Πόσα μυστικά μπορούν να χωρέσουν στο υπόγειο ενός κουρείου; Και σε ποια σκοτεινά μονοπάτια μπορεί να παρασύρει τον άνθρωπο η δίψα για εκδίκηση; Πόσο καταστροφικός μπορεί να είναι ο συνδυασμός βίαιων και τρυφερών παρορμήσεων; Δεν είναι μόνο αυτά τα ερωτήματα στο έργο που δημιούργησε το 1979 ο Στίβεν Σοντχάιμ, αμερικανός θρυλικός στιχουργός και συνθέτης. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το μιούζικαλ «Σουίνι Τοντ», για την ιστορία του δολοφόνου κουρέα, ο μύθος του οποίου επιβίωνε για πάνω από 150 χρόνια σε όλες τις τάξεις του Λονδίνου.

Στον πυρήνα της παρτιτούρας βρίσκεται ένας άντρας που έζησε μια αδικία και αναζητά την εκδίκηση. Οσο προσπαθεί να την πετύχει στην πορεία, τόσο τρελαίνεται. Μια γυναίκα που είναι τρελάερωτευμένημαζί του αλλά δεν μπορεί να τον έχει και ένα κορίτσι αναθρεμμένο από έναν βίαιο πατριό που προσπαθεί να βρει αγάπη καιευτυχία. Οι παράλληλοι αυτοί συναισθηματικοί δεσμοί καθρεφτίζονται στην ιστορία, η οποία αποτυπώθηκε και στη μεγάλη οθόνη με την υπογραφή του Τιμ Μπάρτον και το δίδυμο των Τζόνι Ντεπ και Ελενα Μπόναμ Κάρτερ στους ρόλους του κουρέα της Φλιτ Στριτ και της κυρίας Λάβετ. Η αλήθεια όμως είναι πως δεν κατάφερε να αναδείξει την υπέροχη μουσική που φέρει το έργο αυτό ως παράσημό του.

Μεθαύριο στο Ηρώδειο ο Γιώργος Πέτρου θα επιχειρήσει για δεύτερη φορά να θυμίσει στο αθηναϊκό κοινό τους λόγους για τους οποίους ένα μιούζικαλ σαν το «Σουίνι» μπορεί να συναγωνιστεί ένα οπερατικό έργο (η πρώτη παρουσίαση έγινε στις 31 Ιουλίου σε μια sold out παράσταση). Η εργασία του πάνω στο μουσικοθεατρικό θρίλερ ήταν πολλαπλή: μετέφρασε, σκηνοθέτησε και ανέλαβε τη μουσική εκτέλεση. Πόσο παρακινδυνευμένο ήταν, αλήθεια, να μεταφράσει τους στίχους στα ελληνικά; «Επρεπε να γίνει επειδή το έργο έχει ελάχιστη πρόζα και πολύ τραγούδι. Δεν γινόταν να τραγουδηθούν στα αγγλικά. Ναι, δυσκολεύτηκα, αλλά τελικά νομίζω ότι βγήκε αυτό που έπρεπε. Το “Σουίνι Τοντ” είναι για τον πολύ κόσμο ταυτισμένο με την εκδοχή της ταινίας, η οποία δεν αποδίδει και δεν δίνει χώρο στην υπέροχη μουσική. Παράλληλα, είναι ένα βαθύ έργο που εξερευνά το μίσος που έχουμε μέσα μας και την εκδίκηση που μας τυφλώνει και δεν βλέπουμε το καλό που μπορεί να περνάει δίπλα μας. Ο Σουίνι επιστρέφει στο Λονδίνο ύστερα από δέκα χρόνια και μαθαίνει ότι η κόρη του ζει. Ομως το κύριο μέλημά του είναι πώς θα σκοτώσει τον δικαστή που βίασε και σκότωσε την γυναίκα του και όχι πώς θα βρεθεί με το παιδί του. Εστιάζει στο πώς θα εκδικηθεί και όχι στο αύριο. Δεν υπάρχει το απόλυτο κακό, ούτε το απόλυτο καλό. Η μέλισσα κάνει το μέλι και μπορεί με το κεντρί της να σε σκοτώσει».

Είναι τελικά ανεξερεύνητη η ανθρώπινη φύση; «Νομίζω ότι είναι μη προβλέψιμη. Οπως οι αριθμοί. Απειροι οι συνδυασμοί! Ή όπως οι νότες. Είναι συγκεκριμένες, αλλά μπορεί να γράφεται μουσική στον αιώνα τον άπαντα! Υπάρχει η κακία, η τιμιότητα, η λατρεία, η λαγνεία, η αγάπη, η καλοσύνη, το μίσος κ.λπ. Ο συνδυασμός και η ποσότητα που εμπεριέχει η κάθε προσωπικότητα δημιουργούν τους χαρακτήρες. Ή καλύτερα τον ένα και μοναδικό!».

Η ΣΚΗΝΗ – ΚΛΕΙΔΙ. Ποια σκηνή του έργου συμπυκνώνει όλο το νόημα για τον ξεχωριστό μαέστρο; «Είναι εκείνη που δείχνει τον Σουίνι να κρατάει στα χέρια του τον δικαστή –που τον έσυρε άδικα 10 χρόνια στη φυλακή, βίασε την γυναίκα του και πήρε την κόρη του –και του ξεφεύγει. Τότε αρχίζει ένα ντελίριο παραλογισμού και φυσικά συλλαμβάνει την ιδέα την οποία εκτελεί με τη σύντροφο του, να σφάζουν εκείνους που εμπλέκονται με τη διάλυση της οικογένειάς του». Και ο ατελείωτος κύκλος των φόνων αρχίζει…

Στην παράσταση εμφανίζονται οι Χάρης Ανδριανός (Σουίνι Τοντ), Νάντια Κοντογεώργη (κυρία Λάβετ), Αρης Πλασκασοβίτης (Τομπίας), Μυρσίνη Μαργαρίτη (Τζοάνα), Χριστόφορος Σταμπόγλης (δικαστής Τέρπιν), Γιάννης Καλύβας (Αντονι), Γιάννης Χριστόπουλος (Αντόλφο Πιρέλι), Αννα Κουτσαφτίκη (Ζητιάνα), Χρήστος Κεχρής (επίτροπος Μπάμφορντ).

INFO

«Σουίνι Τοντ – ο δαιμόνιος κουρέας της Φλιτ Στριτ», 31 Αυγούστου στο Ηρώδειο, 21.00.