Δεν συνηθίζεται να αναφέρει κανείς παρατακτικά τα τρία «μεμπτά» σημεία ενός βιβλίου και μάλιστα όταν πρόκειται για ένα βιβλίο πολύ ενδιαφέρον και καλογραμμένο όπως οι «Ομορφοι έρωτες» του Ιάκωβου Ανυφαντάκη, που περιλαμβάνει δεκαπέντε άλλοτε εκτενή και άλλοτε πολύ σύντομα διηγήματα. Με τέταρτο «μεμπτό» σημείο το οπισθόφυλλο που μοιάζει να θέλει να μεταβάλει σε σιβυλλικό ένα περιεχόμενο καθόλου δύσκολο στην προσέγγισή του, όταν γράφει για ένα διήγημα, συνοψίζοντάς το υποτίθεται, πως αναφέρεται «σ’ ένα δεκαοκτάχρονο αγόρι που νιώθει το αίμα του πράσινο, σαν τον μπερέ των λοκατζήδων», ενώ για ένα δεύτερο διήγημα πληροφορούμαστε, χάρη στο οπισθόφυλλο πάντα, πως «ένα τατουάζ στον γοφό γίνεται νησί και μετά βυθίζεται». Μοιάζει μάλιστα η επιμονή στα τρία «μεμπτά» σημεία, ακόμη περισσότερο αδικαιολόγητη καθώς τα έχουμε επισημάνει σε πλείστα όσα (αφηγηματικά κυρίως) βιβλία, όμως η εμφανής συνύπαρξή τους στους «Ομορφους έρωτες», σαν να υπονομεύει εντελώς ιδιαίτερα ένα περιεχόμενο προορισμένο να συγκινήσει και μάλιστα βαθιά. Χωρίς να χρειάζεται τα δεκανίκια των τριών μότο (τα δύο είναι του Λέοναρντ Κοέν), δεκανίκια γιατί παρατίθενται αμετάφραστα (υπάρχουν ακόμη Ελληνες που δεν γνωρίζουν αγγλικά και δεν είναι σωστό να εξαιρούνται ως αναγνώστες), ή την παράθεση στο «αφτί» του εξωφύλλου το για ποια βραβεία ήταν υποψήφιο το προηγούμενο βιβλίο του Ανυφαντάκη «Αλεπούδες στην πλαγιά». Μπορεί να πρόκειται για μια διεθνώς παγιωμένη συνήθεια, αλλά όταν τα βραβεία αμφισβητούνται πλέον παγκοσμίως ως θεσμός, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο διαβλητή είναι η επίκληση μιας υποψηφιότητας, όταν η ίδια η απονομή δεν σημαίνει τίποτε το ιδιαίτερο. Με κορυφαίο στη σειρά των «μεμπτών» σημείων την αναφορά στη σελίδα των «Σημειώσεων» στο τέλος του βιβλίου σε ποια διαδικτυακά περιοδικά και ιστοσελίδες έχουν δημοσιευθεί ορισμένα από τα διηγήματα των «Ομορφων ερώτων». Χρειάζεται να συνειδητοποιήσει κανείς που συμβαίνει να γράφει ότι ο θάνατος –κυρίως της λογοτεχνίας –θα επέλθει αν φτάσει ο ιντερνετικός «τόπος» να καταξιωθεί ως βιβλιογραφική τεκμηρίωση.
Απλά και συναρπαστικά
Το παρήγορο είναι ότι την απάντηση στις επιφυλάξεις που διατυπώσαμε, μας τη δίνει το ίδιο το οπισθόφυλλο, όταν ως συνόψιση ενός διηγήματος γράφει για «τη φωτιά που έκαψε ένα δάσος, αλλά κάποιος έκλαψε μόνο ένα πεύκο», ή χαρακτηρίζει ολόκληρο το βιβλίο πια με τη φράση «Δεκαπέντε διηγήματα για την κρυφή ομορφιά κάθε έρωτα». Τόσο απλά και τόσο συναρπαστικά και απορεί κανείς πώς ο ίδιος ο Ανυφαντάκης –σπάνια είναι αλήθεια –κόβει την περπατησιά του αυτή και θέλει να στριμώξει μέσα σ’ ένα διήγημα τριών μόνο σελίδων, όπως «Ο άσωτος αδελφός», κληρονομιές, γαμήσια, μπουνιές, βίντεο πορνό, χαστούκια, πισωκαβαλήματα, με τέτοια μάλιστα ένταση, ώστε αναρωτιέσαι στο τέλος ποιος ακριβώς ο λόγος να έχουν συμβεί όλα αυτά. Οταν σ’ ένα διήγημα όπως το «In transit» (σε μια επόμενη έκδοση να διορθωθεί ένα σημαντικό λάθος, το σωστό είναι «Το μπαρ του ξενοδοχείου» κι όχι «Το ξενοδοχείο του μπαρ»), αν επιχειρήσεις μιαν αφαίρεση και ξεχάσεις όσα σου λέει ο συγγραφέας για τους δυο ήρωές του, σε σχέση με τα βιογραφικά τους στοιχεία, για τους γάμους τους, τα διαζύγιά τους, ακόμη και για την περίσταση που τους ταλαιπωρεί, όπως είναι η ματαίωση της αεροπορικής τους πτήσης, γεγονός άλλωστε που τους φέρνει σ’ επαφή, δεν θα έπαυαν οι δύο ήρωες να παραμένουν εξίσου ενδιαφέροντες και συναρπαστικοί. Κατορθώνει ο Ανυφαντάκης κάτι πραγματικά σπουδαίο, στοιχεία καθοριστικά για μια σχέση, να τα μεταβάλλει σε διακοσμητικά, όσον αφορά το βάθος της σχέσης αυτής, και να διεκδικεί ή να εικονογραφεί τη σημασία της ένα νεύμα, μια σκέψη που γίνεται αστραπιαία, κάτι αδιόρατο και φευγαλέο, που αισθάνεσαι ότι θα βαραίνει αποκλειστικά, όταν η σχέση θα έχει γίνει αναπόληση, ενώ όλα τα άλλα θα έχουν ξεχαστεί. Η προσχηματική συνήθως αφορμή προκειμένου να συναντηθούν οι ήρωες του Ανυφαντάκη σε όλα σχεδόν τα διηγήματά του μοιάζει να αφήνει ανεπηρέαστη την αφηγηματική εξέλιξη των ιστοριών, με αποτέλεσμα να έχουμε φέτες ζωής τόσο πραγματικές, ώστε θα ορκιζόταν κανείς πως πρόκειται για ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Με ένα πρόσθετο –συγκινητικό –στοιχείο, ο κοσμοπολιτισμός να μπορεί άνετα να συναρτηθεί με μια συνοικιακή νοοτροπία, καθώς δεν έχει να κάνει με την αλλαγή ηπείρων, ή με το είδος της δουλειάς που κάνεις, ή ακόμη με το πόση ελευθερία αισθάνεσαι να σου δίνει το γεγονός ότι είσαι για όλους ο «ξένος», αφού εντονότατος παραμένει ο προβληματισμός της ηρωίδας, στο «In transit» αν θα πετάξει τα χρήματα ανακαινίζοντας το σπίτι της, ή αν τελικά θα το πουλήσει.
Μια άκρως πετυχημένη σειρά 15 ιστοριών

