν θα αποφασίσει μόνος: σήμερα αναμένεται η πρώτη σύσκεψη με τους στενούς συνεργάτες του και, αργότερα, η συνεδρίαση των οργάνων –καθώς υπάρχουν πολλοί που δεν βλέπουν με καλό μάτι τη θετική πρόθεση του Σταύρου. Ο,τι κι αν αποφασίσει τελικά ο Θεοδωράκης, οι επίσημες ανακοινώσεις θα ακολουθήσουν αργότερα, μετά και την πρώτη δημόσια τοποθέτηση του Νίκου Αλιβιζάτου.

Η ενδεχόμενη συμμετοχή του Ποταμιού στον νέο φορέα θα φέρει σημαντικές αλλαγές στον προοδευτικό χώρο, καθώς για πρώτη φορά και τα δύο μεγάλα κόμματα της παράταξης θα συνυπάρχουν κάτω από την ίδια στέγη, δρομολογώντας επιπλέον εξελίξεις. Γι’ αυτό, παρά τον κίνδυνο μιας ενδεχόμενης υποψηφιότητας Θεοδωράκη για τη Φώφη Γεννηματά, η Χαριλάου Τρικούπη εμφανίζεται ιδιαίτερα θετική –αν και η μορφή του νέου κόμματος, καθώς και οι επί της διαδικασίας διαβουλεύσεις δεν αναμένεται να είναι εύκολη υπόθεση.

ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Ο Γιάννης Ραγκούσης έκανε μια επιθετική αρχή. Παρ’ όλο που περιέγραψε τους δεδομένους και μη υποψηφίους ως «φίλους και συνοδοιπόρους», ξεκαθάρισε από την αρχή τα τρία σημεία στα οποία θα κινηθεί ιδεολογικά η υποψηφιότητά του: σκοπεύει να προτείνει μια νέα προοδευτική ατζέντα, να «αφαιρέσει το ηθικό πλεονέκτημα από τον ΣΥΡΙΖΑ και το πολιτικό πλεονέκτημα από τη ΝΔ», αναφέροντας ονομαστικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη –θύμισε μάλιστα την ομιλία του στο πρόσφατο Συνέδριο της ΔΗΣΥ, στο οποίο είχε αναφέρει πως «το μέλλον της παράταξης δεν μπορεί να είναι ο Γεωργιάδης και ο Βορίδης». Δεν έμεινε, μάλιστα, εκεί, αλλά μπροστά στο δίλημμα «συγκυβέρνηση με ΝΔ ή με ΣΥΡΙΖΑ», απάντησε πως φιλοδοξία του είναι το νέο κόμμα να αναδειχθεί αξιωματική αντιπολίτευση –«ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν την αφήνει για να συγκυβερνήσει», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα επανέλαβε την πεποίθησή του ότι στη διαδικασία εκλογής αρχηγού θα συμμετάσχουν πάνω από 100.000 άτομα. Για τη μορφή του νέου φορέα, ο Ραγκούσης σχολίασε πως από μόνη της η δημιουργία του νέου μητρώου οδηγεί αναπόφευκτα στην ύπαρξη ενός ενιαίου φορέα, επισημαίνοντας ωστόσο πως μόνο τα ίδια τα υπάρχοντα κόμματα μπορούν να αποφασίσουν την αυτοδιάλυσή τους, κανείς δεν μπορεί να τους την επιβάλει. Προχωρώντας στα διαδικαστικά, μίλησε με θετικά λόγια για την Επιτροπή Αλιβιζάτου και εμφανίστηκε θετικός επί της αρχής στο ενδεχόμενο διαδικτυακής ψηφοφορίας, αναφέροντας μάλιστα ως παραδείγματα τον τρόπο εκλογής κυβέρνησης στην Εσθονία, αλλά και τις εσωτερικές διαδικασίες του ιταλικού Δημοκρατικού Κόμματος –και στις δύο περιπτώσεις, η ψηφοφορία, πλήρως διασφαλισμένη, γίνεται ηλεκτρονικά από το σπίτι. Η υποψηφιότητα Ραγκούση βρήκε θετική ανταπόκριση τόσο από τη Χαριλάου Τρικούπη όσο και από τον Γιώργο Καμίνη. Πιστά στο δόγμα «όσο περισσότεροι τόσο καλύτερα», τα δύο επιτελεία θεωρούν πως με υποψηφίους εντός και εκτός της σημερινής ΔΗΣΥ ο νέος φορέας θα έχει ακόμα μεγαλύτερη διείσδυση στην κοινωνία.