Η εικόνα είναι παγιωμένη από καιρό. Και με αυτήν μπήκε η Γερμανία στην τελική ευθεία των εκλογών στις 24 Σεπτεμβρίου. Η Χριστιανική Ενωση με την Ανγκελα Μέρκελ διατηρεί σταθερά ένα μεγάλο προβάδισμα. Αντίθετα, οι Σοσιαλδημοκράτες παραμένουν βαλτωμένοι στα γνώριμα τα τελευταία χρόνια ποσοστά του 25%. Ούτε ο Μάρτιν Σουλτς, που μπήκε φιλόδοξα στη μάχη της καγκελαρίας, φαίνεται ικανός να αμφισβητήσει την παντοκρατορία της σημερινής καγκελαρίου. Στις τέσσερις εβδομάδες που μένουν μέχρι να ανοίξουν οι κάλπες πρέπει να καλύψει μια απόσταση 15 μονάδων από την Ανγκελα Μέρκελ.

Τελείωσε λοιπόν η μάχη των εκλογών της Γερμανίας πριν καν ξεκινήσει; «Οχι» λένε οι Σοσιαλδημοκράτες του Μάρτιν Σουλτς παραπέμποντας στο προηγούμενο του Σρέντερ. Το 2005 ο καγκελάριος τότε Γκέρχαρντ Σρέντερ υπολειπόταν δέκα και πλέον μονάδες της Μέρκελ. Αλλά κατάφερε με έναν μαχητικό προεκλογικό αγώνα μέσα σε ένα μήνα να καλύψει την απόσταση. Εχασε τελικά στο νήμα με μία μονάδα διαφορά.

Στην τελευταία δημοσκόπηση του ινστιτούτου Aλενσμπαχ για λογαριασμό της εφημερίδας «Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ», η Χριστιανική Ενωση CDU – CSU παραμένει στα ποσοστά του Ιουλίου, 39,5%, ενώ το SPD υποχωρεί μία μονάδα στο 24,5%. Τρίτη δύναμη εμφανίζεται το FDP με 10%, και ακολουθούν η Αριστερά (Die Linke) με 8% και οι Πράσινοι με 7,5%. Το νεοεμφανιζόμενο ακροδεξιό, λαϊκιστιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (ΑfD) που στις αρχές του χρόνου ήταν στην τρίτη θέση με διψήφια ποσοστά, έπεσε στο 7%, είναι το τελευταίο από τα «μικρά» κόμματα που θα εκπροσωπηθούν στη νέα Βουλή.

Τα ποσοστά αυτά, αν επαληθευθούν, δίνουν αλλαγή κυβέρνησης και κεντροδεξιά στροφή στη Γερμανία με κυβερνητική πλειοψηφία Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων. Ταυτόχρονα όμως η ίδια δημοσκόπηση εμφανίζει το 45% –σχεδόν έναν στους δύο Γερμανούς –αναποφάσιστο. Τόσο μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων έναν μήνα πριν από τις εκλογές δεν υπήρχε σε καμία άλλη εκλογική αναμέτρηση στη Γερμανία τα τελευταία 20 χρόνια. Ενδεικτικό είναι ότι τα υπόλοιπα δημοσκοπικά ινστιτούτα που διαφοποιούνται στη μεθοδολογία από το Αλενσμπαχ δίνουν πολύ χαμηλότερο το ποσοστό των αναποφάσιστων, γύρω στο 25%.

«Τίποτα δεν κρίθηκε ακόμα» προειδοποίησε ο κοινοβουλευτικός ηγέτης της Χριστιανικής Ενωσης Φόλκερ Κάουντερ στην τηλεοπτική εκπομπή «Ανε Βιλ» του ARD. Το καμπανάκι του Κάουντερ δεν χτύπησε επειδή ο Χριστιανοδημοκράτης πολιτικός φοβάται ήττα στις εκλογές. Εκείνο που φοβάται είναι μήπως η «τακτική αποστράτευσης» που η Ανγκελα Μέρκελ εφάρμοσε με επιτυχία σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις και ακολουθεί και τώρα, γίνει μπούμερανγκ για το ίδιο το κόμμα της. Με την τακτική αυτή περιορίζει μεν την έκθεσή της σε επιθέσεις των αντιπάλων της δίνοντας την εικόνα ότι είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, αλλά ελλοχεύει ο κίνδυνος να «αποστρατευτεί» και ο κομματικός μηχανισμός της Χριστιανικής Ενωσης.

