Κάποιος από το πλήθος ρωτά ποιος πέθανε. «Ενας εξαιρετικός σύντροφος που μας έπαιζε φυσαρμόνικα» του λένε. «Κι έπαιζε καλά;». «Πού να ξέρουμε; Εδώ όλοι είμαστε κουφοί!».

Το σκίτσο είναι του Δημήτρη Χαντζόπουλου και δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ» την επομένη του θανάτου του Λεωνίδα Κύρκου. Η θρυλική αυτή μορφή της ανανεωτικής και φιλευρωπαϊκής Αριστεράς είχε πράγματι πολύ μικρότερη απήχηση από αυτή που δικαιούνταν. Ακόμη και η αγάπη του για την κλασική μουσική αντιμετωπιζόταν με μούτρα στο κόμμα του. Κι ας έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη ζωή του η «Ωδή στη χαρά» του Μπετόβεν: τη σφύριζε στην απομόνωση για να ξέρουν οι συγκρατούμενοί του ότι ήταν καλά.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου τον είχε χαρακτηρίσει κάποτε στη Βουλή «Αριστερά των σαλονιών», προφανώς επειδή μισούσε τον Εμφύλιο και ήθελε να γίνονται οι πολιτικές αντιπαραθέσεις σε χαμηλούς τόνους. Ο Λεωνίδας είχε χαλάσει τότε τον κόσμο, ζητούσε εξηγήσεις, μόνο το παπούτσι του δεν έβγαλε α λα Χρουστσόφ όπως είπε σε μια συνέντευξη. Σήμερα ίσως απλώς να θεωρούσε κοπλιμέντο εκείνη τη φράση και να χαμογελούσε. Ναι, μάλλον θα χαμογελούσε.

ΤΡΟΜΑΖΕ ΜΕ ΤΗ ΣΚΕΨΗ. Πώς θα αντιδρούσε αν άκουγε τον Κοντονή και τον Κουβέλη ένας άνθρωπος που ήταν από τους πιο φιλοσοβιετικούς στο κόμμα του, δήλωνε μέχρι το τέλος κομμουνιστής, αλλά είχε αμφισβητήσει τον υπαρκτό σοσιαλισμό ήδη από την επανάσταση στην Ουγγαρία; Πώς θα σχολίαζε την άρνηση των εγκλημάτων του κομμουνισμού εκείνος που είπε κάποτε ότι τον έπιανε τρόμος μόνο με τη σκέψη ότι, αν νικούσε τότε η επανάστασή τους, θα αναλάμβαναν την εξουσία άνθρωποι γελοίοι και χωρίς καμιά παιδεία;

Ο Λεωνίδας Κύρκος είχε χαρίσματα που τείνουν να εκλείψουν στην εποχή μας. Το χάρισμα της αυτοκριτικής: είχε εκφράσει τη λύπη του που δεν κατάλαβε αμέσως τι ήταν οι δίκες της Μόσχας, είχε ζητήσει συγγνώμη για την παραπομπή του Ανδρέα, είχε παραδεχθεί ότι υποτίμησε τον Τσίπρα. Το χάρισμα του αυτοσαρκασμού: «Είχα ακτινοβολία», είπε κάποτε, «αλλά δεν είχα το ηγετικό στοιχείο που χρειαζόταν σε τέτοιες περιπτώσεις. Αν το είχα, μπορεί να έκανα μεγαλύτερο κακό». Το χάρισμα της μετριοπάθειας: ο Λεωνίδας δεν έτρεφε μίσος για κανέναν.

Ποιον θα υποστήριζε σήμερα στη μάχη για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς; Μάλλον θα δυσκολευόταν να απαντήσει. Θα ήθελε τη Φώφη πιο ειλικρινή, τον Καμίνη πιο τολμηρό, τον Σταύρο πιο αριστερό. Ισως να αναζητούσε έναν νέο άνθρωπο για να αναλάβει αυτό το εγχείρημα, έναν από εκείνους που τους ζητούσε να πετάξουν όλα τα αρνητικά που τους βάραιναν, να ριχτούν στον αγώνα και να γίνουν καλύτεροι. Χωρίς να αφοσιωθούν όμως ολοκληρωτικά στην πολιτική, χωρίς να λείψουν από την οικογένειά τους τόσο όσο έλειψε εκείνος.

Οχι, είναι δύσκολο να φανταστούμε τον Κύρκο να συμμετέχει στη σημερινή πολιτική ζωή, όπως είναι δύσκολο να φανταστούμε και τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Ανήκαν σε άλλες κατηγορίες αυτοί οι πολιτικοί, διαπνέονταν από μια άλλη ηθική, αντιλαμβάνονταν αλλιώς το ζήτημα της ευθύνης. Φυσικά έκαναν και λάθη. Φυσικά και χαρακτηρίζονταν από αντιφάσεις. Αλλά αυτό συνέβαλλε στον πνευματικό τους πλούτο. Τα μεγαλύτερα εγκλήματα, άλλωστε, τα έχουν διαπράξει οι αλάνθαστοι.

Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ. Σχολιάζοντας την εξοικείωση με τη διαφθορά, ο Λεωνίδας είπε κάποτε ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο μιθριδατισμός, όπου θεωρούμε περίπου φυσιολογικά όσα συμβαίνουν. Θα μπορούσε άνετα να μιλάει για τη σημερινή εποχή, θα μπορούσε άνετα να αναφέρεται σε μια κυβέρνηση που κάνει ακριβώς εκείνα για τα οποία κατήγγελλε τους προκατόχους της. Χρέος μας στη μνήμη του είναι να μη θεωρούμε τίποτα φυσιολογικό απ’ όσα συμβαίνουν και να αγωνιζόμαστε για το αυτονόητο. Κι όταν χάνουμε το θάρρος μας, μπορούμε πάντα να βάζουμε να ακούσουμε το κομμάτι που είχε παίξει ο Λεωνίδας στη φυσαρμόνικα αποχαιρετώντας τον Μπερλινγκουέρ: την «Ωδή στη χαρά», φυσικά, τον ύμνο της Ευρώπης.