Σ’ αυτή τη χώρα ηδονιζόμαστε με διάφορα πράγματα. Με την εξύμνηση των αρετών της ελληνικής φυλής, για παράδειγμα: άμα θυμώσει ο Ελληνας, κανένας δεν μπορεί να τα βάλει μαζί του, απόδειξη ο χθεσινός θρίαμβος επί των Πολωνών στο μπάσκετ. Ή, αντιστοίχως, με τον καταλογισμό όλων των ευθυνών για τα δεινά μας στους ξένους, κατά προτίμηση στους Γερμανούς. Αυτό που πραγματικά μας συναρπάζει όμως, το αληθινό εθνικό μας σπορ, είναι να θέτουμε στο στόχαστρο τους επιτυχημένους. Από τον Γιάννη Αντετοκούνμπο μέχρι τον Γιώργο Λούκο.
Ο πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών έκανε σπουδαία δουλειά στη διάρκεια της δεκαετούς θητείας του. Ανοιξε την Επίδαυρο και το Ηρώδειο σε νέα ελληνικά σχήματα, χωρίς να σταματήσει να καλεί ξένους καλλιτέχνες που θεωρούσε σημαντικούς. Παρά τις τρικλοποδιές που δεχόταν συστηματικά, κατάφερε να τετραπλασιάσει τους θεατές και να μηδενίσει το έλλειμμα. Λεπτομέρεια: τα τελευταία χρόνια είχε αποποιηθεί την αμοιβή του.
Στα τέλη του 2015, ο Λούκος εξαναγκάστηκε σε παραίτηση. Η αιτία, όπως ανέφερε το δελτίο Τύπου του υπουργείου Πολιτισμού, ήταν μια ποινική δίωξη εναντίον του για κακοδιαχείριση –την οποία ο ίδιος αγνοούσε. Ο ίδιος ο τότε υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς θα παραδεχόταν σε συνέντευξή του στον Δημήτρη Δουλγερίδη έναν χρόνο μετά, και ενώ είχε πλέον και ο ίδιος απομακρυνθεί, ότι κινήθηκε με βάση ένα δημοσίευμα που υπονοούσε κακουργηματική πράξη. Θα αναγνώριζε ότι ένας καλλιτεχνικός διευθυντής, από τα χέρια του οποίου περνάνε όλα, δεν είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει τα πάντα για διαχείριση και διοίκηση. Και θα δήλωνε κατηγορηματικά ότι προσωπικά δεν καταλογίζει στον Λούκο δόλο.
Τι σημασία έχει; Του καταλογίζει η συγκεκριμένη εφημερίδα, που μιλά για «την ώρα της δικαιοσύνης, αλλά και της… ντροπής», με αφορμή την πρόταση του εισαγγελέα προς το Συμβούλιο Εφετών να παραπεμφθούν σε δίκη ο Λούκος και άλλα τρία άτομα. Αδιάφορο αν, σύμφωνα με πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», η εισήγηση του ανακριτή, που συναντήθηκε με τον πρώην διευθυντή, ήταν απαλλακτική. Αδιάφορο αν το Συμβούλιο Εφετών μπορεί να αποφασίσει πράγματι την παραπομπή ή να στείλει την υπόθεση στο αρχείο. Ο Λούκος έχει διασυρθεί, έχει χλευαστεί, έχει δικαστεί και έχει ήδη καταδικαστεί. Ώς κι η ποινή του ανακοινώθηκε: δύο με τρία χρονάκια.
Ετσι γίνεται στην Ελλάδα, και δεν είναι η πρώτη φορά. Τα ίδια έγιναν και με τον Ανδρέα Γεωργίου της ΕΛΣΤΑΤ. Είναι το σύνδρομο της αριστείας, ο φθόνος για την επιτυχία, η ανάγκη να χτυπηθούν όσοι ξεχωρίζουν. Ενας ικανός και καλοπροαίρετος άνθρωπος όπως ο Γιώργος Λούκος που έρχεται από το εξωτερικό για να βοηθήσει τη χώρα του, πέφτει θύμα του νομοθετικού πλαισίου και πληρώνει το πάθος του για τη δουλειά του. Μια μέρα θα δικαιωθεί, αλλά η φθορά που θα έχει υποστεί είναι τεράστια. Ο επόμενος θα το σκεφτεί καλύτερα.