Ο Μάρτιν Σουλτς προσπαθεί απεγνωσμένα να παρασύρει τη Μέρκελ σε ανοιχτή αντιπαράθεση. Χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, μέχρι στιγμής τουλάχιστον. Για αυτό και αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι αναμενόμενες τηλεοπτικές μονομαχίες που θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα. Η αποτυχία του Σουλτς οφείλεται και στις θεματικές επιλογές που έκανε στην αρχή προεκλογικής του εκστρατείας. Σήκωσε ψηλά το θέμα της κοινωνικής δικαιοσύνης για να τονίσει το αριστερό προφίλ των Σοσιαλδημοκρατών. Το θέμα αυτό είναι μεν σημαντικό, αλλά δεν εντάσσεται στις άμεσες προτεραιότητες των Γερμανών. Σύμφωνα με έρευνα του ινστιτούτου YouGov, μόνον το 1/4 των Γερμανών θεωρεί την κοινωνική δικαιοσύνη το σημαντικότερο θέμα σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση. Και αυτοί στην πλειοψηφία τους είναι ψηφοφόροι της Αριστεράς, του ΑfD, ή δεν πηγαίνουν καν στην κάλπη. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, ενδιαφέρονται κατά σειρά προτεραιότητας για την πορεία των συντάξεων, την υγειονομική περίθαλψη και την εσωτερική ασφάλεια –την προστασία από την τρομοκρατία και την εγκληματικότητα.

Επιρροή

Η ωμή παρέμβαση του Ερντογάν

Η ιδιαιτερότητα αυτών των εκλογών είναι η ωμή παρέμβαση του προέδρου της Τουρκίας στον προεκλογικό αγώνα της Γερμανίας. Ο Ταγίπ Ερντογάν είχε χρησιμοποιήσει και στο παρελθόν τους τουρκικής καταγωγής γερμανούς ψηφοφόρους για να ασκήσει πολιτική επιρροή στη Γερμανία. Η εφημερίδα του Μονάχου «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ» θύμισε αυτήν την εβδομάδα την υπόσχεση που είχε δώσει ως πρωθυπουργός ο Ερντογάν τον Αύγουστο του 2005 στον Σοσιαλδημοκράτη δήμαρχο του Μονάχου Κρίστιαν Ούντε ότι θα κάνει «τα πάντα για να παραμείνει καγκελάριος ο Γκέρχαρντ Σρέντερ».

Ανευ προηγουμένου είναι η τωρινή παρέμβαση του Ερντογάν, ο οποίος κάλεσε τους Τούρκους της Γερμανίας να καταψηφίσουν Χριστιανοδημοκράτες, Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινους, επειδή είναι «εχθροί της Τουρκίας». Οι τουρκικής καταγωγής ψηφοφόροι της Γερμανίας ανέρχονται σε 1,3 εκατ. Δεν είναι ομογενοποιημένοι ούτε πολιτικά ούτε εθνικά για να ακολουθήσουν πειθήνια τις εντολές του Ερντογάν. Πολλοί είναι Κούρδοι, ενώ αρκετοί είναι οι πολιτικοί του αντίπαλοι, όπως δείχνουν οι φυλακίσεις και διώξεις που υφίστανται από το καθεστώς Ερντογάν μόλις πατήσουν το πόδι τους στη Τουρκία. Στη μεγάλη τους πλειονότητα ψηφίζουν το SPD 70%, τους Πράσινους 13,4% και την Αριστερά 9,6%. Μόνον το 6,1% επιλέγει τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ.

Κατά συνέπεια, η προεκλογική εμπλοκή του Ερντογάν πλήττει πρωτίστως του Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι είναι και οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας. Προφανώς ο Ερντογάν έπαψε να ενδιαφέρεται πλέον για αυτήν την προοπτική.