Το λένε τ’ αηδονάκια, αυτό σημαίνει να είσαι ιδεολογικά ξεκάθαρος: Την μια να λες ότι είναι φονιάς ο Στάλιν, την επομένη ομορφόπαιδο. Την μια ο Σόιμπλε είναι τέρας, την άλλη οσιομάρτυς. Την μια να φύγει το ΔΝΤ, την άλλη να έρθει, την μια ο Ολάντ είναι Ολαντρέου και την άλλη ο ναυαγοσώστης μας. Και τώρα, αίφνης, προέκυψε αναδρομικός γεροντο-έρως για τον Ανδρέα Παπανδρέου που τον μισούσαν αβυσσαλέα μια ζωή και τον πολεμούσαν ανελέητα –εξού και εκείνο το αναδρομικό και μνημειώδες «Ολαντρέου». Τώρα, για λίγα πιθανά ψηφαλάκια, γράφουν υπέρ του ωδές με μετασολωμικό λυρισμό.
Ασε το ακάθαρτο ’89, που κάνανε το δικό τους σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ, μπας και τον στείλουνε φυλακή με τα πάμπερς και τις πάνες της μοχθηρίας. Που θα πει ότι σε λίγο δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα να ερωτευθούν σφοδρά και τον Ευάγγελο Βενιζέλο, θανάσιμο εχθρό, που τον έχουν επίμονα και αδίκως και διαρκώς συκοφαντήσει –αρκεί να μείνουν καμιά βδομάδα ακόμα τα κουμάντα της εξουσίας. Τα κλοπιμαία ύδατα είναι γλυκά και γλυκύς ο κρύφιος άρτος.
Εμπρός, λοιπόν, Αντρέα, για μια Ελλάδα γραία. Και για μια ιδεολογία που διαμορφώνεται πάνω στην βάση του ηθικού πλεονεκτήματος και συνοψίζεται στην ρήση «ό,τι φάμε ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο πόλος μας» –εννοείται ο ιδεολογικός πόλος, αν μπορούμε πλέον να μιλούμε για κάτι τέτοιο, ή έστω για ιδεολογία, η οποία έτσι κι αλλιώς δεν υπήρξε ποτέ, παρά μόνο συνιστώσες ενός πεθαμένου λικέρ που επέμενε να υπάρχει εμφιαλωμένο σε ποικίλες φιάλες, διότι, ως γνωστόν, όλα τα πράγματα πεθαίνουν πολλά χρόνια μετά τον θάνατό τους. Η αρχαιολογία του παρόντος.
Δεν ισχύει καμιά ιδεολογία, δεν υπάρχουν αρχές, ούτε μέση, ούτε τέλος –πρόκειται για το κόλπο «μπάλα στα περιστέρια»: κλωτσάμε την μπάλα στα περιστέρια και όποιο σηκωθεί. Και δεν θα ήταν και πολύ άστοχο να ονομαστεί όλη αυτή η πρακτική κυνισμός, ή οπορτουνισμός, αλλά αυτοί οι μετριοπαθείς χαρακτηρισμοί δεν έχουν καμιά σημασία, σημασία έχει μια βδομάδα ακόμα καβάλα στ’ άλογο. Μισθοί, προνόμια, αγήματα, υποκλίσεις, κόλακες, αυλές, αυλόγυροι, πιτόγυροι –μέχρι και την φωνή του Παπανδρέου μιμούμαστε, κάτω απ’ την λεοντή Στάλιν (λεοντή από συνθετική γάτα), κάτω απ’ την ευκαιριακή κόπι-πάστε του οποιουδήποτε. Αδερφοί, τι απελπισία αυτή η εξουσία! Να πασκίζεις να πιαστείς απ’ οπουδήποτε, ακόμα και από το σκήνωμα του «απεχθούς» Αντρέα, όπως εκείνη που παρίστανε την κόρη του Νταλί και ζητούσε την εκταφή του. Ποια εκταφή –ο άνθρωπος ήταν ήδη βαλσαμωμένος. Κόκαλο.
