«Είδα την “Οδύσσεια του Διαστήματος” στα εφτά μου χρόνια –είχε επανακυκλοφορήσει μαζί με το πρώτο “Star Wars”. Ετσι, ο πατέρας και ο αδελφός μου με πήγαν στο Odeon της Πλατείας Λέστερ όπου και την είδαμε σε γιγαντοοθόνη. Ηταν μια απίστευτη εμπειρία, λες και εξερράγη ο εγκέφαλός μου. Η νύχτα εκείνη με μεταμόρφωσε σε ορκισμένο φαν του Στάνλεϊ Κούμπρικ. Ολοι μου οι φίλοι είδαν το φιλμ του Κιούμπρικ εκείνη την περίοδο, και όλοι τη λάτρεψαν, μόνο που… κανένας από μας δεν την κατάλαβε! Θυμάμαι μαλώναμε σχετικά με τα νοήματα και τους συμβολισμούς της, αλλά αυτό τελικά δεν είναι το νόημα; Θέλω να πω πως η “Οδύσσεια του Διαστήματος” προσφέρει την αισθητηριακή διέγερση που συνήθως προσφέρει ο “καθαρός” κινηματογράφος, που έχει τη δυνατότητα να μιλά σε ανθρώπους όλων των ηλικιών. Ο κόσμος ξεχνάει πως ακόμη και τα παιδιά αγάπησαν τότε την ταινία -γιατί όλα μας εκείνη την εποχή νιώθαμε ότι ζούσαμε σε διαστημόπλοια». Η ρήση αυτή του Κρίστοφερ Νόλαν είναι ένα καλό «κλειδί» για να ανιχνεύουμε όλες τις κρυφές πτυχές της φιλμογραφίας του, αλλά και της ματιάς του πίσω από την κάμερα.

Η τελευταία του ταινία με τίτλο «Δουνκέρκη» αρχίζει με εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες των Βρετανών και των Συμμάχων περικυκλωμένους από δυνάμεις του εχθρού. Παγιδευμένοι στην παραλία, με τις πλάτες τους στη θάλασσα έρχονται αντιμέτωποι με μια αδιέξοδη κατάσταση, καθώς ο εχθρός πλησιάζει. Στη «Δουνκέρκη» πρωταγωνιστεί ένα εντυπωσιακό καστ ηθοποιών, ανάμεσα στους οποίους οι Τομ Χάρντι, Κένεθ Μπράνα, Κίλιαν Μέρφι και ο πρωτοεμφανιζόμενος Φιόν Γουάιτχεντ. Σχεδόν όλοι, Βρετανοί. Οπως και ο ίδιος: ο Κρίστοφερ Τζέιμς Νόλαν γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου 1970 στο Λονδίνο. Ο πατέρας του ήταν κειμενογράφος διαφημίσεων, ενώ η μητέρα του ήταν αεροσυνοδός. Χρήματα για κινηματογραφικές σπουδές δεν περίσσευαν, αλλά ο Νόλαν –όπως και ένας άλλος σπουδαίος αμερικανός συνάδελφός του, ο Κουέντιν Ταραντίνο –αποφάσισε νωρίς πως δεν τις χρειάζεται.

Η ΠΡΩΤΗ ΤΑΙΝΙΑ. Ετσι, έχοντας δει άπειρες ταινίες, βάζει μπροστά το πρώτο του φιλμ, υπό τον τίτλο «Following». Η ταινία κοστίζει μόλις 6.000 δολάρια, λαμβάνει θετικές κριτικές, εμφανίζεται σε διάφορα κινηματογραφικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο και φτάνει, μέσω Θεσσαλονίκης, και στη χώρα μας. Με λίγα χρήματα θα γυρίσει και το επόμενό του φιλμ, που θα τον βάλει οριστικά στον κινηματογραφικό χάρτη, το «Momento», που κυκλοφορεί το 2000 και χαρίζει στον Νόλαν την πρώτη του υποψηφιότητα για Οσκαρ στην κατηγορία Καλύτερου πρωτότυπου σενάριου.

