Η Κούμι Σιμίτσου στάθηκε στη μέση της σκηνή στην αίθουσα Παρνασσός, έφερε με αργές κινήσεις το βιολί κάτω από τον πιγούνι της και άρχισε να παίζει με θαυμαστή τεχνική αρτιότητα μια σονάτα του Μπετόβεν. Είχε φτάσει την προηγούμενη μέρα από το Τόκιο για να παρακολουθήσει το master class του Λεωνίδα Καβάκου όπως και οι υπόλοιποι 16 νεαροί μουσικοί από όλο τον κόσμο. Οταν τελείωσε, ο διάσημος βιολονίστας σηκώθηκε και στάθηκε κοντά της. «Επαιξες τέλεια, αλλά δεν θα ήταν καλύτερα να το κάνεις πιο χαρούμενα, πιο αστεία;» της εξηγεί με χορευτικές κινήσεις. Τα πολύτιμα μαθήματα που παραδίδει εδώ και λίγα χρόνια ο εξαίρετος μουσικός αποκαλύπτουν ένα ακόμη χάρισμά του στη διδασκαλία του βιολιού. Αλλη μια πτυχή της λαμπερής προσωπικότητάς του. Σολίστας, μαέστρος, δάσκαλος.
Πώς ξεκίνησε όμως η εντυπωσιακή διαδρομή του; Το πρώτο του βιολί ήταν δώρο που βρήκε κάτω από χριστουγεννιάτικο δέντρο στο σπίτι του στο Μεταξουργείο. Δεν ήταν αφύσικο με μητέρα πιανίστα και πατέρα βιολονίστα. Από εκείνον άρχισε να παίρνει τα πρώτα του μαθήματα. Πολλές φορές σε συνεντεύξεις του ο Λεωνίδας Καβάκος έχει πει πόσο βασανιστικά είναι τα πρώτα μαθήματα. Η τυραννία για ένα παιδί να κατορθώσει να βγάλει κάποιον ήχο με το βιολί! Κάποιοι λένε ότι εξαιτίας αυτής της βασανιστικής επαφής που είχε με τη μουσική, αλλά και της αυστηρής εκπαίδευσής του, άργησε να εδραιωθεί μέσα του η επιθυμία να ασχοληθεί με τη μουσική. Παρ’ όλ’ αυτά συνεχίζει τις σπουδές του στο Ελληνικό Ωδείο με καθηγητή τον Στέλιο Καφαντάρη, για τον οποίο έχει πει ότι από τους άριστους δεν έπαιρνε χρήματα, διότι θεωρούσε υποχρέωσή του να τους διδάξει. Βεβαίως ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο Λεωνίδας Καβάκος.
Οσοι τον ξέρουν καλά ισχυρίζονται ότι κομβικό σημείο για τη σχέση του με τη μουσική και βεβαίως το βιολί, ήταν η συμμετοχή του στην Ορχήστρα Νέων της Ευρώπης. Εκεί κατάλαβε ότι με αυτό ήθελε να ασχοληθεί επαγγελματικά. Ολοκληρώνει τις μεταπτυχιακές του σπουδές με υποτροφία του Ιδρύματος Ωνάση στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα, με καθηγητή τον Joseph Gingold. Τα δείγματα της μουσικής του ευφυΐας έχουν αρχίσει να αποκαλύπτονται. Ο Λεωνίδας Καβάκος ήταν 18 ετών όταν κέρδισε στον Διεθνή Διαγωνισμό Sibelius στο Ελσίνκι. Εναν χρόνο αργότερα θα κρατήσει στα χέρια του το ασημένιο μετάλλιο στον Διεθνή Διαγωνισμό Βιολιού στην Ινδιανάπολη. Το 1988 κατακτά την πρώτη θέση στον διαγωνισμό Naumburg στη Νέα Υόρκη και στον διαγωνισμό βιολιού Paganini το ίδιο έτος. Η τέχνη του έχει ήδη ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα. Τα βραβεία έρχονται το ένα μετά το άλλο. Το 1991 παίρνει το βραβείο Gramophone Concerto of the Year Award –γνωστό ως Οσκαρ κλασικής μουσικής. Τον Σεπτέμβριο του 2014 κερδίζει το δεύτερο βραβείο Gramophone και αναδεικνύεται Καλλιτέχνης της Χρονιάς για το 2014. Είναι υποψήφιος για βραβείο Grammy 2014 στην κατηγορία Καλύτερη Ερμηνεία Μουσικής Δωματίου/Μικρού Συνόλου με τις σονάτες για βιολί του Μπετόβεν και στις 12 Ιανουαρίου του 2017 παίρνει το βραβείο Léonie Sonning στην Κοπεγχάγη ως καλύτερος μουσικός στον κόσμο. Πρόκειται για ένα έπαθλο το οποίο απονέμεται κάθε χρόνο, από το 1959, σε έναν διεθνώς αναγνωρισμένο συνθέτη, ερμηνευτή, μαέστρο ή τραγουδιστή. Το έχουν λάβει προσωπικότητες όπως ο Λέοναρντ Μπέρσταϊν, ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν, ο Πιερ Μπουλέζ, ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, ο Γεχούντι Μενουχίν, ο Αϊζακ Στερν.
