Από τα τρία Μνημόνια που υπέγραψαν οι ελληνικές κυβερνήσεις αυτά τα οκτώ χρόνια της κρίσης, το Μνημόνιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ προβλέπει τη μικρότερη μείωση των δημοσίων δαπανών και τη μεγαλύτερη αύξηση της φορολογίας. Κι όμως, ακόμη και με αυτό το μείγμα δημοσιονομικών παραμέτρων, αυτό το μείγμα αφαίμαξης των πολιτών, η κυβέρνηση αφήνει τα νοσοκομεία στο έλεος της μοίρας τους.
Μοιάζει λογικό όταν μια κυβέρνηση ενδιαφέρεται περισσότερο να βολέψει στη Δημόσια Διοίκηση τον κομματικό της στρατό παρά να ενισχύσει το προσωπικό των νοσοκομείων. Δείχνει φυσιολογικό όταν ο αρμόδιος υπουργός συνηθίζει να ασχημονεί στα σόσιαλ μίντια ή να πρωταγωνιστεί σε παραστάσεις αυτοπροβολής στα νοσηλευτικά ιδρύματα αντί να αφιερώνει ουσιαστικά τις δυνάμεις του στην επίλυση των προβλημάτων τους. Από την άποψη αυτή, η κατάσταση των νοσοκομείων δεν είναι μόνο απότοκος της κρίσης. Είναι και μια λογική εξέλιξη που απορρέει από το ύφος και το ήθος της σημερινής εξουσίας.
Ο εντοπισμός των αιτιών ενός προβλήματος, ωστόσο, δεν μπορεί να σημαίνει και τη διαιώνισή του. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να γίνει ανεκτή. Δεν μπορεί ασθενείς να περιμένουν ώρες ολόκληρες στα εξωτερικά ιατρεία και άλλοι ολόκληρους μήνες για να εξεταστούν με ραντεβού, όπως προκύπτει από το αποκλειστικό ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ». Η εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών σε αυτή την κατηγορία των συνανθρώπων μας είναι αναγκαία. Οχι επειδή η κατάσταση αυτή εκθέτει την εξωραϊσμένη εικόνα που επιχειρεί να φιλοτεχνήσει η κυβέρνηση. Αλλά επειδή εκθέτει και δοκιμάζει ολόκληρη την κοινωνία.