Η επόμενη ταινία του ήταν το θρίλερ «Insomnia», που βασίστηκε στην ομώνυμη νορβηγική ταινία, με πρωταγωνιστές τους Αλ Πατσίνο και Ρόμπιν Ουίλιαμς. Ηταν η πρώτη ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν με εισπράξεις άνω των 100 εκατ. δολαρίων. Η αμέσως επόμενη ήταν η πρώτη ταινία του Μπάτμαν που σκηνοθετούσε. Πρόκειται για το «Batman Begins», με πρωταγωνιστή τον Κρίστιαν Μπέιλ, η οποία απέσπασε μία υποψηφιότητα για Οσκαρ. Η επόμενη ταινία με τίτλο «The Prestige» απέσπασε 3 υποψηφιότητες για Οσκαρ. Το σίκουελ «Ο Σκοτεινός Ιππότης» ήταν η ταινία του με τη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία, όπως και μία από τις πιο πετυχημένες εμπορικά ταινίες όλων των εποχών, με έσοδα της τάξης του 1 δισ. δολαρίων. «Ο Σκοτεινός Ιππότης» κέρδισε δύο βραβεία Οσκαρ, ένα στην κατηγορία Καλύτερου ήχου και στην κατηγορία Β’ ανδρικού ρόλου για τον πρόσφατα, τότε, αποθανόντα Χιθ Λέτζερ.

Ο ΑΔΕλΦΟΣ. Σημαντικό ρόλο σε όλα αυτά παίζει και ο αδερφός του, Τζόναθαν: το «Memento» βασίστηκε στη μικρού μήκους ιστορία του «Memento Mori», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Esquire» τον Μάρτιο του 2001, ενώ συμμετείχε στο σενάριο του «Prestige», των δύο τελευταίων Batman, «The Dark Knight» και «The Dark Knight Rises» αλλά και του «Interstellar».

Πού όμως στέκεται ο ίδιος; Είναι στ’ αλήθεια ο μεγαλύτερος ανανεωτής του σύγχρονου αμερικανικού κινηματογράφου; Αν αναλογιστείτε πως μιλάμε για ένα πεδίο πνιγμένο στις στερεοτυπικές (σε επίπεδο φόρμας –δηλαδή σε ουσιαστικό επίπεδο) ταινίες με ήρωες κόμικ που, μάλιστα, έχουν και ένα ψευτοϊδεολογικό έρεισμα (το «Wonder Woman» δεν διαφέρει σε τίποτα από μια «ματσό», «αρσενική» περιπέτεια –τι απογοήτευση!), τότε οι ταινίες του, ταινίες που απαιτούν τη συμμετοχή του κοινού (σε επίπεδο διανόησης!) φαντάζουν φιλμικές οάσεις. Λέει ο ίδιος: «Είμαι πολύ μεγάλος φαν των ταινιών του Τζέιμς Μποντ. Ο “Χρυσοδάκτυλος” διαθέτει έναν ανυπέρβλητο σατανικό τύπο, και, φυσικά, τον Σον Κόνερι στην πιο cool έκφανσή του. Η εναρκτήρια σεκάνς είναι αριστουργηματική: αφού έχει τοποθετήσει εκρηκτικά σε εργοστάσιο παρασκευής ναρκωτικών, ο Μποντ απομακρύνεται, ξεφορτώνεται τη φόρμα και μπαίνει σε κάποιο μπαρ, φορώντας λευκό σακάκι. Τη στιγμή που ακούγεται η δυνατή έκρηξη και στο μπαρ επικρατεί πανικός, έχει στο πρόσωπό του μια θαυμάσια έκφραση αδιαφορίας. Αυτή είναι η απόλυτη ουσία στον χαρακτήρα του Τζέιμς Μποντ».

Και αυτή η απουσία ανθρωπιάς όμως μοιάζει έκδηλή στο έργο του. Εκστασιάζεσαι σίγουρα παρακολουθώντας μια ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν, καθώς ομολογουμένως, παρακολουθείς εξαιρετικό σινεμά. Ο άνθρωπος είναι μεγάλος τεχνίτης, και ακόμη μεγαλύτερης αφηγητής. Ούτε χρειάζεται να αναλωθεί σε περιττούς διαλόγους, ούτε σε φλύαρα «exposition». Η ανθρωπιά όμως μοιάζει να ασφυκτιά κάτω από τη βιρτουοζιτέ. Αλλά ίσως και να ζητάμε πολλά.