Οποιαδήποτε αναφορά στον Ανδρέα Παπανδρέου θεωρείται από τους εκάστοτε πολιτικούς αντιπάλους ως προσπάθεια προσεταιρισμού. Η συνεδρίαση του ΚΑΣ για το Ελληνικό θεωρήθηκε ανασχετική για την επένδυση. Η ονοματοδοσία κάποιων δρόμων στην Κρήτη με το όνομα του Κ. Μητσοτάκη, διχάζει. Η κ. Καϊλή επινόησε ένα παραμύθι του 1943, για να το μεταμφιέσει σε πολιτική ιστορία. Διαφορετικές περιπτώσεις εγγραφής της ιστορίας στον παρόντα χρόνο, που εγείρουν και διεγείρουν. Είναι βέβαιο ότι μια χώρα κι ένας λαός, που ενταφιάζει και κάνει ανακομιδή με υστερία, δεν μπορεί να οργανώσει μια στοιχειωδώς ισορροπημένη σχέση ούτε με τον χρόνο, ούτε με την ιστορική αναγωγή του. Δεν είναι νοητή η αφομοίωση του ιστορικού αποθέματος, αλλά μόνο η χρήση παλαιωμένου προτύπου. Ετσι, αφού μπάζωσε με βία και μονολιθικό μοντερνισμό πολυκατοικίας, όχι μόνο τα αρχαιοελληνικά υπολείμματα, αλλά και τους αρχιτεκτονικούς τύπους του λόγιου ή λαϊκού νεοκλασικισμού, τώρα ζει στον αστερισμό της υπεσυντήρησης, της τοποθέτησης σε βιτρίνα κάθε υπολείμματος, κάθε σημαντικού ή ασήμαντου θραύσματος. Αφού κατερείπωσε ως «Αποστάτη» τον Κ. Μητσοτάκη, τον αποκαθιστά μάνι μάνι (κυρίως λόγω της επένδυσης στον σημερινό πρόεδρο της ΝΔ) κ.ο.κ.
Στην πραγματικότητα η χώρα μας, οι πολίτες, επινοούν τρόπους ακινησίας. Ηδεται κανείς να θανατώνει και στη συνέχεια να αποκαθιστά. Ταφή και εκταφή. Οχι μετανιωμένη χειρονομία, αλλά τακτική απενοχοποίησης. Μια αυτοσυντηρητική πράξη, μια νέα συναισθηματική τάξη. Η χώρα καταφέρνει να ακινητεί στην ιστορία, να μετεωρίζεται στην επείγουσα επιλογή, να αναβάλλει.
Εν τούτοις αυτή η ταραγμένη σχέση δεν δηλώνει πάντα ένα συναισθηματικό καιροσκοπισμό. Υπάρχει η λαϊκή ανάγκη για αναφορές, για πρόσωπα που θα αναδυθούν ως αγιογραφημένα πρότυπα, για γεγονότα που θα ανατρέψουν τα παραδεκτά (αυτά που μας βασανίζουν και μας ματαιώνουν). Οπως αναδύεται το πολιτικό ζάπινγκ ως ηγεμονικός τρόπος πολιτικής αντίδρασης στην εκπτώχευση (δεν μου αρέσει αυτός, επιλέγω τον επόμενο, τον μεθεπόμενο κ.λπ.), έτσι αναδύεται μια μορφή ιστορικού ζάπινγκ ως κυρίαρχος τρόπος επικάλυψης της πραγματικότητας.
Είναι παραμορφωτική αυτή η συμπεριφορά; Παραμορφωτική των γεγονότων και των προσώπων;
Επειδή (για παράδειγμα) ένας διευθυντής σχολείου θέλει να μην μπαίνει στην τάξη πολλές ώρες, δεν θέλει τη μείωση των θέσεων διδασκόντων στο «σχολείο του» (στοιχείο που του εξασφαλίζει την απαλλαγή), ανεξαρτήτως αν το τελευταίο έχει λίγα παιδιά. Ξεσηκώνει τους γονείς, ότι τα παιδιά τους θα μείνουν αναλφάβητα. Οι γονείς πανικοβάλλονται. Κινητοποιούνται λαϊκιστές, τοπικοί ή συνοικιακοί κομματάρχες και περιφερειακοί «Γκρούεζοι» για την κατάντια: Ενας διδάσκων (π.χ.) για 9 μαθητές αντί ένας διδάσκων για 6 (!). Φυσικά, κανείς δεν ασχολείται με την ποιότητα του παραγόμενου έργου, αλλά με την ποσόστωση.
Αυτή λοιπόν, τη σκληρή, μικρή, μη επική και ωμή καθημερινότητα, τις δικαιωματικές παραμορφώσεις, τις καταχρήσεις κ.λπ., η ιστορία, οι αναφορές, η ηθικολογία, οι επιλεκτικές ανακλήσεις, μπορούν να τη διορθώσουν; Οχι, αλλά φοβάμαι, μπορούν να την καλύψουν. Στην εύκολη ταφή και εκταφή του εκάστοτε σκηνώματος, μπορεί να επινοηθεί μια καλυπτική, αποκρυπτική σινδόνη.
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων