Αντιδράσεις, προβληματισμό και ερωτήματα έφερε στην εκπαιδευτική κοινότητα η ανακοίνωση της πρότασης του υπουργείου Παιδείας για το νέο εξεταστικό σύστημα. Οι πληροφορίες, δε, αναφέρουν ότι ο υπουργός Κώστας Γαβρόγλου δέχτηκε πίεση από την επικοινωνιακή «θύελλα» των προηγούμενων ημερών και έδωσε τελικά στη δημοσιότητα (με προσθαφαιρέσεις της τελευταίας στιγμής) την πρότασή του, ώστε να μη διαρρεύσουν οι λεπτομέρειες της πριν από την 82η ΔΕΘ και επηρεαστεί περαιτέρω η «ευαίσθητη» ισορροπία στις σχέσεις του με το Μαξίμου. Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις, όμως, αφορούν πρωτίστως τα πανεπιστήμια. Και τα πανεπιστήμια πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο γι’ αυτές. Οι πρυτάνεις τους, που δεν ρωτούνται ποτέ για τον αριθμό, ούτε καν την μέθοδο επιλογής των υποψηφίων, οι καθηγητές. «ΤΑ ΝΕΑ» απευθύνθηκαν στους πρυτάνεις των ΑΕΙ, αλλά και στον καθηγητή, πρώην πρύτανη και πρώην υπουργό Παιδείας Γιώργο Μπαμπινιώτη που υπήρξε στο παρελθόν επικεφαλής εξαντλητικού διαλόγου για το εξεταστικό σύστημα της χώρας.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ

Πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών

Με ουτοπικές συλλήψεις και πρακτικά ανεφάρμοστο

* Φιλόδοξο αλλά πρακτικά ανεφάρμοστο σύστημα με ουτοπικές συλλήψεις!

* Γ’ Λυκείου = προπαρασκευαστικό σχολείο για εισαγωγικές εξετάσεις (επειδή αυτή «τη δουλειά» την ξέρουν καλύτερα τα Φροντιστήρια θα την αναλάβουν εξ ολοκλήρου οι φροντιστές).

* Αντί «κατάργησης των Εισαγωγικών στα ΑΕΙ» διπλασιάζονται οι εξετάσεις (Ιανουάριος: Α’ 4μήνου + Ιούνιος: Εισαγωγικές).

* Επιστροφή τής καταργηθείσης Τράπεζας Θεμάτων (εξετάσεων με κεντρικά θέματα) με άλλο όνομα και με τη μορφή των κεντρικών εξετάσεων του Α’ 4μήνου (εξετάσεις Ιανουαρίου).

* Οι Εισαγωγικές Εξετάσεις στα ΑΕΙ συνδιαμορφώνουν και τον βαθμό τού Απολυτηρίου τού Λυκείου κατά 10 % (αντί το απολυτήριο καθ’ εαυτό να μετράει στην εισαγωγή, θα παίρνουν απολυτήριο οι απόφοιτοι αφού βγουν τα αποτελέσματα των Εισαγωγικών)!

* Πώς θα γίνεται ηλεκτρονική διόρθωση (εξετάσεων Α’ 4μήνου) χωρίς Η/Υ για όλους τους εξεταζόμενους; Θα γίνεται με συμπληρώσεις σε έντυπα χαρτιά εξετάσεων; (περ. 80.000 οι εξεταζόμενοι!).

* Πώς εξασφαλίζεται η γνησιότητα των εργασιών που θα βαρύνουν στην αξιολόγηση (αποτροπή από εργαστήρια σύνταξης εργασιών;).

