Μπροστά σε πιέσεις για την πώληση υδροηλεκτρικών μονάδων της ΔΕΗ βρίσκεται η κυβέρνηση ενόψει της διαπραγμάτευσης για τα ενεργειακά που ξεκινούν με τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών την επόμενη εβδομάδα, στις 11 Σεπτεμβρίου.
Το επιβεβαίωσε προ ημερών ο ίδιος ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης, όταν ερωτηθείς σχετικά σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ απάντησε χαρακτηριστικά ότι «προφανώς υπάρχουν πιέσεις για εμπλοκή των υδροηλεκτρικών στην υπόθεση», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι αυτό δεν έχει συμπεριληφθεί στην αρχική συμφωνία και η κυβέρνηση εμμένει στην αρχική της άρνηση.
Το στοίχημα για την κυβέρνηση να μην μπει πωλητήριο στις υδροηλεκτρικές μονάδες της ΔΕΗ είναι μεγάλο. Σε μια τέτοια περίπτωση, αφενός θα υπάρξει τεράστια οικονομική αποδυνάμωση της ΔΕΗ, αφού η επιχείρηση θα αναγκαστεί να εκχωρήσει το βασικό της παραγωγικό «φιλέτο» έναντι του ανταγωνισμού, δηλαδή τα χαμηλού κόστους μεγάλα υδροηλεκτρικά, αφετέρου η εξέλιξη είναι, πολιτικά, δύσκολα διαχειρίσιμη για την κυβέρνηση.
Αυτός είναι και ο λόγος που θα κάνει ακόμη και υποχωρήσεις, αν χρειαστούν, ως προς το μείγμα των λιγνιτικών μονάδων που έχει προτείνει στις Βρυξέλλες, προκειμένου να οδηγηθεί δίχως αναταράξεις στο market test του Οκτωβρίου, όπου και θα φανεί στην πράξη το επενδυτικό ή μη ενδιαφέρον για τους λιγνίτες. Αρκετοί πάντως από τους δυνητικούς μνηστήρες έχουν ξεκαθαρίσει στην κυβέρνηση ότι δεν προτίθενται να αγοράσουν λιγνίτες εφόσον το τελικό πακέτο δεν περιλαμβάνει και νερά.
Σε κάθε περίπτωση, η αρχική ελληνική πρόταση προς τις Βρυξέλλες κατ’ εφαρμογή της μνημονιακής δέσμευσης για πώληση του 40% του λιγνιτικού χαρτοφυλακίου έχει συναντήσει αρκετές αντιρρήσεις –σύμφωνα με άλλες πληροφορίες έχει απορριφθεί από την Κομισιόν -, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να έχει αποστείλει στις Βρυξέλλες αναλυτική τεκμηρίωση με την οποία υπερασπίζεται τις θέσεις της.
Θέλουν να αποφύγουν το Plan B. Στην πράξη, η ελληνική πλευρά καταβάλλει προσπάθεια προκειμένου να περάσει το μεγαλύτερο μέρος του αρχικού σχεδίου, αφού διαφορετικά θα χρειαστεί να περάσουμε σε Plan B. Τυχόν ακύρωση της αρχικής πρότασης, που προέβλεπε την πώληση των δύο μονάδων του Αμυνταίου (550 MW), της Μελίτη Ι (330 MW), συν την άδεια για τη Μελίτη ΙΙ (450 MW), σημαίνει ότι ανοίγει τον δρόμο να συμπεριληφθούν στο μείγμα σταθμοί όπως το συγκρότημα Αγίου Δημητρίου (1.450 MW) ή οι δύο μονάδες της Μεγαλόπολης, εξέλιξη που η ελληνική πλευρά θέλει να αποφύγει.
Αν ωστόσο οι κοινοτικοί θέσουν επιτακτικά κατά τις εκ του σύνεγγυς διαπραγματεύσεις της ερχόμενης εβδομάδας και ζήτημα υδροηλεκτρικών, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση, προκειμένου να αποφύγει το μοιραίο, θα αναγκαστεί να κάνει υπαναχωρήσεις σχετικά με τα κριτήρια επιλογής των προς πώληση λιγνιτικών μονάδων. Σε μια τέτοια περίπτωση, προφανώς και θα υποχρεωθεί να συμπεριλάβει στο πακέτο τον σταθμό του Αγίου Δημητρίου ή εκείνον της Μεγαλόπολης.
Σε χθεσινή του πάντως ανακοίνωση το στέλεχος της ΛΑΕ Θανάσης Πετράκος, υπεύθυνος Ενεργειακής Πολιτικής του κόμματος, επισημαίνει ότι η τρόικα έχει απορρίψει την αρχική ελληνική πρόταση. «Θέλει όλα τα φιλέτα της λιγνιτικής της παραγωγής, δηλαδή τον σταθμό του Αγίου Δημητρίου και τις δυο μονάδες της Μεγαλόπολης, ζητά επιπλέον τα υδροηλεκτρικά του Νέστου και του Αραχθου σε πρώτη φάση και θα ακολουθήσουν και του Αλιάκμονα», όπως αναφέρει ο Πετράκος.