Λυπούμαστε που το γράφουμε, αλλά δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που προτείνει τους άριστους ως τους καταλληλότερους για να κρατήσουν τη σημαία και σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θεωρεί ως αποκατάσταση της αδικίας αυτής το να κρατάει τη σημαία ένας μαθητής που θα έχει επιλεγεί με κλήρωση (κατά συνέπεια, ένας μαθητής που μπορεί να είναι απλά καλός, μέτριος ή και κακός). Δεν είναι λίγες οι φορές που θα έχει παρατηρήσει κανείς –ιδιαίτερα στην ελληνική κοινωνία –ομοιότητες να χαρακτηρίζονται ως αντιθέσεις, προκειμένου να εξυπηρετείται ένα πελατειακό ψηφοθηρικό σύστημα, αν και υποτίθεται πως εκφράζουν βαθιές ιδεολογικές διαφορές. Αν τολμούσαν να ομολογήσουν την αλήθεια, θα έλεγαν όλοι τους πως πρόκειται για θέσεις κατασκευασμένες εκ του πονηρού ώστε τη δεδομένη στιγμή να μπορεί να τις χρησιμοποιήσει κανείς ως καίριο αντιπολιτευτικό λόγο, ενώ συνιστούν μια αγαστή και αρμονική σύμπλευση.
Ενα εκπαιδευτικό σύστημα που ενδιαφέρεται για μια παιδεία ουσιαστική αλλά και για ουσιαστικά χειραφετημένους πολίτες, δεν επενδύει στη σημαία τίποτα περισσότερο παρά μονάχα ό,τι εκφράζει η ίδια ως σύμβολο. Προπαντός όμως δεν τη μεταβάλλει σε στοιχείο διάκρισης με τα συμπαρομαρτούντα τραύματα σε άπλερες κυρίως ψυχές. Ενας μαθητής που φιλοδοξεί να γίνει άριστος για να κρατήσει τη σημαία και με τον τρόπο αυτόν να διακριθεί, η συνέχεια και η εξέλιξη της φιλοδοξίας του αυτής, ενώ θα είναι ενεργός πολίτης, ενδέχεται να αποβούν μια ζημιογόνα κοινωνικά ιδιότητα. Με λίγα λόγια, ένας μαθητής που εκπαιδεύεται χωρίς τη φιλοδοξία να γίνει άριστος για να κρατήσει τη σημαία, αντίθετα μάλιστα του είναι αδιάφορο οποιοσδήποτε κι αν την κρατήσει, ενώ η ίδια η σημαία τού είναι απολύτως σεβαστή, γιατί γνωρίζει τι ακριβώς σημαίνει, ώστε να θεωρεί ως υποτίμηση την καταχώρισή της σ’ ένα πεδίο φιλοδοξιών διεκδικούμενο με τόσο εγωκεντρικά κριτήρια, ο μαθητής αυτός υπάρχει το ενδεχόμενο να εξελιχθεί σε πραγματικά άριστο –η αριστεία εννοημένη ως προϋπόθεση κυρίως εσωτερική.
Οταν θέλουμε να αλλάξουν οι συνθήκες, οι γενικότερα κοινωνικοπολιτικές, εις βάθος, ο πιο ακατάλληλος τρόπος είναι να υπηρετούμε το ζεύγος δράση – αντίδραση, με την πεποίθηση ότι η δράση μάς τοποθετεί στην πλευρά των συντηρητικών, καθώς μας επιτρέπεται να ενεργούμε χωρίς να θίγουμε παγιωμένες, κατεστημένες αντιλήψεις, ενώ η αντίδραση στην πλευρά των προοδευτικών. Στην περίπτωση αυτή είναι θέμα καθαρά συγκυρίας σε ποιο βαθμό οι προοδευτικοί θα εξελιχθούν σε συντηρητικούς και μάλιστα πολύ πιο σκληροπυρηνικούς, αφού η τοποθέτησή τους στο περιθώριο, για όσο διάστημα υπήρξε, δεν ήταν μια συνειδητή επιλογή, αλλά ο προθάλαμος προκειμένου να σταδιοδρομήσουν ως εξουσία. Είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο το κατεστημένο δυνάμωσε πάντα, σε όλες του τις μορφές, πολύ περισσότερο χάρη σε θέσεις προοδευτικών παρά φύσιν συντηρητικών ατόμων.