Αυτή την εποχή πολύ συχνά με απασχολεί η έννοια του προτύπου. Δεν είναι καμιά εμμονή ούτε ιδεοληψία, αλλά, να, καθώς κυκλοφορούμε σ’ έναν κόσμο τεράστιο σε σχέση με τα περασμένα, τότε που οι πληροφορίες ήταν λίγες και συχνά είτε λογοκριμένες είτε επιλεγμένες είτε πολύ μακρινές για να μας επηρεάζουν, είναι φυσικό και αναγκαίο κάθε φορά να φιλτράρουμε τις ειδήσεις, τα θέματα, τις μορφές, τις συνταγές, τα στερεότυπα, για να φτάσουμε, αν είναι δυνατόν, στην ουσία και τότε μοιραία θα καταφύγουμε στην ιστορία της γλώσσας και στις πηγές της, για να συναντήσουμε τα αρχέτυπα. Παραδείγματος χάριν, ποια είναι η σημαιολογική εποποιία της λέξης «αριστεία». Σπεύδω καταρχάς να σημειώσω πως από την ίδια ρίζα κατάγεται και η λέξη «αριστερός». Φευ.
Αλλά ας πάμε στις πηγές. Ρίζα της λέξης είναι το αρ* της ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας και εξ αυτής της ρίζας προέρχονται οι λέξεις αριθμός, αρμός, αρμονία, αρετή, άριστος, αριστεία και το μαστοράδικο ηπειρώτικο αρμολόι των χτιστάδων. Αλλά από την ίδια ινδοευρωπαϊκή ρίζα κατάγεται και η λέξις ars – artis = τέχνη της λατινικής και των άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών. Η ρίζα αρ* σημαίνει το συνταίριασμα, τη συναρμογή, την ισορροπία ποικίλων και διάφορων μεταξύ τους στοιχείων, υλικών, μορφών κ.λπ. Ακριβώς το ίδιο που σήμαινε και το ρήμα (ομηρικό) τεύχω, το ουσιαστικό τεύχος, τέχνημα και, βέβαια, τέχνη – συνταίριασμα, συνύπαρξη διάφορων υλικών, μορφών, λειτουργιών. Ας πάει περίπατο η αυθαίρετη καταγωγή (ρομαντική στη σύλληψή της) της λέξης τέχνη από το ρήμα «τίκτω», γεννώ! Ο λαός που καλλιεργεί τη γλώσσα και γεννάει καινούργιες σημασίες στα παλιότερα σημαίνοντα πολύ σωστά δημιούργησε τη λέξη τεχνίτης –ο ειδικός που γνωρίζει να συνταιριάζει υλικά, να δημιουργεί εργαλεία, να εφευρίσκει νέες χρήσεις παλαιών εργαλείων ή μεθόδων. Η ρομαντική διάκριση «βάναυσες τέχνες» και «καλές τέχνες», προσπαθώντας να διαφοροποιήσει σχεδόν ταξικά τον τεχνίτη από τον καλλιτέχνη, διευκόλυνε πιθανόν φιλοδοξίες ή την αγορά, αλλά στην ουσία, ως διαδικασία, δεν υπάρχει καμιά διαφορά ανάμεσα σ’ έναν κατασκευαστή βάρκας π.χ. και σ’ έναν αγαλματοποιό. Ανάμεσα σ’ έναν σιδερά που φτιάχνει περίτεχνα μπαλκόνια και σ’ έναν γλύπτη που με λαμαρίνες δημιουργεί φόρμες που γεμίζουν τον χώρο. Γιατί υπάρχει άραγε διαφορά ανάμεσα στον ελαιοχρωματιστή και το πινέλο του και τον ζωγράφο με το δικό του πινέλο; Υπάρχουν έξοχοι τεχνίτες ελαιοχρωματιστές και άθλιοι ζωγράφοι, όπως υπάρχουν έξοχα συμβολαιογραφικά κείμενα και τρισάθλια επικά ποιήματα, έξοχα σκαρπίνια και μποτάκια και γελοία ρητορικά φληναφήματα.
Οι λέξεις που έχουν ρίζα το αρ*, άρα και η λέξη αριστερός και αριστεία (τώρα πώς φτάσαμε ένας αριστερός κατά δήλωσή του να καταργεί τη φιλοδοξία να είσαι άριστος και να αριστεύεις και να τιμάσαι γι’ αυτό, ας το αφήσουμε για άλλης εποχής συζήτηση) σημαίνουν ό,τι και η ρίζα, ισορροπία, αρμονία διαφόρων ιδιοτήτων και συναρμογή τους ώστε να παράγουν αγαθά αποτελέσματα. Σημειώνω πως το επίθετο «αγαθός» στους άλλους βαθμούς έφτανε στην υπερθετική σημασία «άριστος». Αριστος είναι ο σε υπέρτατο βαθμό «αγαθός» άνθρωπος. Και στην αρχαιότητα ο «αγαθός» ήταν ταυτόχρονα και «καλός», που τότε είχε σημασιολογική σχέση με το «κάλλος», την ομορφιά, την ωραία μορφή. Αρα ο αγαθός ήταν το ισορροπημένο ψυχικό τοπίο ενός ατόμου και ο καλός το αισθητικό εξωτερικό περίβλημα. Αρα ο άριστος όφειλε να είναι και κάλλιστος. Επρεπε να μεσολαβήσει ο χριστιανισμός που χώρισε το σώμα από την ψυχή για να δημιουργήσει συχνά ηθικά τέρατα, ανθρώπους με εξαίσιο (σχεδόν διαβολικό) κάλλος και ψυχή χυδαία, αμαρτωλή και διεστραμμένη. Και το αντίστροφο. Ασχημη μορφή και ψυχή συχνά αγία. Παραπέμπω από τη μια στον Δον Ζουάν και από την άλλη στον Κουασιμόδο!