* Απροσδιοριστία τού εισαγόμενου «μπόνους»! Πόσο και πώς μετράει;

* Οι «μαθητικές κοινότητες» πού κολλάνε στη Γ’ Λυκείου που σχεδιάζεται να λειτουργεί αποκλειστικώς προπαρασκευαστικά για τις Εισαγωγικές; Μήπως εξυπηρετεί και την προπαρασκευή των 17άρηδων για τη συμμετοχή τους στις εκλογές; Ή είναι «δημοκρατική επίφαση» σε ένα Λύκειο-Φροντιστήριο;

* Πλήθη εξωτερικών εξεταστών και αξιολογητών εργασιών («λεφτά υπάρχουν»;)

Υπενθυμίζω τις προτάσεις που είχαμε κάνει στο πόρισμά μας για την παιδεία (2009):

* Λύκειο γενικής μόρφωσης με επιλογές, άρα με μεγαλύτερη ποικιλία διδασκομένων αντικειμένων. Οχι Λύκειο-Φροντιστήριο!

* Λύκειο που η επίδοση των μαθητών στις 3 τάξεις του –κρινόμενη αδιάβλητα – να βαρύνει σημαντικά και στην εισαγωγή στα ΑΕΙ (έτσι θα αναβαθμιστεί η εκπαίδευση στο Λύκειο).

* Οι εισαγωγικές εξετάσεις να διενεργούνται από Εθνικό Εξεταστικό Φορέα με δικαίωμα των υποψηφίων για επανάληψη και βελτίωση των βαθμών σε ορισμένο αριθμό μαθημάτων (αδιάβλητο και πιο ανθρώπινο σύστημα).

ΘΑΝΟΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ

Πρύτανης Πανεπιστημίου Αθηνών

Αναπόφευκτες οι εξετάσεις σε εθνικό επίπεδο

Πιστεύω ότι στις σχολές υψηλής ζήτησης των ΑΕΙ είναι αναπόφευκτες οι εξετάσεις σε εθνικό επίπεδο. Πρέπει η διαδικασία αυτών των εξετάσεων να παραμείνει αδιάβλητη. Η εγγραφή όλων των ενδιαφερομένων στο πρώτο έτος και η επιλογή τους εντός της κάθε σχολής απαιτεί ουσιαστική αναβάθμιση των υπαρχουσών υποδομών και εξασφάλιση της αδιάβλητης διαδικασίας. Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι εντελώς δίκαιο όταν χιλιάδες υποψήφιοι διεκδικούν 100 ή 200 θέσεις. Πάντως σε σχολές όπου οι υποψήφιοι δεν είναι πολύ περισσότεροι από τις θέσεις, η εισαγωγή τους σε αυτές με βάση τους βαθμούς στο Λύκειο, σε συνδυασμό με κάποια περιορισμένη εκπαιδευτική διαδικασία, μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Πρέπει να πούμε όμως ότι με το σύστημα των σημερινών Πανελλαδικών Εξετάσεων όσοι υποψήφιοι πετυχαίνουν είναι σχεδόν πάντοτε πολύ καλοί, όμως μπορεί να μην μπουν στα ΑΕΙ και μερικοί που το αξίζουν λόγω ατυχίας.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΙΓΑΛΑΚΗΣ

