Δεν είναι ασυνήθιστο για τις κυβερνήσεις να επιχειρούν να αλλάξουν την πολιτική ατζέντα στην προσπάθειά τους να αποσπάσουν την προσοχή της κοινής γνώμης από μια δύσκολη πραγματικότητα. Είναι εντελώς ασυνήθιστο όμως να επιχειρείται η αλλαγή της ατζέντας με το Σύνταγμα. Αλλά κυρίως είναι επικίνδυνο.

Εγκλωβισμένη στα πολιτικά και υπαρξιακά αδιέξοδά της, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να παίξει αυτό το επικίνδυνο παιχνίδι με τον καταστατικό χάρτη της χώρας. Είναι ένα παιχνίδι που εκφεύγει της πολιτικής. Είναι ένα παιχνίδι με τους θεσμούς, με την ουσία της συνταγματικής τάξης, με τον πυρήνα του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.

Ακόμη χειρότερα, οι συνταγματολόγοι της επιτροπής που συστάθηκε από το κυβερνών κόμμα και της οποίας μέλη είναι και υπουργοί της κυβέρνησης επιχειρούν να πολιτικοποιήσουν το Σύνταγμα με προτάσεις που υποτίθεται ότι κινούνται σε προοδευτική κατεύθυνση αλλά στην ουσία στρώνουν το χαλί στον πιο αναχρονιστικό εθνικολαϊκισμό.

Γιατί τι άλλο είναι το θρυλούμενο συνταγματικό δημοψήφισμα, δηλαδή το δημοψήφισμα που θα εγκρίνει τη συνταγματική αναθεώρηση, εάν όχι μια κατ’ εξοχήν έκφραση αυτού του αναχρονισμού; Τι μπορεί να σημαίνει η προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται το θέμα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, ποια είναι η επίγευση που αφήνει η αδιανόητη ιδέα των πολλαπλών καλπών; Καμία από αυτές τις προτάσεις δεν εξυπηρετεί τον υποτιθέμενο στόχο της άμεσης δημοκρατίας, καμία δεν βαθαίνει το πολίτευμά μας. Αντίθετα, ο στυγνός πολιτικαντισμός είναι μια βόμβα στα θεμέλια του.