Σίγουρα, θα γίνει παροιμιώδης η φράση του Πρωθυπουργού προς τον κ. Τζανακόπουλο, «είσαι σίγουρος ότι δεν μας κοροϊδεύει;», όταν το 2015 του ανακοίνωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Παπαστράτος κ. Χαρπαντίδης ότι η εταιρεία σκόπευε να πραγματοποιήσει επένδυση ύψους 300 εκατομμυρίων ευρώ. Θα συμπεριληφθεί μαζί με τα μνημειώδη «θα καταργήσω τα Μνημόνια με ένα νόμο, με ένα μόνο άρθρο», «go back madame Merkel». Η δυσπιστία του ήταν δυσπιστία προς τον ίδιο τον εαυτό του, πρωτίστως: «Τέτοιες ημέρες, με τέτοια κυβέρνηση, με εμένα Πρωθυπουργό, είναι δυνατόν κάποιος κεφαλαιούχος να διακινδυνεύει τα χρήματά του;».
Είναι συγκινητική η δημοσιοποίηση της αυτογνωσίας του Πρωθυπουργού κατά την επίσκεψή του στο εργοστάσιο που δεν πίστευε πως θα γίνει –σηματοδοτεί όμως η παρουσία του εκεί πως έχει αλλάξει απόψεις για τους επιχειρηματίες; Είπε πολλά για την ελληνική οικονομία και για επενδύσεις, αλλά εμένα μου έκανε εντύπωση η φράση: «Δεν θα συμβιβαστούμε με μια προοπτική μιζέριας, που θέλει τον εργαζόμενο επισφαλώς διαρκώς εργαζόμενο, αλλά και τον επιχειρηματία να μην έχει μια υγιή σχέση με τον εργαζόμενο και με την πολιτεία, αλλά να προσπαθεί να αυξήσει την κερδοσκοπία του με κινήσεις και ελιγμούς κάτω από το τραπέζι». Η κρίσιμη λέξη είναι η «κερδοσκοπία»: οι επιχειρηματίες προσπαθούν εξ επαγγέλματος να αυξήσουν την κερδοφορία των εταιρειών τους. Αλλά κατά τον κ. Τσίπρα, δεν υπάρχει κερδοφορία, υπάρχει «κερδοσκοπία».
Αραγε ήταν lapsus, κερδοφορία ήθελε να πει αλλά είπε κερδοσκοπία; Ή θεώρησε πως το παράκανε σε εγκώμια για τις επενδύσεις και τους επιχειρηματίες και έπρεπε να δείξει ότι δεν τους εκτιμά και τόσο; Οποια και αν είναι η ερμηνεία, του αθέλητου λάθους ή της προσχεδιασμένης προπαγανδιστικής τοποθέτησης, η αμφιθυμία του Πρωθυπουργού απέναντι στην επιχειρηματικότητα είναι εμφανής, νομίζω.
Από την άλλη πλευρά, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε χθες «όχι στο Μαξίμου: Πειραιώς 62 είναι η σωστή διεύθυνση για επενδύσεις» και τόνισε πως «η ανάπτυξη και οι δουλειές θα έρθουν μέσα από τον ιδιωτικό τομέα και τις ιδιωτικές επενδύσεις». Σωστό, αλλά τι θα έκανε προς αυτή την κατεύθυνση αν κυβερνούσε; Και αρχίζουν οι αοριστολογίες: «Μείωση του φορολογικού κόστους και του κόστους εισφορών που επιβαρύνει την εργασία … συνολική φορολογική μεταρρύθμιση … βαθιά μετάλλαξη του κράτους … ριζική μεταρρύθμιση μηχανισμών διοίκησης …» –δηλαδή; Ας μη μας τα εξηγήσει όλα, ας μας πει μόνο πώς, με δεδομένες τις μνημονιακές δεσμεύσεις, θα καταφέρει να μειώσει τη φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές.
Από τη μια αμφιθυμία απέναντι στην επιχειρηματικότητα, που μπορεί να είναι και καλυμμένη εχθρότητα, από την άλλη αοριστολογίες.
Αν δεν λυθεί το πολιτικό πρόβλημα, ούτε το οικονομικό θα λυθεί.