Πολύ ενδιαφέροντα αυτά που εξυφαίνονται τον τελευταίο καιρό στον χώρο της ελληνικής Κεντροαριστεράς. Η ανασύνθεση φαίνεται να νικάει την παλινόρθωση, ομάδες και πρόσωπα τολμούν, το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον διατηρείται ζωηρό. Δεν μπορούμε ωστόσο, ιδίως όσοι πονάμε τον χώρο, να μη διαπιστώσουμε ότι η διαδικασία παραμένει περιθωριακή για το εκλογικό σώμα, οι λεπτομέρειες υπερ-εκπροσωπούνται έναντι της ουσίας και η ουσία δεν ξεκαθαρίζεται.
Μέχρι στιγμής, ακόμα και με το διαφαινόμενο σπάσιμο των παλαιοκομματικών κελυφών, η συζήτηση και η διαδικασία οριοθετούνται εντός ενός ορισμένου πλαισίου: ποιο σχήμα θα καταλάβει τον «χώρο του ΠΑΣΟΚ» και ποιο πρόσωπο θα ηγηθεί του σχήματος αυτού. Μοιάζει έτσι να αφορά ένα συγκεκριμένο και αρκετά περιορισμένο τμήμα του κοινωνικού σώματος, αυτό που είναι πικραμένο ή δυσαρεστημένο ή αισθάνεται ορφανό από την απώλεια εκλογικής ισχύος και πολιτικής ηγεμονίας του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ. Η οπτική αυτή παραβλέπει, κατά τη γνώμη μου, δυο πολύ βαριές και βαθιές εξελίξεις: τα Μνημόνια και την εμπειρία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Με άλλα λόγια, που πολλοί έχουν πει, αλλά λιγότεροι, εντός του χώρου για τον οποίο μιλάμε, είναι αποφασισμένοι να εφαρμόσουν, έχουμε, και τα κόμματα και η κοινωνία, μπροστά μας μια άλλη Ελλάδα και μια άλλη πολιτική. Που καμία σχέση δεν έχει με την εποχή της ισχύος του ΠΑΣΟΚ και με τα εργαλεία μέσα από τα οποία εκείνο το ΠΑΣΟΚ εδραίωσε την ισχύ του.
Το κόμμα που θα εκφράσει το νέο δημοκρατικό Κέντρο –τον όρο «Αριστερά» δυστυχώς τον μαγάρισε ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο «σοσιαλισμός»παραπέμπει σε μονομερή, άρα πλέον αποφευκτέα, άσκηση εξουσίας -, καθώς και τα πρόσωπα που θα το ενσαρκώσουν, θα πρέπει, πριν από την κομματική, να τοποθετηθούν στην εθνική σκακιέρα. Θεωρούν ή όχι πως η παρούσα κυβέρνηση πηγαίνει σε τέτοιο βαθμό πίσω τη χώρα, την οικονομία, την κοινωνική συνοχή, τους θεσμούς, ώστε η δημοκρατική απομάκρυνσή της από την εξουσία να είναι, αυτή τη στιγμή, όχι μόνο ο βασικός στόχος, αλλά και η προϋπόθεση χωρίς την οποία καμία ανάκαμψη δεν είναι δυνατή; Εχουν αντιληφθεί, και αν ναι, έχουν διάθεση να πουν στους πολίτες και στους δυνητικούς ψηφοφόρους, ότι η μόνη ρεαλιστική οδός μερικής έστω αναστροφής της θεσμικής, πολιτιστικής και ηθικής κατάρρευσης την οποία έχει ήδη υποστεί η χώρα είναι η ένωση δυνάμεων όσων βλέπουν και νιώθουν αυτή την κατάρρευση και είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν όχι για την κανονικότητα, όπως καμία φορά λέγεται, αλλά για δημοκρατική οικοδόμηση σχεδόν εκ του μηδενός; Ενα μόνο παράδειγμα: η επόμενη Βουλή δεν θα έχει μόνο το τιτάνιο έργο να ξαναδεί σε νομοθετικό επίπεδο όλα τα βασικά, αρχίζοντας από την αποκατάσταση του Συντάγματος, αλλά θα πρέπει, υπό το φάσμα της ακυβερνησίας, να βρει τους συσχετισμούς που θα επιτρέψουν την άρση της απλής αναλογικής. Είναι άραγε αυτό αίτημα με κομματικό ή με εθνικό πρόσημο;
Σε αυτά τα ερωτήματα δεν έχω ακούσει, και δεν πιστεύω πως είμαι μόνος, καθαρή απάντηση. Και δεν είμαι βέβαιος, αλλά αυτή τη φορά ελπίζω να κάνω λάθος, ότι υπάρχει πρόθεση να δοθεί απάντηση από τα πρόσωπα τα οποία μέχρι στιγμής έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους για την ηγεσία του νέου κόμματος και για την κατάληψη του παλαιού χώρου.
Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος