Είναι από τις περιπτώσεις όπου η τέχνη ξεπερνά, κατά πολύ, τη ζωή. Την ώρα που οι σχέσεις Γερμανίας-Τουρκίας βρίσκονται στο χειρότερο επίπεδο όλων των εποχών στη σύγχρονη Ιστορία και ο πρόεδρος Ερντογάν προσπαθεί να χρησιμοποιήσει την τουρκική κοινότητα στη Γερμανία εναντίον της Ανγκελα Μέρκελ, η ταινία τού, τουρκικής καταγωγής γερμανού σκηνοθέτη Φατίχ Ακίν «In the fade», αποτελεί την επίσημη πρόταση της Γερμανίας για το Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
Από τη μία η προσπάθεια της Άγκυρας να περιχαρακώσει πολιτικά τους Τούρκους που ζουν στη Γερμανία και να τους χρησιμοποιήσει για άσκηση πολιτικής πίεσης και από την άλλη ο θρίαμβος του καλύτερου παραδείγματος ενσωμάτωσης μουσουλμάνων μεταναστών σε μια δυτική κοινωνία.
Σε πολιτικό επίπεδο, οι Γερμανοί καταγγέλλουν ότι η Τουρκία διολισθαίνει στον αυταρχισμό και χαρακτηρίζουν απαράδεκτες τις πρόσφατες δηλώσεις του τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, που κάλεσε τους τουρκικής καταγωγής γερμανούς πολίτες να μην ψηφίσουν κανένα από τα μεγάλα κόμματα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Οι Τούρκοι διαμαρτύρονται ότι το Βερολίνο παραπονείται για την Αγκυρα σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους συμμετέχουν οι δύο χώρες και πως απειλεί με οικονομικές κυρώσεις.
Υπάρχουν βέβαια και πολλά άλλα. Η απαγόρευση επί μήνες γερμανών βουλευτών να επισκεφθούν τους γερμανούς στρατιώτες στην τουρκική βάση του Ιντσιρλίκ και η τελική απόσυρση και μεταφορά τους στην Ιορδανία, το γεγονός ότι δεκάδες τούρκοι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων έχουν ζητήσει πολιτικό άσυλο στη Γερμανία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα πέρυσι, η απαγόρευση εισόδου τούρκων υπουργών που ήθελαν να πραγματοποιήσουν προεκλογικές ομιλίες για το πρόσφατο δημοψήφισμα, η ανακοίνωση της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ ότι δεν θα υπάρξει επέκταση της τελωνειακής ένωσης ή περαιτέρω σύσφιγξη των δεσμών ΕΕ – Τουρκίας και ότι η ευρωπαϊκή βοήθεια προς την Αγκυρα θα περιορισθεί στο ελάχιστο, είναι μερικά από τα επεισόδια της γερμανοτουρκικής αντιπαράθεσης που συνεχώς χειροτερεύει.
Οικονομική πίεση. Πριν από λίγες ημέρες, ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ μίλησε για τη δυνατότητα της κυβέρνησης του Βερολίνου να ασκήσει «οικονομική πίεση» στην Τουρκία, μια απόφαση στην οποία οδηγήθηκε μεταξύ άλλων και λόγω της φυλάκισης στην Τουρκία γερμανών δημοσιογράφων και ακτιβιστών. Τον Ιούλιο, ο Γκάμπριελ είχε περιγράψει μια «αλλαγή» πολιτικής έναντι της Τουρκίας. Δόθηκε συμβουλή στις γερμανικές επιχειρήσεις να σταματήσουν να επενδύουν στην Τουρκία ή να κάνουν δουλειές με τη χώρα αυτή. Αυτό πιστεύεται ότι ανάγκασε την Αγκυρα να κάνει στροφή 180 μοιρών και να βγάλει 680 γερμανικές εταιρείες από μια μαύρη λίστα που είχε φτιάξει με επιχειρήσεις που κατηγορούσε ότι είχαν δεσμούς με τρομοκρατικές οργανώσεις –μεταξύ αυτών ήταν η αυτοκινητοβιομηχανία Daimler και η εταιρεία χημικών BASF. Παράλληλα, η τουριστική οδηγία που εξέδωσε η Γερμανία προς τους πολίτες της να αποφεύγουν την Τουρκία έχει πλήξει τον τουρκικό τουρισμό.
Τελευταίο επεισόδιο στη διμερή κόντρα, η σύλληψη του τούρκου συγγραφέα Ντογκάν Ακανλί, που ζει στην Κολωνία, ενώ έκανε διακοπές στην Ισπανία, έπειτα από διεθνές ένταλμα της Τουρκίας.
Η Τουρκία ζήτησε να εκδοθεί ο Ακανλί σε εκείνην, αλλά έπειτα από την παρέμβαση του γερμανού υπουργού Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ισπανικό δικαστήριο διέταξε την απελευθέρωση του συγγραφέα. Ο Ακανλί επικρίνει την κυβέρνηση Ερντογάν, την έλλειψη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία και την αρμενική γενοκτονία. Ο συγγραφέας, που θεωρείται τρομοκράτης στην Τουρκία, μετέβη στη Γερμανία το 1991, όπου ζήτησε και πήρε άσυλο. Πλέον είναι απολύτως ενσωματωμένος στην γερμανική κοινωνία, όπως άλλωστε και ο σκηνοθέτης Φατίχ Ακίν, σπάζοντας τα στερεότυπα που θέλει να προωθήσει η τουρκική κυβέρνηση.
Η αντιπαράθεση των δύο χωρών κορυφώθηκε με την επίσημη έκκληση του προέδρου Ερντογάν προς τους 1,2 εκατομμύρια γερμανούς πολίτες τουρκικής καταγωγής να μην ψηφίσουν κανένα από τα μεγάλα κόμματα της Γερμανίας (Χριστιανοδημοκράτες, Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινους) στις εκλογές που θα γίνουν στις 24 Σεπτεμβρίου. Μάλιστα, χαρακτήρισε τα κόμματα αυτά «εχθρούς της Τουρκίας». Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι προφανές ότι θέλει να επηρεάσει το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών. Ισως τα καταφέρει, όχι όμως προς την κατεύθυνση που θα ήθελε.
Οι κάλπες. Η συντηρητική καγκελάριος ποτέ δεν είχε μεγάλη υποστήριξη από τους τουρκικής καταγωγής γερμανούς, οι οποίοι στη μεγάλη πλειονότητά τους ψηφίζουν Σοσιαλδημοκράτες.
Ετσι, το πιο πιθανό είναι από αυτή την έκκληση να επηρεαστεί ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών για την καγκελαρία Μάρτιν Σουλτς.
Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, το 2013, σχεδόν τα 2/3 των Γερμανών τουρκικής καταγωγής ψήφισαν τους Σοσιαλδημοκράτες. Αντίστοιχα, μόλις το 7% ψήφισε Χριστιανοδημοκράτες.
«Είναι αλήθεια ότι οι Γερμανοί τουρκικής καταγωγής τείνουν να ψηφίζουν αριστερά κόμματα, αν και αυτός ο διαχωρισμός δεν είναι τόσο ξεκάθαρος τα τελευταία χρόνια» παρατηρεί η Νιλς Ανεν, Σοσιαλδημοκράτισσα βουλευτής και μέλος της επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Μπούντεσταγκ.