Δύο μήνες συμπληρώθηκαν χθες από την τελευταία ημέρα κατά την οποία, σύμφωνα με το Σύνταγμα, θα έπρεπε να είχε γίνει η επιλογή του νέου/ας προέδρου του Αρείου Πάγου, και σήμερα ξεκινάει ο τρίτος μήνας, με τη θέση να χηρεύει και το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας να παραμένει ακέφαλο. Υστερα όμως από μια συνάντηση που είχα χθες με δικαστικό λειτουργό της ανώτερης τάξης των δικαστών, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι αυτό που αποτρέπει την κυβέρνηση να επιλέξει ένα από τα τόσα πρόσωπα που θα μπορούσαν να καλύψουν το κενό είναι ότι η επιλογή στο κορυφαίο αξίωμα του δικαστικού κλάδου μοιάζει περισσότερο με εξίσωση, παρά με μια απόφαση της σειράς, από αυτές που παίρνονται κάτω από την επικεφαλίδα «κάλυψη κενών οργανικών θέσεων».
Κατά την πηγή μου που προανέφερα, όλο το πρόβλημα εντοπίζεται στο τι πρόεδρος θα επιλεγεί για το αξίωμα. Θα είναι μακράς πνοής ή θα είναι κάποιος/α που θα προαχθεί στη θέση αυτή μόνο και μόνο για να καλύψει το κενό;
Θα είναι, λόγου χάρη, μονοετούς διάρκειας –όπως ας πούμε θα μπορούσε να είναι η αντιπρόεδρος κυρία Χρυσούλα Παρασκευά, η οποία προαλείφεται για τη θέση αυτή (μέχρι πριν από μερικούς μήνες εθεωρείτο φαβορί) αλλά θα συνταξιοδοτηθεί το 2018; Ητοι θα γίνει μια πρόεδρος εννέα μηνών. Ή θα προταχθεί η λύση ενός προέδρου διετούς θητείας, οπότε θα επιλεγεί είτε ο αντιπροεδρος κύριος Σ. Πέππας είτε ο αντιπροεδρος κύριος Γεώργιος Κράνης;
Και υπάρχει ακόμη στο τραπέζι και το σενάριο της επιλογής ενός προέδρου τριετούς θητείας, πράγμα που θα επιτευχθεί με μια μεγάλη βουτιά στα… βάθη της επετηρίδας, με στόχο ο νέος/α πρόεδρος που θα επιλεγεί να υπερκαλύπτει τη θητεία της παρούσας κυβέρνησης και να υπάρχει στη θέση του και ύστερα από αυτή, την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δηλαδή, για οτιδήποτε (δύσκολο και απευκταίο…) ήθελε προκύψει;
Σύμφωνα με τον δικαστικό λειτουργό της ανώτερης τάξης των δικαστών, όπως τον περιέγραψα, η πιο κοντινή λύση είναι η δεύτερη (του προέδρου διετούς θητείας), διότι η τρίτη, πλην των άλλων, θα προκαλέσει μεγάλη αναταραχή στο δικαστικό σώμα. Εγώ θα πρόσθετα και στο πολιτικό τοπίο –ποιος θα δεχόταν κάτι τέτοιο, που έχει προφανή πολιτική στόχευση;
Ο ίδιος μου είπε (η πηγή μου, αναγνώστες μου, συγκεντρωθείτε παρακαλώ), πλην του ή της προέδρου που θα επιλεγεί, θα πρέπει να επιλεγούν και τέσσερις νέοι αντιπρόεδροι του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άρα το πράγμα μπλέκει, και μπλέκει πολύ, ειδικά τώρα που, όπως δείχνουν τα πράγματα, η πολιτική μάχη θα δοθεί στις δικαστικές αιίθουσες ή στα γραφεία των εισαγγελέων άσκησης ποινικών διώξεων…
Πόσο συντομα θα γίνει η επιλογή, μη με ρωτάτε, δεν γνωρίζω. Ούτε και ο άνθρωπός μου στο Μαξίμου, προς τον οποίο απευθύνθηκα για περισσότερες πληροφορίες μέσω SMS, γνώριζε κάτι σχετικό.
–Ακουσες τίποτε από Τζανακόπουλο; ρώτησα.
–Τίποτε, με διαβεβαίωσε.
(Γιατί ρώτησα για Τζανακόπουλο; Μεγάλη ιστορία, θα τη μεταφέρω κάποια στιγμή…).
Αφήνω επ’ ολίγον τις ίντριγκες που αναπτύσσονται γύρω –και μέσα! –από το (και στο) Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, διότι όσο να πεις είναι γενικώς… δασύτριχα όλα αυτά, και μεταφέρω πληροφορία η οποία μου διαβιβάστηκε από κυβερνητικό στέλεχος το οποίο εν πολλοίς έχει γνώση των βασικών στοιχείων της κυβερνητικής πολιτικής, όπως αυτή θα ξεδιπλωθεί το μετά τη ΔΕΘ διάστημα.