Αλλά, έτσι συμβαίνει: Θέλει νεκροί χιλιάδες να ‘ναι στους τροχούς, θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το ΕΦΚΑ τους. Βέβαια, εκείνο που ενοχλεί πιο πολύ απ’ όλα είναι το απροκάλυπτο του πράγματος. Διότι ακόμα και η τυμβωρυχία, απαιτεί στυλ. Αλλά το στυλ είναι αστικό προνόμιο και χαρακτηριστικό, δεν μπορούν να το έχουν άνθρωποι του συνθήματος «κάνε γιούργια στα παλιούρια» και με το αιώνιο χούι του πλιάτσικου. Εδώ πρόκειται για ιδεολογικό πλιάτσικο: να τα πάρουμε απ’ εκείνους που τα έχουν. Οχι τι θα παράξουμε εμείς οι ίδιοι ιδεολογικώς, αλλά τι θα αρπάξουμε απ’ τους άλλους. Αλλά ακόμα και απ’ τον επί τόσα χρόνια «αποκρουστικό» Αντρέα; Ναι, αδίσταχτα. Ομως δεν φτάνει, για να ολοκληρωθεί η μίμηση, παρά και η εμφάνιση μιας ξανθής ερωμένης που να θυμίζει κάπως την κ. Λιάνη. Και να την φωνάξει, φτάνοντας στο αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης για την ΔΕΘ, να κατεβεί απ’ την σκάλα του αεροπλάνου. Τότε μάλιστα, θα έχουμε έναν ολοκληρωμένο νέο Αντρέα εξ υπαρχής, έστω ένα χλωμό του αντίγραφο, στα όρια της σέπιας.
Αλλά εύκολο να μιμηθείς την φωνή του Αντρέα, πιο δύσκολο την ερωτική του τόλμη, ή ελευθεριότητα. Εκεί αρχίζουν τα ζόρια –διότι στο ερωτικό φαίνονται τα πάντα κι όχι στην δήθεν ιδεολογία, ειδικά αν έχεις περάσει απ’ τη βιοτεχνία Φαράκου κι έχεις εγκολπωθεί την έντιμη μικροαστική μονογαμία που επιπλέον υποδύεται την επανάσταση. Από εκεί και πέρα, ως θρησκευόμενος, δυσκολεύεσαι. Πληρώνεις μόνο το πάγιο. Εκτίεις την ποινή σου ως μάρτυρας. Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι παντρεμένοι με τους παντρεμένους. Κατά συνέπεια, χωρίς μια νέα κ. Λιάνη, δεν μπορεί να υπάρξει και νέος Αντρέας. Το στυλ είναι στυλ και δεν αντιγράφεται –εξάλλου είναι το μόνο που μας σώζει σε γελοίους καιρούς.
Αλλά τώρα το ερώτημα είναι: μετά την απόπειρα σκύλευσης του Γκράμσι, του Στάλιν και μετά του Παπανδρέου, ποιος είναι ο επόμενος; Θα είναι ο Ευάγγελος Βενιζέλος; Διατυπώθηκε η άποψη πως next θα είναι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Θα το καταλάβουμε, αν σε λίγο θα αρχίσει ο ηγέτης να κουνάει σπασμωδικά τους ώμους του, ή να δείχνει αδυναμία στα ντολμαδάκια.
Αξιον τραβ-εστί. Δηλαδή, μέσα στα πλαίσια της ευρύτερης παρενδυσίας, υπόδυσης και παντελούς έλλειψης αρχών, ενδέχεται να δούμε τα πάντα. Την ΚΚ την αγαπώ, μα μ’ αρέσει κι η Κοκό. Και δεν χρειάζεται εδώ να επικαλεστούμε τον «προγραμματικό αντι-ουμανισμό» του Αλτουσέρ (άλλη απάτη κι αυτός), ούτε την χεγκελιανή «ανέλιξη της Ιδέας» για να διαπιστώσουμε ότι αυτό που ζούμε είναι τόσο σοβαρό ώστε ο μόνος που θα μπορούσε να το αναλύσει και να το ξανασυνθέσει σε σενάριο θα ήταν ο Αλέκος Σακελλάριος. Ισως και ο Ασημάκης Γιαλαμάς.
Πάντως ο Πουλαντζάς (που μάλλον το κατάλαβε εγκαίρως) και ο Κορνήλιος Καστοριάδης θα είχαν σηκώσει τα χέρια ψηλά. Τι να αναλύσουν οι άνθρωποι από ένα παιχνίδι σκάκι που παίζεται με όρους τάβλι και με πούλια από ντάμα;
Κι ενώ εμείς, όσο μπορούμε, βέβαια, το διασκεδάζουμε, ή γελάμε για να μην κλαίμε, προσπαθούμε να ασχολούμαστε με άλλα για να αντέξουμε και κάνουμε υπομονή να δούμε τι θα πράξει και η Δημοκρατική Συμπαράταξη. Αν εκεί τουλάχιστον υπάρχει συναίσθηση της βαρύτητας των πραγμάτων. Αν μετά το ιδεολογικό Αξιον τραβεστί που ζούμε, θα επιστρέψουμε στο αδήριτα, πια, αναγκαίο Αξιον εστί.