«Ηταν ο Ανδρέας ψεύτης;» διερωτήθηκε τάχα ρητορικά ο Αλέξης Τσίπρας. Μια εκ των 53+, της περιλάλητης ομάδας του κόμματός του, έσπευσε να του αποκριθεί, ανάμεσα σε άλλα, πως ο Ανδρέας ανήκε στο «ανθρωπολογικό είδος του ιδιότυπου τροτσκιστή» και υπήρξε «διόλου, μα διόλου αριστερός». Δεν ήταν η μόνη που απάντησε στο πρωθυπουργικό άρθρο. Πολλά ειπώθηκαν για τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ αυτήν την εβδομάδα. Αν βγήκε, λοιπόν, ένα συμπέρασμα από τη δημόσια συζήτηση γύρω από τον Ανδρέα Παπανδρέου και την πολιτική του παρακαταθήκη, αυτό είναι πως υπάρχει ένας Ανδρέας για όλα τα γούστα.
Υπάρχει, ας πούμε, ο Ανδρέας του ΣΥΡΙΖΑ. Ή εκείνος του Κώστα Λαλιώτη. Υπάρχει ο Ανδρέας του ΠΑΣΟΚ αλλά κι αυτός των νεοκαραμανλικών. Με δυο λόγια, φαίνεται πως είναι αρκετοί εκείνοι στην πολιτική αγορά οι οποίοι, ανεξαρτήτως της πλευράς που αυτοποθετούνται στο πολιτικό φάσμα, προσπαθούν να αγιογραφήσουν μια από τις πιο επιδραστικές φιγούρες της Μεταπολίτευσης με τρόπο που να τους ταιριάζει. Για τον Τσίπρα, ήταν ριζοσπάστης. Για τον Λαλιώτη, τα έχει προβλέψει όλα. Οπως επαναλαμβάνει, σχεδόν όποτε αρθρογραφεί, δεν έχουμε παρά να τον μελετήσουμε για να βρούμε τη λύση σε οποιοδήποτε πρόβλημά μας. Για τη λεγόμενη ανανεωτική Αριστερά, ήταν λαϊκιστής. Για τους σύγχρονους καραμανλικούς, ήξερε να προσεγγίζει τις μάζες. Για τη Χαριλάου Τρικούπη, απλά δεν συγκρίνεται κανείς μαζί του.
Θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος πως ο καθένας τον αναλύει διαφορετικά. Εύλογο για ένα πρόσωπο της πρόσφατης Ιστορίας. Ορισμένοι, όμως, επιθυμούν να τον φέρουν στα μέτρα τους, όπως για παράδειγμα ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και αρκετοί από τους πάλαι ποτέ πασόκους που πήραν μεταγραφή για την Κουμουνδούρου. Σαν τον Χρήστο Σπίρτζη που διδασκόταν, λέει, ριζοσπαστισμό κάτω από τα μπαλκόνια των ομιλιών του.
Για τα πράσινα στελέχη, όλων των φυλών του κόμματος, τα κίνητρα γύρω από αυτή την ξαφνική επίθεση συριζαϊκής αγάπης στον παπανδρεϊσμό είναι καθαρά ψηφοθηρικά. «Είναι», όπως το θέτει προβεβλημένο στέλεχος, «μια αμυντική κίνηση. Προσπαθούν με αυτές τις αναφορές να συγκρατήσουν τον αριστερόστροφο λαϊκό κόσμο που τους ψήφισε». Κατά την εκτίμησή του, «η Αριστερά έχει εγκαταλείψει τον Τσίπρα. Αρα εκείνος αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να κρατήσει τους πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που τον ανέδειξαν στην εξουσία». Πώς; Δημιουργώντας συνειρμούς με την ένδοξη εποχή του Κινήματος. Σε αυτό τα πλαίσιο ερμηνεύουν και τις συνεχείς κυβερνητικές επικλήσεις στα λαλιωτικά γραφόμενα.
Στα μάτια των απανταχού κεντροαριστερών, η συγκεκριμένη στρατηγική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Ο λόγος; Η παραπάνω πηγή τον παρουσιάζει εμμέσως, με μια παρατήρηση: «Κανείς από τον δικό μας χώρο δεν αποπειράθηκε να ξεπεταχθεί ως νέος Ανδρέας» λέει. Ακόμη κι ο Γιώργος Παπανδρέου, τονίζουν οι γνώστες των πασοκικών πραγμάτων, «από ένα σημείο και μετά προσπαθούσε να αποφύγει τη σύγκριση με τον πατέρα του». Οπως θυμούνται χαρακτηριστικά, όταν άκουγε ανθρώπους να του απευθύνονται με τη φράση «σαν τον πατέρα σου», έδινε την εντύπωση πως δεν ένιωθε άνετα. Βέβαια, οι κακές γλώσσες υπενθυμίζουν πως στις εσωκομματικές του 2007 το πατρικό όνομα ήταν αναπόσπαστο μέρος της προεκλογικής καμπάνιας του ΓΑΠ.
Και στην απέναντι όχθη, τη ΝΔ, δεν δίστασαν όμως να τον αντιγράψουν. Στο ΠΑΣΟΚ ακόμη σχολιάζεται η απόπειρα του Κώστα Καραμανλή να λανσάρει παπανδρεϊκό στυλ. «Μέσω αυτού προσπάθησε να προσεγγίσει τις λαϊκές τάξεις του εκλογικού σώματος» αναφέρουν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις. Ο πρώην πρωθυπουργός, ωστόσο, δεν έφτασε ποτέ στο επίπεδο Τσίπρα. Δεν δοκίμασε, δηλαδή, να παρουσιάσει εαυτόν ως συνεχιστή της ανδρεϊκής παράδοσης. Υιοθέτησε απλά τα εκφραστικά του μέσα. Αν ήθελε κανείς να το περιγράψει με μια εικόνα, θα έδειχνε εκείνο το φωτογραφικό στιγμιότυπο όπου ο Καραμανλής ο νεότερος με μπεζ κοστούμι κρατά αγκαλιά τον Ακη Τσοχατζόπουλο και τραγουδούν στο Περιβόλι τ’ Ουρανού.
Ο Τσίπρας, όμως, έφτασε τη μίμηση στην άκρη της. Δεν περιορίστηκε στη χροιά της φωνής ή στη σκηνική παρουσία στο μπαλκόνι. Εξού και κατάφερε να ενοχλήσει και την ανανεωτική Αριστερά, τον χώρο απ’ όπου προήλθε το κόμμα του. Αιτία; Για όσους θυμούνται εκείνη την εποχή, ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ ήταν κόκκινο πανί γι’ αυτή την Αριστερά. Η βασική κατηγορία που είχαν να του προσάψουν, σε κάθε ευκαιρία, ήταν πως «είναι λαϊκιστής και λαοπλάνος».
Ανθρωποι με μακρά πορεία στον συγκεκριμένο χώρο, βέβαια, επισημαίνουν πως «πάντα η σχέση του Ανδρέα με την ανανεωτική Αριστερά ήταν αντιφατική». «Γιατί», προσθέτουν, «ήταν αντιφατικός ο ίδιος ο Ανδρέας». Και περιφρονούσε και την ΕΑΡ. Για του λόγου τους το αληθές, επικαλούνται τις σχέσεις του με τον Λεωνίδα Κύρκο. Αλλά και τις εκλογικές συνεργασίες του ΚΚΕ εσωτερικού με το ΠΑΣΟΚ σε δημοτικές και συνδικαλιστικές κάλπες. Οι γνώστες της ανθρωπογεωγραφίας του χώρου, ωστόσο, επιμένουν ότι «δεν υπήρχε ποτέ ενιαία αντιμετώπιση της ανανεωτικής Αριστεράς απέναντι στον Ανδρέα» επειδή «δεν ήταν ποτέ μια πραγματικά ενιαία ομάδα η ανανεωτική Αριστερά».
Τελικά, ίσως ο αριθμός των επίδοξων κληρονόμων να αποκαλύπτει πως όντως δεν υπήρξε μόνο ένας Ανδρέας. Σίγουρα, πάντως, το μόνο ενδιαφέρον σε αυτήν την ιστορία είναι τι θα απαντούσε ο ίδιος στους σφετεριστές του.