Αλλά ας γυρίσουμε στην «αριστεία». Είναι σχεδόν αναμενόμενο να φτάσει να γελοιοποιηθεί ως έννοια, αφού στην εκπαίδευση εδώ και χρόνια έχει καταργηθεί ο χαρακτηρισμός της διαγωγής ενός μαθητή. Τώρα ο βαθμός του πιστοποιητικού είναι βαθμός γνώσεων (αφήνω ποιας ποιότητας). Παλιότερα υπήρχε μια κλιμάκωση και στον χαρακτηρισμό της συμπεριφοράς του μαθητή, αποτέλεσμα των κρίσεων όλων των καθηγητών ή των δασκάλων για την εν γένει παρουσία του στη σχολική διαδικασία. Θυμίζω πως η κλίμακα διαγωγής από τα πάνω προς τα κάτω ήταν: άριστη, κοσμία, καλή, κακή, επίμεμπτος. Πριν καταργηθούν, ίσως γι’ αυτό, η αναφορά και η κλίμακα, η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών έπαιρνε στο πιστοποιητικό σπουδών «διαγωγή κοσμιοτάτη». Και το θεωρούσε ντροπή ο γονιός όταν η διαγωγή του παιδιού του χαρακτηριζόταν «κοσμία» και «καλή». Οι στατιστικές λένε πως το ένα τέταρτο των πολιτών κάποια στιγμή του βίου του είναι παραβάτες των νόμων, συχνά εγκληματίες, κλέφτες, επίορκοι, λωποδύτες κ.λπ. Ολοι αυτοί είχαν χαρακτηριστεί στη σχολική τους διαδρομή «κοσμιότατοι», πράγμα που συχνά στα δικαστήρια όπου δικάζονταν για βιασμό, κλοπή, απάτη λαμβανόταν υπόψη, βάσει ντοκουμέντων παιδείας, ο πρότερος δίκαιος βίος τους! Τώρα η κυνική εποχή που ζούμε ούτε απαιτεί ούτε επιδιώκει να έχει κόσμιους ή κοσμιότατους ή καλούς εκπαιδευμένους πολίτες. Αρκεί η στοίβα των έτοιμων γνώσεων για να προσληφθεί κανείς στη δημόσια υπηρεσία ή στην ιδιωτική απασχόληση. Κανέναν δεν απασχολεί αν ο υποψήφιος υπάλληλος, εκπαιδευτικός, δικαστής, στρατιωτικός, ιερέας έχει εκτός από τα γνωστικά εφόδια και τις ηθικές προϋποθέσεις να ασκήσει επάγγελμα και κυρίως λειτούργημα, συχνά να διαπλάσει καθοδηγώντας νεανικές ψυχές. Η πείρα μου πενήντα χρόνια σ’ όλο το φάσμα της εκπαίδευσης δεν είναι θετικά φορτισμένη.
Υπάρχουν άψογοι λειτουργοί χωρίς αμφιβολία, αλλά, για να ξαναπιάσουμε το αρχικό νήμα, θεωρούνται από τους σκάρτους αγαθιάρηδες. Να, μια άλλη δαιμόνια ικανότητα της γλώσσας να διαστρέφει τις αρχέτυπες σημασίες. Ο αγαθούλης, ο αγαθιάρης, ο αφελής κ.λπ. Συχνά οι αριστεύοντες και στο ήθος μαθητές θεωρούνταν από την ομάδα σπασίκλες, επηρμένοι, αναχωρητές, μοναχικοί, ιδιότροποι. Διότι έχουν αρχές και υπηρετούν κάποιες αξίες που δεν επιθυμούν να τις εκθέσουν στο παζάρι, να τις πουλήσουν ή να τις αλλοτριώσουν. Η αριστεία, είπαμε, είναι ο υπέρτατος βιασμός της αγαθότητας και σημαίνει τον χαρακτήρα τον καλά δομημένο, που γνωρίζει να ξεχωρίζει το χρήσιμο από το άχρηστο, το σοβαρό από το βλακώδες, το τίμιο από το ανέντιμο, διότι έχει κεραίες ευαίσθητες ώστε να συλλαμβάνουν την αρμονία και να απορρίπτουν τα «φάλτσα», να διακρίνουν την αρετή από το αραλίκι και την αλήθεια από την ψευτιά.
Αυτό δεν έχει, βέβαια, να κάνει με τις γνώσεις και μάλιστα τις ειδικές. Οι γιατροί που έκαναν ευνουχισμό στους Εβραίους της Γερμανίας ήταν θαυμάσια νυστέρια! Απατεώνες τραπεζίτες ήταν σαΐνια στα χρηματοπιστωτικά. Βιαστές ανηλίκων δάσκαλοι γνώριζαν άριστα την προπαίδεια και την τρίτη κλίση.
Θυμάμαι την παλιά, αγαθιάρικη εποχή τη σημαία στις παρελάσεις δεν την κρατούσε εκείνος που είχε τον μεγαλύτερο βαθμό απλώς, αλλά υποχρεωτικά δεν θα έπρεπε να είχε υποπέσει και σε πειθαρχικό αδίκημα, να είχε βρίσει, να είχε δείρει, να είχε δωροδοκήσει, να είχε βάλει χέρι σε συμμαθητή ή συμμαθήτρια. Πάντως έτσι όπως πάμε θα πειστούμε πως Αριστερά δεν είναι πλεονέκτημα, αλλά αυτό που οι παλιές γραμματικές όριζαν ως ευφημισμούς. Πως λέμε δηλαδή τον άξενο Πόντο Εύξεινο, την αρρώστια ευλογιά και τον φασισμό ιδεολογία!