Πρύτανης Πολυτεχνείου Κρήτης

Το πρόβλημα λύνεται μόνο αν φτιάξεις το Λύκειο

Νομίζω ότι τοποθετούμε το ζήτημα σε λάθος βάσεις. Πριν δώσεις βάρος στο εξεταστικό σύστημα, πρέπει να φτιάξεις το λύκειο. Και για να φτιάξεις το λύκειο, ένας τρόπος υπάρχει: Ξεκινάς από την αξιολόγηση των καθηγητών Μέσης Εκπαίδευσης. Πολλοί εκπαιδευτικοί σήμερα δεν κάνουν καν για να είναι δάσκαλοι, καθηγητές στα σχολεία. Πώς λοιπόν φτάνουν οι νέοι φοιτητές σήμερα στα πανεπιστήμια; Αν παρέχεις σωστή Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση σ’ αυτά τα παιδιά, το εξεταστικό «πρόβλημα» λύνεται μόνο του. Το υπάρχον σύστημα βέβαια έχει ατέλειες (σ’ εμάς, για παράδειγμα, μπαίνουν σε πολυτεχνικές σχολές φοιτητές που δεν ξέρουν μαθηματικά ή στους Χημικούς Μηχανικούς άλλοι που δεν ξέρουν χημεία), αλλά αυτές μπορούσαν να διορθωθούν χωρίς μεγάλης εμβέλειας αλλαγές. Το σημερινό εξεταστικό σύστημα είναι κατοχυρωμένο όσον αφορά τον αδιάβλητο χαρακτήρα του. Δεν υπάρχει πραγματικά κανένας λόγος για όλες αυτές τις θεαματικές αλλαγές σε τακτά χρονικά διαστήματα που αναστατώνουν τους μαθητές και τις οικογένειές τους. Τα πανεπιστήμια, από την πλευρά τους, θέλουν να έχουν λόγο στο πόσους φοιτητές θα μπαίνουν στα προγράμματά τους, κάτι που ώς σήμερα δεν εισακούστηκε ποτέ.

Αχιλλέας Ζαπράνης

Πρύτανης Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Το Αγιο Δισκοπότηρο δεν βρέθηκε ακόμα…

Το νέο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ που παρουσιάστηκε από τον υπουργό Παιδείας εμφανίζεται ως η ευτυχής κατάληξη της μακρόχρονης αναζήτησης του άγιου δισκοπότηρου της εκπαίδευσης. Μέσα σε λιγότερο από ένα έτος βρέθηκε η λύση στο διαχρονικό πρόβλημα που απασχόλησε την εκπαιδευτική κοινότητα, τους μαθητές και τους γονείς τους τις τελευταίες δεκαετίες. Η λύση τελικά ήταν απλή: Δημιουργούμε νέα ΑΕΙ αμφίβολης ποιότητας, αρχής γενόμενης με αυτό της Δυτικής Αττικής, και προσθέτουμε μία ακόμη πανελλαδική εξέταση τον Ιανουάριο! Δυστυχώς, όμως, η χώρα μας ήδη διαθέτει ένα πολύ μεγάλο και αναποτελεσματικό σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης. Ενώ είναι δεύτερη σε αριθμό εισακτέων ανά 100.000 πληθυσμού στην ανώτατη εκπαίδευση ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ, καταλαμβάνει μια από τις τελευταίες θέσεις αναφορικά με αυτούς που ολοκληρώνουν τις σπουδές τους. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι να δημιουργούμε κι άλλα ΑΕΙ αυξάνοντας και διαιωνίζοντας την κατασπατάληση των δημόσιων αλλά και ιδιωτικών πόρων, ούτε να αλλάξουμε τη συχνότητα των εξετάσεων και το βαφτιστικό όνομα του συστήματος επιλογής, αλλά να αποσυμφορήσουμε και να εκλογικεύσουμε τη λειτουργία των υφιστάμενων ΑΕΙ. Η ουσιαστική ενίσχυση της τεχνικής εκπαίδευσης και η παράλληλη λειτουργία μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων μπορούν να βοηθήσουν σ’ αυτόν τον στόχο με πολλαπλά οικονομικά, αναπτυξιακά και κοινωνικά οφέλη. Η δημόσια εκπαίδευση δεν είναι δωρεάν επειδή δεν υπάρχουν δίδακτρα. Αναλογιστείτε απλώς το κόστος με το οποίο επιβαρύνεται η μέση ελληνική οικογένεια για να υποστηρίξει τα τουλάχιστον τέσσερα έτη σπουδών του παιδιού της, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι του… Το σύστημα εισαγωγής δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μεμονωμένα και ξέχωρα από τη δομή, το περιεχόμενο και την ποιότητα των σπουδών σε όλες εκπαιδευτικές βαθμίδες. Παρ’ όλες τις φανφάρες, η αναζήτηση του άγιου δισκοπότηρου δεν έχει τελειώσει ακόμη.