Για τον πολυβραβευμένο δεξιοτέχνη του βιολιού και πατέρα δύο κοριτσιών –που έχουν κρατήσει «επαγγελματικές αποστάσεις» από τη μουσική –το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μοιάζει να το περνάει στο αεροπλάνο. Το πρόγραμμα των συναυλιών του στην επίσημη ιστοσελίδα του δείχνει τον φόρτο της εργασίας του μέχρι τα επόμενα δύο χρόνια! Πριν όμως από λίγες μέρες εμφανίστηκε και σαφώς έκλεψε τις εντυπώσεις –στα BBC Proms. Πρόκειται για το φεστιβάλ κλασική μουσικής στο Λονδίνο, στο οποίο οι φιλόμουσοι έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν κάθε μέρα συναυλίες από πρωτοκλασάτα ονόματα. Ο Λεωνίδας Καβάκος έπαιξε στο Royal Albert Hall την περασμένη Παρασκευή 25 Αυγούστου με τη Filarmonica della Scala και υπό τη μουσική διεύθυνση του κορυφαίου ιταλού μαέστρου, και στενού συνεργάτη του, Riccardo Chailly. Ο διάσημος βιολονίστας ερμήνευσε το Κοντσέρτο για βιολί του Μπραμς, ένα έργο με το οποίο έχει ταυτιστεί, καθώς το έχει ηχογραφήσει ήδη από το 2013 σε μία εξαίρετη έκδοση της Decca Classics (στην ίδια εταιρεία έχει ηχογραφήσει και τις σονάτες για βιολί και πιάνο του Μπραμς συμπράττοντας με την πιανίστα Yuja Wang, με την οποία είχαν δώσει μαζί συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το 2014).
Οι εγκωμιαστικές κριτικές από τον διεθνή Τύπο είναι συχνές, είτε για τις εμφανίσεις του είτε για τις ηχογραφήσεις του. «Εμπνευσμένος καλλιτέχνης που δεν παίζει μουσική, αλλά ζει μέσα σε αυτήν», «ευφυείς ερμηνείες» και «ισχυρή προσωπικότητα» είναι μερικές από τις λέξεις που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν το μουσικό ιδίωμά του. Αλλά αυτά μπορεί κανείς εύκολα να τα διαπιστώσει κάνοντας μια διαδικτυακή βόλτα στα δημοσιεύματα που τον αναφέρουν. Υπάρχει όμως κάτι που σίγουρα του δίνει τη μέγιστη ικανοποίηση: είναι η εκτίμηση προς το πρόσωπό του που τρέφουν οι μουσικοί ανά τον κόσμο –και όχι μόνο οι ομότεχνοί του. Και όπως πολλές φορές έχει ακουστεί στα φιλόμουσα πηγαδάκια, δεν είναι η άψογη τεχνική του, αλλά ο τρόπος που έχει τη μουσική μέσα στο κεφάλι του!