Αν η ενοποιός γραμμή των δεκαπέντε διηγημάτων του Ανυφαντάκη είναι ότι οι μόνοι όμορφοι έρωτες είναι όσοι δεν θα μάθει ποτέ κανείς την ύπαρξή τους, ενώ η διάρκειά τους ποικίλλει, καθώς μπορεί να κρατήσει δεκαετίες ή για μια μόνο νύχτα, τότε και τα σχεδόν δεκαπέντε διηγήματα συγκροτούν μια άκρως πετυχημένη σειρά. Με ένα επιπλέον εύσημο, να μην εξαιρείται του όμορφου έρωτα μια «τερατώδης» συνύπαρξη, όσον αφορά τις σωματικές, ηθικές και οικονομικές παραμέτρους των «συμβαλλομένων» μερών, καθώς η πιο ταπεινή ανάγκη, χωρίς να εξωραΐζεται, συνιστά μια ακένωτη πηγή τόσο πρωτότυπων αισθημάτων και σκέψεων ώστε «εξαγιάζεται» ερωτικά ακόμη και ο πιο ανίερος. Η Ομόνοια στα διηγήματα του Ανυφαντάκη συναντά και συγχρωτίζεται με το Αγιον Ορος, όχι για να υπερβεί τον εαυτό της και να μεταμεληθεί, αλλά για να αποκτήσει η κατάπτωσή της τις πραγματικές της διαστάσεις που δεν απέχουν από εκείνες μιας αποκάλυψης. Καθώς τόσο ο «ομονοιακός» όσο και ο «αγιορείτης», με όλη την ανθρωπολογική κλίμακα που παρεμβάλλεται ανάμεσά τους, προσέρχονται «ερωτικά» ως φορείς ενός μυστικού που το αγνοούν και οι ίδιοι, ενώ η αποσφράγισή του δεν κρατάει παρά δευτερόλεπτα, ώστε αν χρειαστεί να το περιγράψουν ν’ αποτυχαίνουν παταγωδώς.

Σαφώς δεν θα φανταζόταν κανείς, ακόμη και πριν διαβάσει τους «Ομορφους έρωτες», ότι θα συναντούσε ιστορίες ανθρώπων που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε ερωτικά επιτυχημένους. Αλλά να βαφτίζονται ως όμορφοι έρωτες συναντήσεις αδιέξοδες, περιστασιακές, ανομολόγητες, σπασμωδικές, που θα έκαναν τον οποιονδήποτε να ανατριχιάσει στην προοπτική τους, ενώ τώρα τις βιώνει ως μια γενναιόδωρη μοίρα, δημιουργεί μια προοπτική για τη λογοτεχνία –σαφώς όχι μόνο την ερωτική –εξαιρετικά εκμεταλλεύσιμη σε πλείστες όσες περιοχές της ζωής. Με τον Ανυφαντάκη να μην πρωτοτυπεί μόνο κατά τούτο, αλλά κυρίως με την εκφρασμένη ποικιλότροπα και αδιόρατα βεβαιότητά του ότι μόνον οι περιστασιακές ή κρυφές ερωτικές σχέσεις μπορεί να χαρακτηριστούν ως όμορφες, καθώς φέρνουν στην επιφάνεια έναν κόσμο βασανισμένο, που οι «κανονικές» ερωτικές σχέσεις μοιάζει να τον αγνοούν.

Ιάκωβος Ανυφαντάκης

Ομορφοι έρωτες

Εκδ: Πατάκη, 2017, Σελ. 176

Τιμή: 10 ευρώ