Κατά το στέλεχος αυτό, που όπως και να το δεις, όπως και να το κάνεις, δεν μπορείς σε καμία των περιπτώσεων να το κατατάξεις στη φράξια των εξάλλων (αντιθέτως…), θα έχουμε έναν νέο γύρο σκανδαλολογίας ανάλογης ή και μεγαλύτερης έντασης αυτής που παρακολουθήσαμε μέχρι τον Ιούνιο. Η συνταγή, διαβεβαιώνω, θα είναι ίδια. Αποκλειστικά δημοσιεύματα για σκάνδαλα στον φιλοκυβερνητικό Τύπο, άσκηση διώξεων με αφορμή αυτά τα δημοσιεύματα και εν συνεχεία… σιωπή. Διότι, όπως έχουμε κατ’ επανάληψη πει, σημασία δεν έχει η συνέχεια των μηδέποτε αποδειχθέντων σκανδάλων, αλλά ο ντόρος, η φασαρία, ο θόρυβος, η εικόνα.
–Υπάρχει τίποτε έτοιμο, να υποθέσω; ρώτησα τον συνομιλητή μου.
Εν συνεχεία μου διηγήθηκε μια ιστορία, την οποία επί του παρόντος κρατώ, διότι πρέπει να τη διασταυρώσω, δεδομένου ότι αφορά ζητήματα περί τους εξοπλισμούς παρελθόντων ετών –προ ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δηλαδή -, τα οποια είχαν όμως μια σοβαρή επίπτωση επί των ημερών της παρούσας κυβέρνησης.
Δεν θα αποκαλύψω, επί του παρόντος, τίποτε περισσότερο, αλλά δεσμεύομαι ότι σε πρώτη ευκαιρία και μετά την ολοκλήρωση μιας μικρής έρευνας που διεξάγω ήδη, θα μεταφέρω εδώ το τι ακριβώς εννοώ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, όπως γίνεται φανερό απ’ όσα προανέφερα κατόπιν των πληροφοριών του φίλου μου, είναι φανερό ότι πάμε σε μια από τα ίδια και στην καινούργια (πολιτική) περίοδο.
Συνεχίζω και σήμερα με νέα απο τη μεγάλη υπόθεση της ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς μέσα από τη διαδικασία για την εκλογή του επικεφαλής της παράταξης. Χθες είχαμε την αναγγελία του Γιάννη Μανιάτη ότι θα είναι υποψήφιος για το αξίωμα, σήμερα θα έχουμε του Σταύρου Θεοδωράκη. Ο Σταύρος θα αναγγείλει την υποψηφιότητά του με ένα βιντεοσκοπημένο μήνυμα στο οποίο μέσα σε 3-4 λεπτά θα εξηγεί γιατί πήρε αυτή την πρωτοβουλία και τι προσδοκά να συμβεί μέσα από αυτή.
Την προσεχή εβδομάδα, με τρόπο που δεν έχει αποφασίσει ακόμη, θα αναγγείλει ότι θα είναι υποψήφιος ο Νίκος Ανδρουλάκης, ενώ και ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος δεν έχει καταλήξει επίσης στο πώς θα αναγγείλει την υποψηφιότητά του.
Εκείνος που δεν θα είναι σίγουρα υποψήφιος είναι ο Ανδρέας Λοβέρδος, με τον οποίο συνομιλήσαμε χθες, λίγο μετά το τέλος της σκληρής αντιπαράθεσης που είχε στη Βουλή με τον Γιώργο «έκαψα τα πόδια μου» Κατρούγκαλο.
Οπως μου εξήγησε δεν θα είναι υποψήφιος, διότι αναμετρήθηκε για το αξίωμα του προέδρου του ΠΑΣΟΚ με την πρόεδρο Φώφη το 2015, έχασε και δεσμεύθηκε ότι θα βοηθήσει με όλες του τις δυνάμεις για την ανασυγκροτηση του χώρου, διότι σήμερα αυτό είναι που προέχει.
–Αλλωστε, μου είπε, έχω τόση δουλειά στη Βουλή ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, που αυτό που κάνω με γεμίζει.
Ευχήθηκε πάντως η διαδικασία να μην εκφυλιστεί και να αποτελέσει πραγματικά το έναυσμα για την ανασυγκρότηση του χώρου.
Είναι νωπές ακόμη οι μνήμες από τον λυσσαλέο πόλεμο που είχαν εξαπολύσει οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην αρχαιολογική ανακάλυψη της Αμφιπολης, την οποία τα στελέχη του επιχείρησαν να ακυρώσουν με κάθε τρόπο στη βλακώδη λογική ότι αυτή βοηθάει την κυβέρνηση Σαμαρά!
Η τακτική αυτή ακολουθήθηκε και αργότερα, όταν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της χώρας, με εκείνον τον ανεκδιήγητο υπουργό Πολιτισμού Ξυδάκη, ο οποίος όχι μόνο υποβάθμισε τη σημασία του μνημείου, αλλά απέφυγε συστηματικά να προωθήσει την αξιοποίησή του –αφού είχε βρεθεί επί κυβέρνησης Σαμαρά!..
Τα αποτελέσματα αυτής της απίθανης στάσης, που όμως αποτυπώνει απολύτως τη σχέση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με τον πολιτισμό, την πληροφορηθήκαμε χθες: το έργο της αναστύλωσης, της προστασίας και της ανάδειξης του μνημείου απεντάχθηκε από το ΕΣΠΑ.
Συγχαρητήρια σε όλους…